Facebook Ομάδα

23/11/23

Το έξυπνο κόλπο για να μάθουν τα παιδιά να δένουν τα κορδόνια τους

 

Από την προσχολική ηλικία ή ακόμη και στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού ξεκινάει η ανάγκη για το παιδί σας να μάθει να δένει τα κορδόνια του.

Αυτή η δεξιότητα που είναι απλή για τους ενήλικες μπορεί να παιδέψει και να μπερδέψει μερικές φορές κάποια παιδιά, ιδιαίτερα όσα είναι λίγο αδέξια. Στο παρακάτω βίντεο θα δείτε πιο απλό γι’ αυτά τρόπο να δέσουν τα κορδόνια τους τα παιδιά σας, κάνοντας στην ουσία δύο κόμπους. Με αυτόν τον τρόπο μπορείτε να μάθετε πιο εύκολα στο παιδί σας να κάνει μόνο του τη διαδικασία.

Το βίντεο εξηγεί αναλυτικά πώς γίνεται η τεχνική και μπορείτε να το δείξετε στα παιδιά σας για να κάνετε το δέσιμο των κορδονιών τους παιχνιδάκι.


 πηγη

Πώς να βοηθήσετε το παιδί να ξεπεράσει το φόβο του σκοταδιού

Παιδικοί φόβοι: Γιατί το παιδί φοβάται το σκοτάδι; | imommy
πηγη

 

Ο φόβος του σκοταδιού είναι ένας από τους συχνότερους φόβους στα παιδιά.

Είναι επίσης ένας από τους φόβους που μπορεί να εμφανιστεί πιο νωρίς από άλλους (περίπου 2 ετών). Αυτό συμβαίνει όταν τα παιδιά αντιληφθούν ότι βρίσκονται σε ένα σκοτεινό δωμάτιο.

Έτσι, όταν τα παιδιά βρεθούν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο χωρίς φως, μόνο, με τη φαντασία τους να δουλεύει, οποιοσδήποτε φόβος μπορεί να τους προκαλέσει πανικό.

Οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα μικρά τους να ξεπεράσουν το φόβο τους από το σκοτάδι με διάφορους τρόπους, ως εξής:

  • Καθίστε μαζί τους για κάποιο χρονικό διάστημα ενώ βρίσκονται στο σκοτάδι, ώστε να καταλάβουν ότι δεν υπάρχει τίποτα να φοβηθούν.
  • Τοποθετήστε ένα φωτάκι νύχτας στο κομοδίνο, ώστε να μην βρίσκονται σε πλήρες σκοτάδι.
  • Βάλτε stick φωσφοριζέ αυτοκόλλητα αστέρια και φεγγάρι που λάμπουν στο σκοτάδι στην οροφή του υπνοδωματίου τους για να φωτίζουν τη νύχτα.
  • Φτιάξτε ιστορίες για τον ήλιο, το φεγγάρι και τα αστέρια, ώστε τα παιδιά σας να καταλάβουν το ρόλο τους και πόσο φυσιολογική είναι η νύχτα γύρω τους.

 

ΠΗΓΗ

 

Ο κανόνας 90-90-90 για να έχει το παιδί καλή στάση σώματος στο διάβασμα

 

Positioning for Feeding and Drinking
πηγη


Έχοντας αρκετές ώρες στο σχολείο αλλά και διάβασμα στο σπίτι είναι πολύ σημαντικό να υπενθυμίζουμε στο παιδί μας τη σωστή στάση σώματος.

Κι αυτό γιατί η σωστή στάση σώματος προστατεύει το ίδιο το σώμα, την σπονδυλική στήλη ενώ παράλληλα προλαμβάνει μυοσκελετικά προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν στο μέλλον.

Σύμφωνα με το developlearngrow.com ο κανόνας 90-90-90 είναι αυτός που πρέπει να ακολουθεί το παιδί και γιατί όχι, ακόμη και εμείς οι ενήλικες. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό;

  • Πόδια επίπεδα στο πάτωμα
  • Αστράγαλοι σε γωνία 90 μοιρών
  • Γόνατα σε γωνία 90 μοιρών
  • Μηροί παράλληλοι με το πάτωμα
  • Γοφοί σε γωνία 90 μοιρών
  • Το κάτω μέρος της πλάτης πρέπει να έχει μια ελαφριά καμπύλη προς τα μέσα
  • Οι ώμοι χαλαροί
  • Οι αγκώνες ακουμπούν απαλά κατά μήκος των πλευρών του σώματος
  •  
Πηγη

 

Μαμά, υπάρχει Άγιος Βασίλης; – Ποια είναι η σωστή απάντηση

Πρέπει ή όχι τα παιδιά να πιστεύουν στον Άγιο Βασίλη; - Mothersblog.gr
πηγη

 

Κάθε όνειρο μπορεί να πραγματοποιηθεί… αρκεί να είμαστε «καλά παιδιά». Μ’ αυτόν το μύθο μεγαλώσαμε και δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να τον γκρεμίσουμε μπρος στα μάτια ενός μικρού παιδιού. Θα το κάνει μόνο του. Όταν είναι έτοιμο, με τον δικό του τρόπο και τα δικά του όρια απομυθοποίησης. Η ψυχολόγος Μαρίνα Μόσχα εξηγεί το «γιατί» τονίζοντας πως «πίσω από την ύπαρξη του Άγιου Βασίλη είναι που κρύβεται η έννοια της αγάπης προς το «καλό» και η λάμψη των Χριστουγέννων». Ας την κρατήσουμε ζωντανή…

1. Γιατί χρειάζεται ο μύθος του Άγιου Βασίλη και μέχρι πότε πρέπει να τον συντηρούμε;

Θυμάμαι όταν ήμουν μικρούλα τις μαγικές εκείνες μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς… πόσο μου άρεσαν οι χάρτινες vintage φιγούρες με τον Άγιο Βασίλη, η λευκή γενειάδα και το καλοκάγαθο πρόσωπο…

Ακόμα νιώθω τη μαγεία και χαίρομαι σαν μικρό παιδί, περιμένοντας τον ερχομό του –συμβολικά πλέον! Στενοχωριέμαι όταν ακούω από μικρά παιδιά να κοροϊδεύουν άλλα παιδάκια λέγοντας με στόμφο πως «Δεν υπάρχει ο Άγιος Βασίλης!» και σκέφτομαι πόσα ενδεχομένως χάνουν από την μαγεία που όλοι μας έχουμε ανάγκη – έστω και σε μικρές δόσεις – πόσο μάλλον τα παιδιά!

Μεγαλώσαμε με τον μύθο του Άγιου Βασίλη και οι περισσότεροι τον έχουμε κρατήσει γλυκά μέσα μας ως εκείνον τον παππούλη που φροντίζει όλα τα παιδιά του κόσμου, μοιράζοντας δώρα χωρίς διακρίσεις με μόνο κριτήριο να είμαστε καλά παιδιά! Θα μου πείτε πως έτσι ενισχύουμε το στερεότυπο του καλού παιδιού και παρεμβαίνουμε στον παιδικό ψυχισμό… Δεν θα διαφωνήσω, αντίθετα θα συμπληρώσω μάλιστα πως επιβραβεύεται «το καλό παιδί», μέσα από ένα φαντασιωσικό κόσμο που συντηρεί τον μύθο.

Ο μύθος του Άγιου Βασίλη και η μαγεία γύρω του καλλιεργεί στο παιδικό μυαλουδάκι εικόνες και το φέρνει πιο κοντά στην παράδοση. Μην μου πείτε πως δεν έχετε προσέξει την παιδική ανάγκη για την ύπαρξη του μαγικού και την αγάπη για τα παραμύθια! Δεν είναι τυχαία αυτή η ανάγκη, καθώς προσφέρει συναισθηματική ασφάλεια και οξύνει τις αισθήσεις… Έναν μύθο που δεν χρειάζεται εμείς οι μεγάλοι να τον γκρεμίσουμε, καθώς το παιδί όταν νιώσει έτοιμο θα το κάνει από μόνο του και με τον δικό του τρόπο…

2. Τι απαντάμε όταν το παιδί έρθει και μας πει: «Ένα παιδάκι στο σχολείο μου είπε ότι δεν υπάρχει. Αλήθεια ή ψέματα;»

Έρχεται το μικρό σας από το σχολείο και σας ξαφνιάζει, ανυπομονώντας για την απάντηση από εσάς που τα ξέρετε όλα! Ναι, μιλάμε προφανώς για τις ηλικίες στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, όπου το παιδί αρχίζει και αποκτά καλύτερη επαφή με την πραγματικότητα και το μυαλουδάκι του σκέφτεται πιο λογικά. Άλλωστε, κάποια στιγμή το παιδί σας θα αρχίσει να αναρωτιέται για τα πιο …πρακτικά: «πως καταφέρνει και πηγαίνει σε όλα τα σπίτια; Αφού δεν έχουν όλα καμινάδες, πώς μπαίνει μέσα; Και πώς κινείται το έλκηθρο; Και αν αρρωστήσει;», ερωτήσεις που σπέρνουν όλο και περισσότερες αμφιβολίες στο μυαλουδάκι του! Αλήθεια ή ψέματα λοιπόν; Μπορείτε να του γυρίσετε πίσω την ερώτηση, ρωτώντας το ίδιο: «Εσύ τι πιστεύεις; Υπάρχει ή όχι;» και ανάλογα να συζητήσετε σύμφωνα με τα δικά του «πιστεύω» και τη δική του θεώρηση, χωρίς να φοβάστε πως θα χάσει την Χριστουγεννιάτικη μαγεία. Άλλωστε, όταν το παιδί κάνει αυτού του είδους την ερώτηση, συνήθως, είναι θέμα χρόνου να βάλει τέλος στο μύθο! Και αν δεν είναι ακόμη έτοιμο, το πιο πιθανό είναι να… αγνοήσει αυτό που μόλις έφτασε στα μικρά αυτάκια του!

3. Ποια απάντηση δεν πρέπει να δώσουμε ποτέ στο παιδί;

Κάποιοι γονείς από φόβο και άγχος μήπως και κάποιος άλλος προλάβει τα… μαντάτα στο παιδί τους, σπεύδουν να «κατεβάσουν» τον Άγιο Βασίλη από το βάθρο του, λέγοντας την αλήθεια και προσγειώνοντας ανώμαλα το παιδί τους που πιθανά να μην είναι και έτοιμο ακόμα να μάθει κάτι τόσο σημαντικό για εκείνο, έστω και αν βγαίνει από το στόμα των γονιών του. Κάποιοι άλλοι, θέλοντας να το δυναμώσουν, επειδή είναι υπέρμαχοι της αλήθειας και του ρεαλισμού, θεωρούν πως μαγεία στην εποχή μας δεν υπάρχει και ο ρομαντισμός είναι ξεπερασμένος ή κουβαλούν οι ίδιοι τραύματα, θέλουν και το παιδί τους «να γνωρίζει». Αποφύγετε λοιπόν τέτοιου είδους δηλώσεις· ελάτε πιο κοντά στη παιδική ψυχούλα και ακούστε την…

4. Είναι καλύτερο να μάθει από εμάς το παιδί την αλήθεια ή δεν έχει σημασία από πού θα προέλθει η αποκάλυψη της αλήθειας;

Αναρωτιέστε αν θα πρέπει να μάθει το αγγελούδι σας την αλήθεια από εσάς ή να την προστατέψετε όσο μπορείτε, μέχρι τουλάχιστον να βρεθεί ο «καλοθελητής» που θα του την αποκαλύψει. Τις περισσότερες φορές, την αλήθεια την μαθαίνει από το μεγαλύτερο αδελφάκι, ξαδελφάκι, από τον φίλο ή τον συμμαθητή που θα καυχηθεί για τις… γνώσεις του περί ύπαρξης του μύθου! Σημαντική δεν είναι από ποιον θα γίνει η αποκάλυψη της αλήθειας αλλά η διαχείρισή της. Εκείνη τη στιγμή, σίγουρα σας χρειάζεται για να του επιβεβαιώσετε αυτό που εκείνο στενοχωρημένο – συνήθως – ξεστομίζει και χρειάζεται να πενθήσει την απώλεια του μύθου, την απώλεια του μαγικού…

5. Τι πρέπει να κάνουμε αν δούμε το παιδί στεναχωρημένο;

Όπως προανέφερα, συνήθως η αποκάλυψη της μη ύπαρξης του Άι Βασίλη συνοδεύεται από στενοχώρια και θλίψη. Μπορείτε να το ρωτήσετε πώς νιώθει και να μοιραστείτε μαζί του τη δική σας παιδική εμπειρία… Δώστε του χρόνο και μην προσπαθήσετε να το σπρώξετε να νιώσει καλύτερα. Το παιδί σας βιώνει μια απώλεια, την απώλεια της μαγείας, θα μπορούσαμε να πούμε συμβολικά. Μην προσπαθήσετε, επίσης, να υποτιμήσετε αυτό που αισθάνεται, ούτε και να το κοροϊδέψετε φυσικά, αν δεν θέλετε να χάσετε την εμπιστοσύνη του! Ήδη, νιώθει περίεργα και μαζί σας που του κρύψατε την αλήθεια και του λέγατε ψέματα τόσο καιρό…

6. Με τι μπορούμε να «αντικαταστήσουμε» το χαμένο όνειρο του Άγιου Βασίλη;

Τα παιδιά στις μικρές ηλικίες λατρεύουν οτιδήποτε τελετουργικό. Πίσω λοιπόν από την ύπαρξη του Άι Βασίλη, κρύβεται ο ερχομός των δώρων για παράδειγμα, αλλά και η έννοια της αγάπης προς το «καλό» και τους άλλους, ο συμβολισμός των Χριστουγέννων και η λάμψη τους… Μετά την αποκάλυψη, το τελετουργικό αυτό μπορεί να μεταφερθεί μέσα από άλλους τρόπους έκφρασης, όπως η συναισθηματική έκφραση μέσα από την προσφορά σε συγγενικά άτομα ή σε άλλα παιδάκια, οι  ζωγραφιές αλλά και οι ώρες που το παιδί θα περάσει με τον γονιό μέσα από μία αίσθηση πληρότητας, δικής τους μαγείας και χαράς.

7. Πώς θα διδάξουμε σε ένα παιδί ότι ο Άγιος Βασίλης «βρίσκεται» μέσα στον καθένα μας;

Μπορείτε να του πείτε την ιστορία του Άι Βασίλη, να μιλήσετε για τον συμβολισμό του και πώς εξαρτάται από εμάς αν θέλουμε να τον έχουμε μέσα μας ή να τον τοποθετήσουμε στην ανυπαρξία! Αν έχει συμβεί απώλεια παππού-γιαγιάς ή και ενός κατοικιδίου, μπορείτε να την παρομοιάσετε λέγοντας: «και ο παππούς δεν βρίσκεται μαζί μας, υπάρχει όμως στην καρδιά μας, ίσως έρχεται και στα όνειρά μας… έτσι και ο Άγιος Βασίλης! Και εσύ θα επιλέξεις αν θέλεις να υπάρχει μέσα σου ή όχι!».

πηγη

 

Παιδική επιθετικότητα – υπάρχει απάντηση στο «τι φταίει»;

Γονείς παιδιά: Τρόποι για να αντιμετωπίσετε την επιθετική συμπεριφορά στα  παιδιά | healthweb.gr
πηγη

 

Ένα θέμα που έχει απασχολήσει διαχρονικά τους ψυχολόγους, όλων των θεωρητικών σχολών, είναι αυτό της παιδικής επιθετικότητας.  Πώς γίνονται επιθετικά τα παιδιά, από τη νηπιακή ακόμα ηλικία, και γιατί.  Η διαμάχη εντοπίζεται στο εάν η παιδική επιθετικότητα είναι μια ενδογενής αντίδραση, μια βιολογική ορμή  ή  κατά πόσο είναι το αποτέλεσμα ενίσχυσης και μίμησης κοινωνικών προτύπων.

Ξεκινώντας από τις ψυχαναλυτικές θεωρίες, έμφαση δίνεται στο ότι οι άνθρωποι γεννιούνται με δυο βασικά ένστικτα:  της επιβίωσης και του θανάτου.  Το ένστικτο του θανάτου ή οι επιθετικές ορμές, άλλοτε στρέφονται προς τον ίδιο μας τον εαυτό (π.χ αυτοτραυματισμοί) και άλλοτε εκτονώνονται προς τα έξω με τη μορφή επιθετικής συμπεριφοράς απέναντι σε άλλους (π.χ ξυλοδαρμός, λεκτική βία).  Αυτό είναι άρρηκτα δεμένο με την ανάγκη για επιβίωση όταν το άτομο νιώθει ότι απειλείται η ασφάλειά του.

Από την άλλη, θεωρίες της κοινωνικής ψυχολογίας προσεγγίζουν την παιδική επιθετικότητα από την πλευρά της επιρροής του κοινωνικού περιβάλλοντος και στο πως, από την νηπιακή ακόμα ηλικία, το άτομο μαθαίνει συγκεκριμένες συμπεριφορές.  Μαθαίνουν μέσα από τη μίμηση και την ανατροφοδότηση που παίρνουν από το κοινωνικό τους περίγυρο.  Πρωτίστως είναι οι γονείς που λειτουργούν ως μοντέλα μίμησης οπότε εάν χρησιμοποιούν βία για να επιλύουν τις διαφορές τους, τα παιδιά τους θα χρησιμοποιήσουν επιθετικές συμπεριφορές και στις δικές τους παιδικές, φιλικές, διαπροσωπικές σχέσεις.  Στο ίδιο πλαίσιο σκέψης, η γειτονιά και οι συμμαθητές αποτελούν πρότυπα μίμησης επιθετικών συμπεριφορών για να μπορέσει το παιδί να ενσωματωθεί στην ομάδα και να γίνει αποδεκτό.  Τέλος, τα ΜΜΕ και η έκθεση των παιδιών σε αυτά, αυξάνει τις πιθανότητες υιοθέτησης αποκλίνουσας συμπεριφοράς.

Οι θεωρίες της κοινωνικής μάθησης πηγαίνουν και ένα βήμα πιο πέρα αναφέροντας ότι η επιθετικότητα είναι μια «κοινωνική ταμπέλα» η οποία αποδίδεται σε ένα παιδί βάσει κοινωνικών και προσωπικών παραγόντων, ανάλογα με το πλαίσιο στο οποίο βρίσκεται στο παιδί (π.χ σπίτι ή σχολείο ή κατασκήνωση ή εστιατόριο κλπ) αλλά και σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά αυτών που εμπλέκονται στο συμβάν (π.χ παιδί-παιδί, παιδί-δάσκαλος, παιδί-γονιός, ένα παιδί-ομάδα παιδιών κλπ).

Εδώ έρχονται άλλες θεωρίες της ψυχολογίας να προσθέσουν και τον βαθμό στον οποίο προηγούμενες εμπειρίες επηρεάζουν τον τρόπο αντίδρασης σε μια κατάσταση (π.χ ένα παιδί που δαγκώνει στο νηπιαγωγείο, θα εξαρτηθεί, το εάν θα το επαναλάβει, από το πόσο θετικά ή αρνητικά ενισχύθηκε αυτή η επιθετική συμπεριφορά την πρώτη φορά που την επέδειξε).  Ένα παιδί που σπρώχνει άλλα παιδιά στις σκάλες του σχολείου την ώρα του διαλείμματος πρώτα συγκεντρώνει πληροφορίες του περιστατικού εκείνης της ημέρας συγκρίνοντάς τες με πληροφορίες παρόμοιου περιστατικού των προηγούμενων ημερών.  Στη συνέχεια αποφασίζει ποια είναι η πρόθεσή του και οι κοινωνικοί στόχοι μιας τέτοιας πράξης (π.χ να φτάσω πρώτος στο κυλικείο, να δείξω ότι είμαι δυνατός, να κερδίσω την προσοχή τους έστω και μέσα από το να μου φωνάξουν ένα «ε! πρόσεχε!» κλπ).  Το παιδί ζυγίζει τα υπέρ και τα κατά μιας τέτοιας συμπεριφοράς, αξιολογεί και επιλέγει το καλύτερο για τις δικές του ανάγκες, προσδοκίες, συνθήκες και το πραγματοποιεί συνυπολογίζοντας και τις συνέπειες της απόφασής του αυτής.

Στρέφοντας την προσοχή μας τώρα στην εξελικτική ψυχολογία, ερευνητικά δεδομένα καταλήγουν στο ότι η συχνότητα και η ένταση της επιθετικότητας μειώνεται όσο μεγαλώνει το παιδί (3,5 – 5 ετών παρατηρείται κάμψη).  Αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι το παιδί αποκτά  μεγαλύτερο αυτοέλεγχο, μαθαίνει πιο κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους αλληλεπίδρασης, ξεκινά το νηπιαγωγείο οπότε δεν συναναστρέφεται μόνο με τους γονείς, που όπως προαναφέραμε αποτελούν τα πρώτα μοντέλα μίμησης συμπεριφορών, αυξάνεται η ευχέρεια στην χρήση του προφορικού λόγου, αρχίζει να αποκτά ενσυναίσθηση.  Ανατροπές υπάρχουν σε καταστάσεις που βιώνονται ως «επικίνδυνες» ή «απειλητικές» για το παιδί (π.χ ένα διαζύγιο, η γέννηση αδερφού / αδερφής, η αλλαγή σχολείου, ένας θάνατος, μια ασθένεια κλπ).  Και εδώ πάλι καλούμαστε να διαχωρίσουμε την «εχθρική επιθετικότητα» από την «συντελεστική επιθετικότητα».  Δηλαδή, πότε ένα παιδί εσκεμμένα στοχεύει στο να προκαλέσει κακό ή βλάβη και πότε οι επιθετικές συμπεριφορές είναι ναι μεν επιζήμιες αλλά χρησιμοποιούνται ως μέσο για την επίτευξη κάποιου «άκακου» στόχου. 

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να διαχωρίσω την παιδική επιθετικότητα από μορφές αποκλίνουσας συμπεριφοράς.  Αποκλίνουσες συμπεριφορές είναι οι αντικομφορμιστικές, οι επαναστατικές και οι παραβατικές συμπεριφορές.  Συχνά επικρατεί σύγχυση και μπέρδεμα με τους όρους αυτούς και πολλές μορφές παιδικής (αλλά κυρίως νεανικής και εφηβικής) επιθετικότητας μπαίνουν κάτω από την ομπρέλα της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς.  Η παραβατική συμπεριφορά συνιστά παράβαση νόμου, παράβαση νομικών κανόνων (π.χ κλοπή, κατοχή και χρήση ναρκωτικών ουσιών, σωματική βλάβη, βανδαλισμοί, απειλή, οπλοκατοχή κλπ) οι οποίοι τιμωρούν τους δράστες / παραβάτες για τις πράξεις τους αυτές.  Έχει καθιερωθεί να χρησιμοποιείται ο όρος «παραβατικός» για τους ανήλικους ενώ ο όρος «εγκληματίας» για τους ενήλικες.  Ενώ, λοιπόν, οι ανήλικοι γνωρίζουν ότι παραβαίνουν νόμους και κανόνες, γνωρίζουν ότι οι παραβάσεις αυτές τιμωρούνται, δεν αποκαλούνται «εγκληματίες» επειδή η λέξη από μόνη της είναι αρνητικά φορτισμένη και όχι τόσο κοινωνικά αποδεκτή για την συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα.

Η παιδική επιθετικότητα, όπως περιγράφηκε πιο πάνω, είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο και αναμενόμενο κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας αφού είναι μέρος της ωριμότητάς των παιδιών, της αλληλεπίδρασής τους, της κοινωνικοποίησής τους, της ανάπτυξης της υπευθυνότητάς τους, της οριοθέτησης και της πειθαρχίας τους.  Η παιδική επιθετικότητα μπορεί να εξελιχθεί σε «δυσλειτουργική», «αντικοινωνική», «εχθρική» όταν αυξηθεί σε συχνότητα, ένταση, διάρκεια, όταν η πρόθεση είναι να προκληθεί βλάβη στο άλλο άτομο ή όταν χαθεί ο αίσθημα του αυτοελέγχου.

ΤΗΣ ΝΑΣΙΑΣ ΤΡΙΓΩΝΑΚΗ ΠΑΥΛΟΥ PhD*

*Λειτουργός Υπηρεσίας Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας ΥΠΠΑΝ

ΠΗΓΗ

Μεγαλώνοντας σε μια δυσλειτουργική οικογένεια

Παγκόσμια Ημέρα Οικογένειας: Τι είναι «οικογένεια» μέσα από τα μάτια των  παιδιών - Mothersblog.gr
πηγη


Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι με το που θα φύγουν από το πατρικό τους σπίτι, όλα τα προβλήματα και οι δυσκολίες που αντιμετώπιζαν θα εξαφανιστούν.  Πολλοί αντιλαμβάνονται αντιθέτως, ότι ακόμα κι αν φύγουν από την οικογένειά τους, παρόμοια προβλήματα και ίδιες συμπεριφορικές συνήθειες θα τους ακολουθούν και μετά.  Σε έναν ιδανικό κόσμο, τα παιδιά θα πρέπει να μεγαλώνουν σε μια οικογένεια που τους κάνει να αισθάνονται άξια και ευτυχισμένα, σε μια οικογένεια όπου οι βιολογικές, μαθησιακές και συναισθηματικές ανάγκες καλύπτονται σε τέτοιο βαθμό που τα παιδιά μπορούν να αναδείξουν τα χαρίσματα, τις ικανότητες και τα ταλέντα τους.  Σε μια οικογένεια όπου μπορούν να μιλήσουν ανοιχτά χωρίς αρνητική κριτική και φόβο.  Σε μια οικογένεια που υποστηρίζει και ενισχύει το διάλογο και τις υγιείς ψυχικές στάσεις.  Σε τέτοιες οικογένειες τα παιδιά μεγαλώνουν και γίνονται υγιείς και σταθεροί ενήλικες, συναισθηματικά επαρκείς και ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους.

Στην αντίθετη περίπτωση, τα παιδιά που μεγαλώνουν σε δυσλειτουργικά οικογενειακά περιβάλλοντα, μεγαλώνουν και γίνονται φοβισμένοι ενήλικες, δυστυχισμένοι, άβουλοι, με χαμηλό δείκτη αυτοεκτίμησης και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μεταφέρουν αυτά που ανεπαρκώς τους δίδαξαν οι γονείς τους στα δικά τους παιδιά.

Σε ποιες οικογένειες αναφέρεται η ψυχολογία όταν χρησιμοποιεί τον όρο «δυσλειτουργικές»;  Είναι οι οικογένειες όπου

  • Ένας ή και οι δυο γονείς είναι εξαρτημένοι από ναρκωτικές ουσίες / τζόγο
  • Ένας ή και οι δυο γονείς είναι θύματα ή θύτες ενδοοικογενειακής βίας.  Εδώ ανήκουν και οι οικογένειες των οποίων τα μέλη ζουν υπό τη συνεχή απειλή βίας και υπάρχει έντονος εκφοβισμός από το ένα μέλος προς το άλλο
  • Ένας ή και οι δυο γονείς κακοποιούν ή και παραμελούν τα ανήλικα μέλη
  • Ένας ή και οι δυο γονείς εκθέτουν τα ανήλικα μέλη της οικογένειας σε γονεοποιημένο ρόλο πχ η μικρή κόρη είναι η νοσοκόμα της άρρωστης μαμάς και δεν της επιτρέπεται να πάει σχολείο
  • Ένας ή και οι δυο γονείς απειλούν τα ανήλικα μέλη με απομάκρυνση βασικών αναγκών πχ στέρηση φαγητού ή στέρηση καθαρών ρούχων ή τα παιδιά φοράνε μικρότερο νούμερο παπούτσια γιατί οι γονείς τιμωρητικά δεν τους αγοράζουν άλλα
  • Ένας ή και οι δυο γονείς επιβάλλουν αυστηρές θρησκευτικές, πολιτικές, προσωπικές στάσεις / απόψεις οι οποίες καθηλώνουν τα μέλη της οικογένειας και τους στερούν την κοινωνικοποίηση, την ελευθερία του λόγου, την αυτονομία και την ανεξαρτησία της εμπειρίας και της γνώσης

Υπάρχει διαφοροποίηση στην ένταση και στη συχνότητα που οι πιο πάνω δυσλειτουργίες εμφανίζονται σε κάθε οικογένεια και το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο όταν δυσλειτουργικές συμπεριφορές είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.  Η επίδραση αυτών των δυσλειτουργικών συμπεριφορών είναι μεγάλη κυρίως στα ανήλικα μέλη επειδή

  • Τα παιδιά καλούνται να πάρουν το μέρος του ενός γονιού, να συμμαχήσουν με τον έναν γονιό έναντι του άλλου
  • Τα παιδιά λαμβάνουν διπλά και συχνά αντικρουόμενα μηνύματα και πολλές φορές άλλα λέγονται και άλλα γίνονται με αποτέλεσμα τα παιδιά να μην ξέρουν ποια η είναι η αλήθεια και ποια δεν είναι
  • Τα παιδιά μπορεί να παραμελούνται αφού οι ενήλικες ασχολούνται με τα δικά τους προβλήματα
  • Οι γονείς μπορεί να φτάνουν στα άκρα και τη μια να είναι προστατευτικοί ενώ την άλλη αδιάφοροι, τη μια να είναι επικριτικοί και την άλλη να μην έχουν άποψη ή γνώμη για τα πεπραγμένα, τη μια να είναι πειθαρχημένοι και να βάζουν όρια και κανόνες και την άλλη να μην τους εφαρμόζουν – η πλήρης σύγχυση
  • Τα παιδιά μπορεί να μην είναι ισότιμα και οι γονείς να δείχνουν την προτίμησή τους απέναντι στο ένα παιδί και όχι στο άλλο, ανάλογα με την περίσταση και τα συμφέροντα των ίδιων των γονιών
  • Τα παιδιά μπορεί να απομονώνονται από φίλους και συγγενείς για να μην μιλήσουν και πουν αυτά που συμβαίνουν στην οικογένειά τους – οι γονείς φοβούνται να μην εκτεθούν στην γειτονιά, στην κοινότητα ή και στους υπόλοιπους συγγενείς και αποκόπτουν κάθε μορφή επικοινωνίας
  • Σε πολύ ακραίες καταστάσεις δυσλειτουργίας, υπάρχουν παιδιά που είναι εκτεθειμένα στα ναρκωτικά, στην πορνεία, στη βία, παιδιά που είναι κλειδωμένα στο σπίτι και δεν πηγαίνουν καν στο σχολείο για να μην αποκαλυφθούν τα μυστικά της οικογένειας
  • Τα παιδιά είναι εκτεθειμένα σε κάθε μορφή βίας

Μεγαλώνοντας σε μια δυσλειτουργική οικογένεια, τα παιδιά γίνονται ενήλικες που δεν εμπιστεύονται τον κόσμο.  Ενήλικες που δύσκολα δημιουργούν υγιείς σχέσεις.  Ενήλικες που δεν πιστεύουν στον εαυτό τους.  Ενήλικες που ερμηνεύουν τον κόσμο με άλλον, αλλοιωμένο τρόπο, δικαιολογώντας και «κανονικοποιώντας» τις δυσλειτουργικές συμπεριφορές πχ «δεν έτρωγα πολύ ξύλο, αυτό δεν ήταν κακοποίηση, απλά προσπαθούσε να γίνω καλός άνθρωπος» ή «ο μπαμπάς δεν ήταν βίαιος, έτσι ήταν ο χαρακτήρας του» ή «η μαμά δεν ήταν αλκοολική, αγαπούσε πολύ την μπύρα και ήταν χαρούμενη όταν έπινε λίγο παραπάνω».  Το να δικαιολογείς βίαιες και λανθασμένες συμπεριφορές, σε κάνει λιγότερο υπεύθυνο για αυτές και οι τύψεις και οι ενοχές που σε κατακλύζουν, είναι πιο υποφερτές.  Σίγουρα τα παιδιά που μεγαλώνουν σε δυσλειτουργικές οικογένειες ξέρουν ότι αυτό δεν είναι «σωστό» ούτε «φυσιολογικό».  Φαίνεται όμως ότι για να επιβιώσουν και για να συνεχίσουν να ζουν, αναπτύσσουν άλλους μηχανισμούς άμυνας και προστασίας του εαυτού και φαίνονται λιγότερο ευάλωτα σε μια προσπάθεια αυτο-ρύθμισης και αυτο-συντήρησης.

Πολλά παιδιά που μεγαλώνουν σε δυσλειτουργικές οικογένειες περιμένουν «το πράσινο φως» της αλλαγής από τους ίδιους τους προβληματικούς γονείς τους.  Φοβούνται να αλλάξουν το ο,τιδήποτε γιατί δεν ξέρουν πώς θα αντιδράσουν οι γονείς τους και πολλές φορές το γνωστό είναι πιο ασφαλές από το άγνωστο.  Από την άλλη, οι γονείς σε τέτοιες οικογένειες, δεν θέλουν να δουν αλλαγές κυρίως από τα παιδιά τους γιατί και οι ίδιοι δεν είναι σίγουροι για το αποτέλεσμα ή δεν γνωρίζουν την ζωή αλλιώς.  Άρα τόσο τα παιδιά όσο και οι γονείς φαίνεται πως έχουν «βολευτεί» μέσα σε έναν φαύλο κύκλο παθολογικών σχέσεων και αρνητικών συμπεριφορών και δεν ξέρουν / δεν θέλουν / δεν μπορούν να βγουν από αυτόν. 

Όταν τα παιδιά γίνουν ενήλικες και αναγνωρίσουν τα βιώματα και τα ψυχικά τραύματά τους ως ανεπιθύμητα πλέον, θα μπορέσουν να κάνουν βήματα αλλαγής.  Οι ενήλικες που μεγάλωσαν σε δυσλειτουργικές οικογένειες

  • Σταματούν να ψάχνουν την τελειότητα, σταματούν να προσπαθούν να κάνουν τους γονείς τους τέλειους
  • Σταματούν να προσπαθούν να αλλάξουν τους άλλους, αντιλαμβάνονται ότι τον μόνο που μπορούν να αλλάξουν είναι τον εαυτό τους
  • Αναγνωρίζουν ότι δεν μπορούν να ξεχάσουν, οι αναμνήσεις θα τους ακολουθούν όλη τους την ζωή και μαθαίνουν να ζουν με αυτές
  • Μαθαίνουν να βάζουν όρια στις σχέσεις με τα άλλα μέλη της οικογένειας – αν δεν θέλεις να επισκεφτείς τη μητέρα σου, μην το κάνεις τώρα, περίμενε μια πιο κατάλληλη στιγμή
  • Μαθαίνουν να μην υποκύπτουν σε κοινωνικές εντολές και κοινωνικά στερεότυπα («δεν είσαι καλός γιός, πότε πήγες να δεις τον πατέρα σου για τελευταία φορά;» ή «να μείνει μαζί σου η αδερφή σου, δεν έχει δουλειά και δεν τα βγάζει πέρα, αν δεν την φροντίσεις εσύ, ποιος θα την φροντίσει;» κλπ)
  • Μαθαίνουν να παίρνουν την ευθύνη για την αλλαγή που θέλουν οι άλλοι να δουν σε αυτούς, μαθαίνουν να παίρνουν την ευθύνη των λόγων και των πράξεων τους

Εύκολα τα λέμε αλλά δύσκολα γίνονται.  Η κοινωνία και οι θεσμοί της δεν αφήνουν τα παιδιά να ξεφύγουν εύκολα από άγραφους κανόνες και δυσλειτουργικά κατεστημένα. Όσο κι αν πιστεύουμε ότι οι νεότερες γενιές αποτελούνται από μορφωμένα, αυτόνομα και ανεξάρτητα άτομα, η διαφοροποίηση του εαυτού από την οικογένεια χρήζει θεραπευτικής παρέμβασης από ειδικούς ψυχικής υγείας και απαιτεί επένδυση του ατόμου σε χρόνο, χρήμα και ψυχική ευελιξία. 

ΤΗΣ ΔΡΟΣ ΝΑΣΙΑΣ ΤΡΙΓΩΝΑΚΗ-ΠΑΥΛΟΥ PhD

*Λειτουργός Υπηρεσίας Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας / ΥΠΠΑΝ

ΠΗΓΗ

 

Τύποι Γονέων και Συμπεριφορά Παιδιών και Εφήβων

Παιδί Archives - ΓN Ηρακλείου Βενιζέλειο
πηγη


Πριν από χρόνια, ο Γάλλος ψυχίατρος Andre Berge είχε πει ότι ενώ όλοι οι άνθρωποι λαμβάνουν σχετική εκπαίδευση για το επάγγελμα που θα εξασκήσουν, δεν εκπαιδεύονται για τα δύο πιο σημαντικά επαγγέλματα: του γονέα και του πολιτικού.  Κατά πόσον όμως είναι επάγγελμα το να είναι κάποιος γονιός;

Ίσως ο όρος «επάγγελμα» ξενίζει. Στο γονικό ρόλο θα μπορούσαν σίγουρα να αποδοθούν πολλοί και διαφορετικοί προσδιορισμοί. Ο όρος «επάγγελμα» αναδεικνύει τη σοβαρότητα και την υπευθυνότητα που απαιτείται από ένα γονιό κατά την άσκηση του ρόλου του, ενός ρόλου για την άσκηση του οποίου τυπικά δεν απαιτείται κανενός είδους προπαρασκευή ή γνώσεις.

Το «επάγγελμα» του γονιού «μαθαίνεται» σαφώς μέσα από την καθημερινή πρακτική, κυρίως μέσα από τα λάθη, αρκεί φυσικά ένας γονιός να έχει επίγνωση των «λαθών» του. Πριν όμως γίνει κάποιος γονιός, έχει ήδη κάποιες διαμορφωμένες αντιλήψεις και απόψεις σχετικά με το μεγάλωμα ενός παιδιού, που διαμορφώνονται από τις μνήμες και τα βιώματα που έχει από τη δική του οικογένεια προσανατολισμού, από τη συναναστροφή του με άλλους γονείς, καθώς και από τα δικά του διαβάσματα, τις δικές του γνώσεις γενικά, αλλά και από τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές και πολιτισμικές συνθήκες στις οποίες ένας γονιός ζει. Πέρα από την καθημερινή πρακτική, ωστόσο, το «επάγγελμα» του γονιού «μαθαίνεται» μέσα από τη συμμετοχή σε μια ομάδα Σχολής Γονέων, όπου παρέχεται τόσο η κατάλληλη ενημέρωση / πληροφόρηση στους γονείς (ανάλογα με το εξελικτικό στάδιο του παιδιού τους), όσο και η απαραίτητη συμβουλευτική μέσα από την ομαδική διαδικασία. Έτσι οι γονείς ενδυναμώνονται στην άσκηση του ρόλου τους, νιώθουν πιο ασφαλείς, πιο σίγουροι και γίνονται πιο θετικοί και αισιόδοξοι. 

Είναι πραγματικά ελπιδοφόρο ότι οι γονείς μπορούν να αλλάξουν την οπτική τους, τις αντιλήψεις και τις στάσεις τους και να τις διαφοροποιήσουν από εκείνη των δικών τους γονιών. Ακόμα κι όταν οι δικοί τους γονείς αποτελούν ένα λαμπρό παράδειγμα, εκείνοι, ως γονείς οφείλουν να διαγράψουν τη δική τους ξεχωριστή πορεία, αποκτώντας τη δική τους ξεχωριστή ταυτότητα. Συχνά, όμως, η συμπεριφορά των δικών τους γονιών δεν αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση, αλλά προς αποφυγή. Είναι σημαντικό, όταν γίνεται κάποιος γονιός, να μπορεί να κάνει συνειδητές επιλογές και να παίρνει αποφάσεις που απορρέουν από τις δικές του αρχές και αξίες.

Καλός ή κακός γονιός δεν υπάρχει. Πιο δόκιμος είναι ο όρος «αποτελεσματικός γονιός», ή «αρκετά καλός γονιός». Πρόκειται για το δημοκρατικό τύπο γονέα, καθώς και για κείνον που επιδιώκει να γίνει «συναισθηματικός μέντορας». Τέλειος ή ιδανικός γονιός δεν υπάρχει, έτσι κι αλλιώς. «Καλός» γονιός λοιπόν είναι ο δημοκρατικός γονιός, αυτός που αποδεικνύεται αποτελεσματικός για τον ίδιο και το παιδί του. Βεβαίως, κατά πόσο κάποιος είναι αποτελεσματικός, κρίνεται εκ του αποτελέσματος! Η καθημερινή αλληλεπίδραση με το παιδί μπορεί να αναδείξει πολλές δυνάμεις αλλά και πάμπολλες αδυναμίες.

 

«Καλός» γονέας, είναι ο γονιός που αποκομίζει ευχαρίστηση από το ρόλο του, που ικανοποιεί τόσο τις ανάγκες του παιδιού του, όσο και τις δικές του ανάγκες για να υπάρχει μια όσο το δυνατόν ισόρροπη και παραγωγική σχέση. «Καλός» γονέας είναι – όπως προανέφερα - ο δημοκρατικός γονέας. Όπως είναι αυτονόητο, «κακός» γονέας είναι ο γονιός που δεν ακολουθεί το δημοκρατικό τρόπο διαπαιδαγώγησης. Για παράδειγμα, ένας γονιός που δεν ακούει το παιδί του, ή που μόνο το ακούει, χωρίς να το καθοδηγεί, δεν αποδεικνύεται αποτελεσματικός.

Σύμφωνα με την τυπολογία της Baumrind (η οποία διαφοροποιήθηκε και από άλλους μελετητές), οι γονείς διακρίνονται σε: αυταρχικούς, ανεκτικούς-επιεικείς, ανεκτικούς-αδιάφορους και δημοκρατικούς.

Τα δυο βασικά κριτήρια ως προς την παραπάνω κατηγοριοποίηση είναι ο βαθμός απαιτήσεων που οι γονείς έχουν από τα παιδιά και ο βαθμός ανταπόκρισης που επιδεικνύουν στις ανάγκες τους. Τα παραπάνω κριτήρια επελέγησαν διότι μετά από σχετικές αναλύσεις αποδείχτηκε ότι αποτελούν τις βασικές παραμέτρους διαμόρφωσης του γονικού ρόλου. 

Ο αυταρχικός τύπος γονέα ίσως μοιάζει παρωχημένος, όμως δυστυχώς συναντάται και σήμερα. Είναι οι γονείς που κάνουν χρήση αυστηρού ελέγχου, έχουν πάρα πολλές απαιτήσεις από το παιδί, χωρίς να το στηρίζουν συναισθηματικά και είναι τιμωρητικοί. Είναι απόλυτοι και δίνουν μεγάλη σημασία στην υπακοή. Δε συζητούν, απλώς αναγκάζουν άμεσα ή έμμεσα το παιδί να ακολουθήσει τις επιθυμίες και τις οδηγίες τους. Επιδεικνύουν σεβασμό στην εργατικότητα και τη σκληρή προσπάθεια (όταν επιφέρει θετικό αποτέλεσμα) και έχουν ιδιαίτερο άγχος όσον αφορά στην κοινωνική σύγκριση. Θέλουν το παιδί τους να πρωτεύει και μονίμως συγκρίνουν την επίδοσή του με εκείνη άλλων παιδιών.

Πιθανότατα πρόκειται για το γονιό που έχει ο ίδιος τύχει μιας αντίστοιχης διαπαιδαγώγησης από τους δικούς του γονείς, ή για ένα γονιό που είχε ιδιαιτέρως ανεκτικούς γονείς, οπότε κινήθηκε πολωτικά προς το άλλο άκρο. Σίγουρα πρόκειται για ένα γονέα με ψυχικά ελλείμματα που χρειάζεται να γνωρίζουμε την προσωπική του ιστορία για να αποφανθούμε. Ας έχουμε επίσης κατά νου ότι με τη σύγχρονη έννοια του όρου «αυταρχικός» δε σκιαγραφούμε μόνο το γονιό που κακοποιεί σωματικά το παιδί του. Μπορεί κάλλιστα να απαξιώνει το παιδί του με τη στάση του, με έναν έμμεσο τρόπο. Σε μία σχετική έρευνα που έχει διεξαχθεί από τις Σχολές Γονέων, τα πρώτα αποτελέσματα παρουσιάζουν τους γονείς ανωτάτου μορφωτικού επιπέδου πιο αυταρχικούς από τους γονείς που ανήκουν στους υπόλοιπους τύπους.

Τα παιδιά με αυταρχικούς γονείς δεν είναι ευχαριστημένα με τον εαυτό τους. Δυσκολεύονται να θέσουν στόχους και παραιτούνται εύκολα από την προσπάθειά τους. Είναι συνήθως παιδιά εσωστρεφή και αποσυρμένα, φοβισμένα και αγχώδη. Δυσκολεύονται να εμπιστευτούν τους άλλους και διακρίνονται από χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Ο ανεκτικός-επιεικής γονέας επιδεικνύει ιδιαίτερη ζεστασιά και είναι πολύ στοργικός με το παιδί του, δυσκολεύεται όμως ιδιαίτερα στην άσκηση ελέγχου. Συζητά υπερβολικά με το παιδί, χωρίς να θέτει όρια. Έχει εξαιρετικά λίγες απαιτήσεις από το παιδί του όσον αφορά στις δουλειές του σπιτιού και στη διατήρηση της τάξης. Αποδέχεται τις παρορμήσεις του παιδιού του και τα οποιαδήποτε «θέλω» του. Είναι ο γονέας που δυσκολεύεται ιδιαίτερα να πει «όχι» στο παιδί του.

Συχνά παρατηρούμε ότι οι γονείς ακολουθούν αυτό το είδος διαπαιδαγώγησης γιατί πιστεύουν ότι αυτό είναι το καλύτερο για το παιδί τους. Μπορεί να μεγάλωσαν οι ίδιοι με αυταρχικούς γονείς, οπότε πηγαίνουν προς το άλλο άκρο. Μπορεί να διακατέχονται από υπερβολικό άγχος ως προς το ρόλο τους, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε σύγχυση και να μην μπορούν να θέσουν όρια. Συχνά επίσης παρατηρούμε το φαινόμενο της «εξαργύρωσης» της έλλειψης κοινού χρόνου με το παιδί με παραπανήσια ανοχή, επιείκεια και υπερβολικές υλικές παροχές ή προνόμια προς το παιδί τους.

Τα αποτελέσματα της συμπεριφοράς του στο παιδί δεν είναι σε καμία περίπτωση αντίστοιχα των προσδοκιών του. Το παιδί όχι μόνο δεν αποκτά υψηλή αυτοεκτίμηση, αλλά αντιθέτως, χαρακτηρίζεται από χαμηλή αυτοεκτίμηση. Δυσκολεύεται να στηριχθεί στις δυνάμεις του, είναι παρορμητικό και επιδεικνύει επιθετική συμπεριφορά. Επειδή έχει μάθει να του παρέχουν τα πάντα, είναι ελάχιστα διερευνητικό και έχει πολύ μικρό αυτοέλεγχο.

Ο ανεκτικός-αδιάφορος γονιός αποτελεί μια πιο αρνητική εκδοχή του ανεκτικού γονέα. Ο γονιός αυτός δεν ασκεί ούτε έλεγχο στο παιδί του, ούτε ανταποκρίνεται στις ανάγκες του. Απορρίπτει και αγνοεί το παιδί. Αφήνει το παιδί να ενεργήσει όπως επιθυμεί. Η ενέργεια που καταναλώνεται και ο χρόνος που δαπανάται στην αλληλεπίδρασή τους με το παιδί είναι τα ελάχιστα. Συχνά πρόκειται για γονείς που παραμελούν τα παιδιά τους.     

Υπάρχουν φορές που οι γονείς αυτοί παρουσιάζουν κατάθλιψη και συμπεριφέρονται με τον τρόπο αυτό στα παιδιά τους γιατί νιώθουν συντετριμμένοι από τα δικά τους προβλήματα.

Δυστυχώς, οι έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά αυτά τα καταφέρνουν χειρότερα από τα παιδιά των γονέων που ανήκουν στους υπόλοιπους τύπους. Χαρακτηρίζονται από αντικοινωνική και επιθετική συμπεριφορά, από προβλήματα εσωτερίκευσης και εξωτερίκευσης, από πολύ μικρό αυτοέλεγχο και η επίδοσή τους σε γνωστικού τύπου δοκιμασίες είναι πιο χαμηλή. Ως έφηβοι, κινδυνεύουν περισσότερο από άλλους εφήβους να υιοθετήσουν παραβατική συμπεριφορά.

 

Ο δημοκρατικός γονέας έχει μεν απαιτήσεις από το παιδί του, αλλά ανταποκρίνεται και στις ανάγκες του. Οι δημοκρατικοί γονείς ασκούν έλεγχο στο παιδί τους αλλά με έναν ευέλικτο τρόπο και με σταθερότητα. Ενθαρρύνουν την αυτονόμηση του παιδιού, αλλά θέτουν όρια στη συμπεριφορά του. Οι απαιτήσεις τους από το παιδί διαμορφώνονται ανάλογα με την ηλικία και τις ιδιαιτερότητές του. Συζητούν πολύ με το παιδί τους. Επιδεικνύουν υψηλό βαθμό ζεστασιάς και στοργής. Ξέρουν ν’ ακούν το παιδί τους, διακρίνονται από επικοινωνιακές δεξιότητες. Θεωρούν ότι οι διακριτοί ρόλοι και η ύπαρξη ιεραρχίας είναι απαραίτητα στοιχεία για την καλή λειτουργία της οικογένειας.

Ο δημοκρατικός γονέας έχει σημαντική επίγνωση του ρόλου του και των δυσκολιών του ρόλου αυτού. Είναι ο γονιός που μέσα από τη συμμετοχή του σε μια ομάδα Σχολής Γονέων προσπαθεί να ισορροπήσει την ικανοποίηση των αναγκών του και του παιδιού του. Είναι ο γονιός που έχει αποδεχθεί την μη ύπαρξη του «τέλειου» γονιού και που βρίσκει το θάρρος να την αποδεχθεί. Ο γονιός που δεν εφησυχάζει, αλλά βρίσκεται σε μια πορεία διαρκούς αναζήτησης και αφουγκρασμού του παιδιού του και της εποχής του αναζητά ένα δημοκρατικό μοντέλο διαπαιδαγώγησης.

Το παιδί με δημοκρατικούς γονείς γίνεται ανεξάρτητο και μαθαίνει να στηρίζεται στις δυνάμεις του. Έχει αυτοέλεγχο, είναι διερευνητικό και είναι ευχαριστημένο με τον εαυτό του. Λειτουργεί πιο αποτελεσματικά και στο γνωστικό τομέα σε σχέση με τα άλλα παιδιά και θέτει στόχους. Επίσης, είναι πιο συνεργατικό, μπορεί να λειτουργεί ομαδικά και απολαμβάνει τη συμμετοχή του σε οποιαδήποτε ομαδική δραστηριότητα. 

ΠΗΓΗ

 

 

Τι είναι η Επιλεκτική Αλαλία ή Βωβότητα και πώς αντιμετωπίζεται;

a_shy_kid_by_samiatay-d6vxvos.jpg
πηγη


Η επιλεκτική αλαλία (selective mutism) είναι μια σπάνια αλλά πολύπλοκη αναπτυξιακή διαταραχή, η οποία έχει περιγραφεί και ερευνηθεί περιοδικά τα τελευταία 125 χρόνια. Χαρακτηρίζεται από την ανικανότητα του παιδιού να μιλήσει και να επικοινωνήσει αποτελεσματικά σε επιλεγμένες κοινωνικές καταστάσεις, όπως το σχολείο, ενώ παρεμποδίζει σημαντικά τα επιτεύγματα στην εκπαίδευση και την απασχόληση. Τα παιδιά με επιλεκτική αλαλία μιλάνε ελεύθερα σε ένα μικρό αριθμό ατόμων, με τους οποίους αισθάνονται άνετα ή όταν βρίσκονται σε οικεία περιβάλλοντα ή καταστάσεις.

Συνήθως μιλάνε στα μέλη της οικογένειας τους στο σπίτι όταν δεν είναι κανένας άλλος παρόν και αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη δυσκολία στο σχολείο, το οποίο αποτελεί ένα περιβάλλον γεμάτο άγνωστους ανθρώπους. Παρόλα αυτά, τα μοτίβα επικοινωνίας μπορεί να ποικίλουν και να διαφέρουν από παιδί σε παιδί. Μερικές φορές μπορεί να μη μιλάνε σε κάποια μέλη της οικογένειας μέσα στο σπίτι και σπανιότερα μπορεί ένα παιδί να μιλάει στο σχολείο αλλά όχι στο σπίτι. Στις περιπτώσεις εκείνες, όπου το παιδί ξαφνικά σταματάει να μιλάει γενικώς σε όλα τα πλαίσια δε μιλάμε για επιλεκτική, αλλά για υστερική αλαλία, η οποία εμφανίζεται σπανιότερα και είναι πιο σοβαρή.

Η επιλεκτική βωβότητα είναι εξαιρετικά επίπονη για το παιδί. Τα παιδιά και οι έφηβοι με τη διαταραχή αυτή βιώνουν υπερβολικό άγχος στις κοινωνικές καταστάσεις, στις οποίες καλούνται να μιλήσουν και να αλληλεπιδράσουν με άλλους ανθρώπους. Πολλά από αυτά εμφανίζουν και κοινωνική φοβία, ενώ έχουν αναφερθεί επίσης η κατάθλιψη, η ενούρηση, η εγκόπριση, η υπερκινητικότητα και τα μυοσπάσματα (τικ) ως συνοδά προβλήματα της επιλεκτικής αλαλίας. Ωστόσο δεν αντιδρούν όλα τα παιδιά με τον ίδιο τρόπο. Κάποια παιδιά δυσκολεύονται να επικοινωνήσουν με τον οποιοδήποτε σε ένα κοινωνικό πλαίσιο και συχνά όταν κάποιος τους απευθύνει το λόγο ή τα πλησιάσει δείχνουν τρομαγμένα, παγώνουν, μένουν ακίνητα ή τρέμουν. Κάποια άλλα μπορεί να ψιθυρίζουν ή να μιλάνε σε μεμονωμένα άτομα, ενώ αδυνατούν να μιλήσουν με τους δασκάλους τους ή τους περισσότερους συνομηλίκους.

Τα περισσότερα όμως παιδιά αντί να επικοινωνούν με το συνήθη λεκτικό τρόπο, μπορεί να χρησιμοποιούν χειρονομίες, νεύματα ή κλίσεις του κεφαλιού για να εκφράσουν τις επιθυμίες τους. Επίσης, μπορεί να τραβούν και να σπρώχνουν τα άτομα των οποίων θέλουν να προσελκύσουν την προσοχή. Σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιούν μονοσύλλαβες, σύντομες φράσεις ή φράσεις που χαρακτηρίζονται από μονοτονία ή από αλλοιωμένη φωνή. Η επιλεκτική αλαλία έχει σημαντικά αρνητικές επιδράσεις και στα άτομα που βρίσκονται κοντά στο παιδί, ιδιαίτερα στους γονείς και στους δασκάλους, οι οποίοι αποθαρρύνονται και τρομάζουν όταν οι προσπάθειες τους να αλληλεπιδράσουν με το παιδί αποτυγχάνουν. Μερικές φορές φοβούνται να παρέμβουν μη τυχόν και κάνουν την κατάσταση χειρότερη. Γενικώς, η επιλεκτική αλαλία είναι μια εξαιρετικά αγχογόνος και οδυνηρή κατάσταση, η οποία όσο πιο σύντομα αντιμετωπιστεί τόσο το καλύτερο.

Πώς κάποιο παιδί αναπτύσσει επιλεκτική αλαλία;

Είναι δύσκολο να εντοπίσουμε τα αίτια της επιλεκτικής αλαλίας. Πρόκειται μάλλον για μια πολυπαραγοντική διαταραχή, όπου συνδυασμός αιτιών συμβάλουν στην εμφάνιση της. Θα λέγαμε ότι υπάρχουν κάποιοι προδιαθεσικοί παράγοντες, οι οποίοι υπό τις κατάλληλες συνθήκες και μετά από κάποιο τραυματικό γεγονός θα οδηγήσουν σε αυτή. Επίσης η ενίσχυση, που μπορεί να δοθεί στα παιδιά αυτά θα διατηρήσει το πρόβλημα σε βάθος χρόνου.

Τέτοιοι προδιαθεσιακοί παράγοντες μπορεί να είναι:

  • Η ύπαρξη κάποιας δυσκολίας στο λόγο ή την ομιλία
  • Υπερβολικό άγχος στο παιδί
  • Το να είναι μέλη κάποιας μειονότητας
  • Προέλευση από οικογένειες οι οποίες έχουν ιστορικό ντροπαλότητας, επιλεκτικής αλαλίας ή κάποιας άλλης ψυχιατρικής ασθένειας.
  • Η ύπαρξη δυσλειτουργικών μοντέλων επικοινωνίας μέσα στην οικογένεια.
  • Η γεωγραφική ή κοινωνική απομόνωση.

Τραυματικά γεγονότα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν και να οδηγήσουν στη διαταραχή μπορεί να είναι κάποια απώλεια, θάνατος, διαζύγιο γονέων, κάποια μετακόμιση ή μετανάστευση, η είσοδος του παιδιού στο σχολείο, αρνητικά σχόλια και πειράγματα από συμμαθητές ή άλλους ενηλίκους, η επίγνωση από το παιδί της δυσκολίας του στο λόγο και την ομιλία κ.α. Η αυξημένη προσοχή και φροντίδα του παιδιού και η έλλειψη έγκαιρης και κατάλληλης βοήθειας μπορεί να ενισχύσουν και να επιτείνουν το πρόβλημα.

Η παρέμβαση θα πρέπει να είναι εξατομικευμένη και στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτείται συνδυασμός θεραπευτικών μεθόδων καθώς και συνεργασία γονέων, ειδικού και σχολείου. Οι στόχοι της παρέμβασης είναι η μείωση του άγχους του παιδιού, η ενίσχυση της αυτοεικόνας του και της κοινωνικής αυτοπεποίθησης και επικοινωνίας. Η έμφαση δεν πρέπει να τίθεται στο να κάνουμε το παιδί να μιλήσει. Αυτό θα αυξήσει το άγχος του και θα έχει μάλλον αρνητικά παρά θετικά αποτελέσματα. Με τη μείωση του άγχους, την ενδυνάμωση της αυτοεικόνας και τη χρήση διαφόρων τεχνικών που στόχο έχουν την ενίσχυση της κοινωνικής αλληλεπίδρασης και συμπεριφοράς, η επικοινωνία θα βελτιωθεί και προοδευτικά το παιδί θα οδηγηθεί από μη λεκτικές σε λεκτικές επικοινωνιακές αντιδράσεις.

Ιωάννα Κούρια, Ψυχολόγος - Οικογενειακή Θεραπεύτρια.

ΠΗΓΗ

22/11/23

Τι είναι η Τροποποίηση Συμπεριφοράς;

Δυσγραφία: Όταν το παιδί δυσκολεύεται να γράψει | Vita.gr
πηγη

 

Ο όρος «τροποποίηση της συμπεριφοράς», είναι η ανταμοιβή μιας καλής συμπεριφοράς.

 Δεδομένου ότι τα παιδιά στη πρώιμη παιδική ηλικία της ζωής τους δεν έχουν αναπτυχθεί γνωστικά αρκετά για να κατανοήσουν την έννοια της συνέπειας, είναι καλύτερα να ανταμείβεται η καλή συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να ενισχύεται η καλή συμπεριφορά και να αυτοματοποιείται.

Η τροποποίηση της συμπεριφοράς είναι ένα από τα πέντε βασικά είδη παιδικής πειθαρχίας. Βασίζεται σε μια βασική αρχή που καθοδηγεί πολλές στρατηγικές πειθαρχίας. Είναι μια αρκετά απλή διαδικασία που χρησιμοποιεί συμπεριφορική προσέγγιση για να εξηγήσει την επιστήμη πίσω από την αλλαγή συμπεριφοράς.

Όταν πρόκειται για πειθαρχία, οι γονείς μπορούν να εφαρμόσουν αυτή την αρχή, ενίσχυση για να ενθαρρύνουν την καλή συμπεριφορά ώστε να επαναληφθεί και την τιμωρία για να αποθαρρύνουν την αρνητική συμπεριφορά για να εξαλειφθεί.

Η τροποποίηση της συμπεριφοράς αποτελείται από τέσσερις κύριες συνιστώσες θετική ενίσχυση, αρνητική ενίσχυση, θετική τιμωρία και αρνητική τιμωρία. Είναι πιθανό ότι οι περισσότεροι γονείς χρησιμοποιούν κάποια από αυτά τα στοιχεία ως μέρος της στρατηγικής τους πειθαρχίας ήδη.

Η τροποποίηση της συμπεριφοράς είναι ένας πολύ καλός τρόπος για να αντιμετωπιστεί μια σειρά από δύσκολες συμπεριφορές. Μπορεί ιδιαίτερα να είναι αποτελεσματική σε παιδιά με ΔΕΠ-Υ, αυτισμό ή εναντιωματική/αντιθετική προκλητική διαταραχή.

Θετική τιμωρία

 

Η τιμωρία χρησιμοποιείται για να σταματήσουν οι αρνητικές/ακατάλληλες  συμπεριφορές. Αν και προκαλείται σύγχυση όταν αναφερόμαστε στη τιμωρία ως θετική, στην εξαρτημένη μάθηση, θετική σημαίνει πρόσθεση μιας επίπτωσης που θα αποτρέψει το παιδί από την επανάληψη της ακατάλληλης συμπεριφοράς. Φυσικά, όταν πρόκειται για πειθαρχία, είναι σημαντικό να γίνεται διάκριση μεταξύ συνέπειας και τιμωρίας.

 

Θετικές τιμωρίες είναι απαραίτητες για τη δημιουργία μια υγιούς πειθαρχίας, αλλά δεν πρέπει να βασιζόμαστε σε αυτές και μόνο. Όταν τα παιδιά λαμβάνουν θετική τιμωρία πάρα πολύ συχνά, μπορεί να αρχίσουν να επικεντρώνονται περισσότερο στην οργή προς τους γονείς τους για την τιμωρία αντί πραγματικά να μαθαίνουν από τα λάθη τους και να επικεντρώνονται στο πώς να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους.

 

Ειδικά παραδείγματα των θετικών τιμωρίας περιλαμβάνουν :

  • Οι γονείς δίνουν στο παιδί να κάνει επιπλέον δουλειές όταν εκείνο έχει πει ψέματα ότι καθάρισε το δωμάτιό του.
  • Ένας έφηβος θα αντιμετωπίσει φυσικές συνέπειες, όταν οι γονείς του τού επιτρέψουν να πάει στο σχολείο χωρίς να ετοιμάσει την εργασία του με αποτέλεσμα να μηδενιστεί.
  • Ένα παιδί «ορκίζεται» και οι γονείς του τού λένε να γράψει 100 φορές ότι δεν θα ορκιστεί ξανά

Ένα από τα πιο συχνά παραδείγματα θετικής τιμωρίας είναι το ξύλο. Υπάρχουν ποικίλλες έρευνες, οι οποίες αναφέρουν πως το ξύλο μπορεί να είναι επιβλαβές για τα παιδιά και να αυξήσει την επιθετικότητα αλλά και άλλα προβλήματα συμπεριφοράς. Σίγουρα υπάρχουν πολλοί εναλλακτικοί τρόποι που δεν συμπεριλαμβάνουν τη φυσική πειθαρχία.

 

Αρνητική τιμωρία

Η αρνητική τιμωρία στοχεύει στη καταστολή ή μείωση συμπεριφορών αφαιρώντας το επιθυμητό μετά από την εκδήλωση ακατάλληλης συμπεριφοράς. Οι περισσότεροι γονείς είναι εξοικειωμένοι με αυτό το είδος της τιμωρίας. Τέτοια παραδείγματα συμπεριλαμβάνουν:

  • Το μεγαλύτερο αδερφάκι χτυπάει το μικρότερο, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο να μην δει το αγαπημένό του κινούμενο σχέδιο.
  • Ο έφηβος δεν γυρίζει στην ώρα του σπίτι, οι γονείς κρατάνε το κινητό τηλέφωνο.

Πρέπει να σημειωθεί πως η έρευνα έχει δείξει πως οι θετικές συνέπειες είναι πιο ισχυρές από τις αρνητικές στην βελτίωση της συμπεριφοράς. Επομένως, προτείνονται οι θετικές συνέπειες να δοκιμάζονται πριν των αρνητικών.

 

Θετική ενίσχυση

 

Η ενίσχυση χρησιμοποιείται ως κίνητρο για την αύξηση μιας κατάλληλης συμπεριφοράς. Το κίνητρο (stimulus) μπορεί να είναι οτιδήποτε που αρέσει στο παιδί (π.χ. κινούμενο σχέδιο, παιχνίδι, φαγητό ή ενδυμασία) ή λεκτική ενίσχυση (π.χ. «Μπράβο»). Η θετική ενίσχυση λειτουργεί με την παρουσία του επιθυμητού αφότου εκδηλωθεί μια επιθυμητή συμπεριφορά, κάνοντας τη συμπεριφορά αυτή να εκδηλώνεται περισσότερο στο μέλλον.

 

Παραδείγματα θετικής ενίσχυσης:

 

  • Η μητέρα επιβραβεύει λεκτικά (θετικό κίνητρο) το παιδί της που ετοίμασε τα μαθήματα του (συμπεριφορά).
  • Το μικρό αγόρι λαμβάνει 5 ευρώ (θετικό κίνητρο) για κάθε Α που θα πάρει στον έλεγχο του σχολείου (συμπεριφορά).
  • Ο μπαμπάς δίνει στη κόρη του καραμέλες (θετικό κίνητρο) επειδή εκείνη τακτοποίησε τα παιχνίδια της (συμπεριφορά).

Χρησιμοποιείστε θετική ενίσχυση για να ενθαρρύνετε όποιες συμπεριφορές θέλετε το παιδί σας να επαναλάβει. Παραδείγματα τέτοιων συμπεριφορών μπορεί να είναι:

  • Καλοί τρόποι (π.χ. ευχαριστώ-παρακαλώ)
  • Περιμένοντας υπομονετικά
  • Ακολουθώντας οδηγίες
  • Η άμεση συμμόρφωση σε οποιοδήποτε αίτημα

Η θετική ενίσχυση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διαμόρφωση μιας συμπεριφοράς. Διαμορφώνοντας συμπεριφορές σημαίνει παρέχοντας θετική ενίσχυση για μικρά βήματα που το παιδί μπορεί να κάνει για να δουλέψει για μια καλή συμπεριφορά. Για παράδειγμα, αν θέλετε ο 5-χρονος γιος σας να φέρεται πιο υπεύθυνα, παρέχετε θετική ενίσχυση για μικρές εργασίες, όπως να τοποθετήσει το πιάτο του στο νεροχύτη ή να μαζέψει τα ρούχα του από το δάπεδο.

 

Αρνητική ενίσχυση

 

Η αρνητική ενίσχυση συμβαίνει όταν ένα συγκεκριμένο κίνητρο (συνήθως απωθητικό κίνητρο) έχει αποσυρθεί μετά από την εκδήλωση μιας συγκεκριμένης συμπεριφοράς. Η πιθανότητα εκδήλωσης αυτής της συμπεριφοράς ξανά στο μέλλον είναι αυξημένη λόγω της απόσυρσης της αρνητικής ενίσχυσης.

 

Η αρνητική ενίσχυση δεν πρέπει να θεωρηθεί ως διαδικασία τιμωρίας. Με την αρνητική ενίσχυση, αυξάνεται μια συμπεριφορά, αντιθέτως με τη τιμωρία, μειώνεται μια συμπεριφορά.

 

Τα παρακάτω είναι παραδείγματα αρνητικής ενίσχυσης:

  • Η Ελισάβετ πλένει τα πιάτα (συμπεριφορά) για να αποφύγει τη γκρίνια της μαμάς της.
  • Ο Παναγιώτης μπορεί να σηκωθεί από το τραπέζι (αρνητικό κίνητρο) όταν φάει 2 κομμάτια μπρόκολο (συμπεριφορά).

 


Σκεπτόμενοι την ενίσχυση, πάντα να θυμάστε πως το τελικό αποτέλεσμα είναι να προσπαθήσετε να αυξήσετε τη συμπεριφορά, εναντιθέτως η τιμωρητική διαδικασία χρησιμοποιείται στη μείωση συμπεριφοράς. Πάντα να θυμάστε, στη θετική ενίσχυση προσθέτουμε κάτι θετικό, ενώ στην αρνητική ενίσχυση απομακρύνουμε κάτι αρνητικό ώστε να αυξήσουμε την ανταπόκριση και στις δύο περιπτώσεις

πηγη

 

 

Παραγωγή Γραπτού Λόγου με Τεχνικές Καθοδήγησης

Ξέρετε τη διαφορά της δυσγραφίας από την κακογραφία;
ΠΗΓΗ

 

Τεχνικές καθοδήγησης παραγωγής γραπτού λόγου: εδώ εντάσσονται δραστηριότητες παραγωγής γραπτού λόγου μέσω των οποίων διαγράφονται τα τρία στάδια συγγραφής: το στάδιο του σχεδιασμού (προ-συγγραφικό), το στάδιο της παραγωγής μιας πρώτης εκδοχής (συγγραφικό) και το στάδιο της επεξεργασίας με στόχο τη βελτίωση και τη δημιουργία του τελικού κειμένου (μετα-συγγραφικό). 

Η Τεχνική των Εικόνων

Στο ζαχαροπλαστείο του κυρίου Αποστόλη.doc
Download File

Η Τεχνική των Επτά Ερωτήσεων

Μια σχολική εκδρομή.doc
Download File

Η Τεχνική των Γραφικών Αναπαραστάσεων

Στο χωριό.doc
Download File

Η Τεχνική των Φανταστικών Διωνύμων

Γάιδαρος και βάρκα.doc
Download File

Η Τεχνική της Αρχικής και Τελικής Πρότασης

Μια βόλτα στην κεντρική πλατεία της πόλης.doc
Download File

Η Τεχνική της Αρχικής και Τελικής Παραγράφου

Μια περιπέτεια στον δρόμο.doc
Download File

Η Τεχνική των Συσχετιζόμενων Λέξεων

Ένα ατύχημα με το ποδήλατο.doc
Download File

Η Τεχνική της Κειμενικής Υπερδομής

Μια καταιγίδα στην παραλία.doc
Download File

Η Τεχνική των Ημιτελών Φράσεων 

Παιδικό παραμύθι.doc
Download File

Η Τεχνική της Χορήγησης Βασικών Λέξεων

Ο καλύτερος μου φίλος.doc
Download File

Η Τεχνική των Γραπτών Οδηγιών

Μια ασθένεια που πέρασα.doc
Download File

Η Τεχνική της Επιστολής

Επιστολή προς τον κο Δήμαρχο.doc
Download File

Η Τεχνική της Δημιουργικής Σύνθεσης

Χαμένοι στο δάσος.doc
Download File

Προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών: Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;

ΔΕΠΥ και συναισθηματικές διαταραχές: Πώς συνδέονται και πώς επηρεάζουν το  παιδί; - Free Sunday
πηγη


Ένα παιδί ανυπάκουο, αντιδραστικό, επιθετικό, μη συνεργατικό, θα μπορούσαμε να πούμε ότι παρουσιάζει προβλήματα συμπεριφοράς.

Οι συμπεριφορές των παιδιών θεωρούνται προβληματικές όταν δεν είναι λειτουργικές για το ίδιο το παιδί, την οικογένεια, το σχολείο και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο στο οποίο ανήκει.

Ποια είναι τα πιο συνήθη προβλήματα συμπεριφοράς; Πολύ σύντομα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε 5 κατηγορίες, στις οποίες ανήκουν τα εξής:

1)    Διάσπαση προσοχής-Υπερκινητικότητα
2)    Αντικοινωνική συμπεριφορά (Επιθετικότητα, Ξεσπάσματα θυμού, Μη συνεργατικότητα, Εναντίωση, Απομόνωση, Προβλήματα με συνομηλίκους, Σχολικός εκφοβισμός)
3)    Διαταραχές όπως το υπερβολικό άγχος, η παρατεταμένη θλίψη, οι φοβίες, η χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση και οι απότομες αλλαγές της διάθεσης.
4)    Αναπτυξιακές διαταραχές (μαθησιακές δυσκολίες, νοητική υστέρηση, αυτισμός)
5)    Προβληματικές συμπεριφορές που μπορεί να οφείλονται σε σωματικές ασθένειες

Γιατί τα παιδιά υιοθετούν αυτές τις συμπεριφορές;

Οι αιτίες για την εμφάνιση των προβληματικών συμπεριφορών στα παιδιά μπορεί να είναι ποικίλες. Οικογενειακά προβλήματα ή/και αλλαγές, όπως ένα διαζύγιο, κάποια μετακόμιση, κάποια απώλεια ή η γέννηση ενός νέου μέλους στην οικογένεια. Η αναζήτηση προσοχής. Τα μικρά παιδιά αναζητούν την προσοχή γονέων και δασκάλων με οποιοδήποτε τρόπο, κάτι που συχνά τα κάνει να συμπεριφέρονται άσχημα, αφού συνήθως οι μεγάλοι ασχολούνται και δίνουν προσοχή περισσότερο στις άσχημες συμπεριφορές των παιδιών παρά στις καλές. Επιπλέον, πρότυπα τα οποία μιμούνται τα παιδιά, ίσως οι γονείς, οι παρέες ή κάποια είδωλα της τηλεόρασης, μπορεί να είναι προβληματικά και να υποκινήσουν μια αντίστοιχη αντιγραφή συμπεριφοράς από τα παιδιά . Συχνά επίσης η ύπαρξη ασθενειών κάνει τα παιδιά να απομονώνονται, να χάνουν την αυτοπεποίθησή τους, να συμπεριφέρονται ανήσυχα ή και εναντιωτικά. Οι ενδεχόμενες δυσκολίες στο σχολείο, οι οποίες συνήθως αναφέρονται σαν μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να προκαλέσουν προβληματικές συμπεριφορές όπως η επιθετικότητα ή η απομόνωση, χαμηλή αυτοεκτίμηση κ.α. Τέλος διάφορα κοινωνικά ή και οικονομικά προβλήματα μέσα στην οικογένεια και  διακρίσεις λόγω πολιτισμικών ή και άλλων διαφορών ενδέχεται να αποτελέσουν αφορμή για προβληματικές αντιδράσεις.

Γιατί δεν αλλάζει?

Οι προβληματικές συμπεριφορές συχνά εγκλωβίζουν τα παιδιά σε ένα φαύλο κύκλο από τον οποίο δεν μπορούν εύκολα να ξεφύγουν. Ο φαύλος αυτός κύκλος δημιουργείται από τους άλλους. Π.χ.: Η Αννούλα έχει μαθησιακές δυσκολίες, δεν τα παει καλά στο σχολείο και η κακή σχολική επίδοση συνήθως οδηγεί σε κακή συμπεριφορά στην τάξη και αυτή οδηγεί αντίστοιχα σε φτωχή αλληλεπίδραση με το δάσκαλο και τους συμμαθητές. Αυτή με τη σειρά της οδηγεί στην ανάπτυξη λανθασμένων υποθέσεων σε σχέση με την επίδοση, που έρχονται να προστεθούν σε αυτές που ήδη υπάρχουν λόγω των μαθησιακών δυσκολιών. Έτσι οι λανθασμένες αυτές απόψεις συνεισφέρουν σε μεγαλύτερα προβλήματα συμπεριφοράς και διάσπασης προσοχής και δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος αποτυχίας. Άρα μήπως τελικά η απάντηση στο πρόβλημα βρίσκεται στο πώς εμείς οι «μεγάλοι», οι γονείς αλλά και οι εκπαιδευτικοί, τα αντιλαμβανόμαστε και πώς αντιδρούμε σε αυτά? Τι πιστεύετε? Πώς πιστεύετε ότι μπορούν να λυθούν τέτοια προβλήματα όπως τα προβλήματα συμπεριφοράς?

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;

Σε μια προβληματική κατάσταση αν αντιδράσουμε και βλέπουμε πως η αντίδρασή μας δεν αλλάζει την κατάσταση ή τη συμπεριφορά, τότε τη βοηθά να ΔΙΑΤΗΡΗΘΕΙ! Και συνεπώς αφού η συμπεριφορά του παιδιού δεν αλλάζει, τότε πρέπει να αλλάξουμε τη δική μας αντίδραση σα γονείς απέναντι στο παιδί.

•    Αναρωτηθείτε, σε ποια περίπτωση η συμπεριφορά αυτή του παιδιού θα ήταν αποδεκτή; Μήπως συμβαίνει κρύβεται κάτι άλλο πίσω από αυτήν και πρέπει εκεί να εστιάσω; Να προσελκύσω το παιδί διαφορετικά;
•    Θα πρέπει να κατευθύνουμε το παιδί προς τη αποδεκτή συμπεριφορά. Πάντα του λέμε τι να μην κάνει και γιατί δεν πρέπει να φέρεται έτσι αλλά σπάνια του λέμε ποια είναι η συμπεριφορά την οποία του προτείνουμε να υιοθετήσει, εστιάστε λοιπόν στο τι και πώς να το κάνει, προσφέροντάς του εναλλακτικές συμπεριφορές δράσης τις οποίες μπορεί και να μην τις ξέρει ή να μην τις έχει σκεφτεί.
•    Προσπαθήστε να ενισχύετε την καλή συμπεριφορά και να αγνοείτε τη άσχημη όσο είναι εφικτό.
•    Επαφή με το παιδί. Δείξτε του ότι το αγαπάτε, ότι το συμπαθείτε και το αποδέχεστε ως προσωπικότητα. Κάντε του μια αγκαλιά παραπάνω, έτσι αυξάνεται και το αίσθημα της ασφάλειας που πολλές φορές η έλλειψή του μπορεί να προκαλέσει επιθετικότητα και νευρικότητα.
•    Μίμηση. Πρέπει να γίνουμε πρότυπο ταύτισης για το παιδί με τη συμπεριφορά μας, αφού γνωρίζουμε την τεράστια επίδραση των πράξεων γονέων κι εκπαιδευτικών στα παιδιά.
•    Οριοθέτηση. Τα παιδιά χρειάζονται όρια μέσα στα οποία πρέπει να κινούνται και να συμπεριφέρονται και ταυτόχρονα να γνωρίζουν ότι η παραβίαση αυτών των ορίων έχει συνέπειες όπως και στην ευρύτερη κοινωνική ζωή.
•    Σταθερότητα. Όταν υποστηρίζουμε μία θέση πρέπει με την συμπεριφορά μας να την τηρούμε, δείχνοντας ότι εμείς θέτουμε τα όρια στο σπίτι κι όχι το παιδί, κι όχι τελικά λόγω της κούρασης ή των υποχρεώσεών μας άλλα να λέμε και άλλα να κάνουμε. Αν δεν αφήσουμε στο Γιαννάκη να φάει σοκολάτα, θα πρέπει να διατηρήσουμε τη θέση μας αυτή ακόμα κι αν ο Γιαννάκης καταφύγει σε διάφορους τρόπους για να μας πείσει να την φάει. Ειδάλλως καλύτερα ας του δώσουμε εξαρχής να φάει αν πιστεύουμε ότι δεν μπορούμε να μείνουμε σταθεροί στην άποψή μας.
•    Σύγκλιση απόψεων των γονέων. Το παιδί παρατηρεί και υιοθετεί συμπεριφορές κυρίως των γονιών. Ο μπαμπάς και η μαμά πρέπει να πορεύονται στον ίδιο δρόμο όσον αφορά την διαπαιδαγώγηση του παιδιού. Όταν ο ένας υποστηρίζει το άσπρο και ο άλλος το μαύρο, τότε το παιδί δεν γνωρίζει ποιος είναι ο σωστός δρόμος.