ΕΙΔΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ (Ε.Γ.Δ.)
ΟΡΙΣΜΟΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΙΚΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ (Ε.Γ.Δ.)
Η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή
περιγράφει την κατάσταση μιας εμφανώς καθυστερημένης γλωσσικής ανάπτυξης
σε περιπτώσεις που απουσιάζουν άλλες αιτίες όπως αυτισμός, κώφωση,
νοητική υστέρηση ή ό, τι άλλο θα μπορούσε να εξηγήσει την γλωσσική
καθυστέρηση.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Πολλοί διαφορετικοί όροι έχουν
χρησιμοποιηθεί για να περιγράψουν αυτή την παιδική διαταραχή. Η Ειδική
Γλωσσική Διαταραχή μερικές φορές αποκαλείται ως αναπτυξιακή γλωσσική διαταραχή ή αναπτυξιακή δυσφασία.
ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ
Εκτιμήσεις της Ε.Γ.Δ. ποικίλλουν
ανάλογα με την ηλικία αναγνώρισης. Ορισμένοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι το
10% των παιδιών σε ηλικία δύο ετών μπορεί να παρουσιάζουν μια ειδική
γλωσσική διαταραχή, αλλά από την ηλικία των τριών ή τεσσάρων ετών, αυτό
το ποσοστό μειώνεται σημαντικά, προφανώς επειδή κάποιες δυσκολίες
επιλύονται. Η συχνότητα εμφάνισης στο γενικό πληθυσμό υπολογίζεται
περίπου στο 1%. Η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή είναι πιο συχνή στα αγόρια
από τα κορίτσια.
ΑΙΤΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Τα παιδιά με Ειδική Γλωσσική
Διαταραχή συνήθως αρχίζουν να μιλούν περίπου στην ίδια ηλικία με τα
φυσιολογικά παιδιά, αλλά είναι αισθητά πιο αργή η πρόοδος που
σημειώνουν. Έχουν στο ιστορικό τους μια μικρή χρονολογική καθυστέρηση
στην απόκτηση γλωσσικών ορόσημων (π.χ. πρώτη λέξη, πρώτη φράση) και
γενικότερα ένα πιο βραδύ ρυθμό ανάπτυξης.
Τα στάδια της γλωσσικής ανάπτυξης
μπορεί να μην είναι ξεκάθαρα μιας και πολλές φορές το παιδί μιλά με
φράσεις αλλά χρησιμοποιεί πολλές φορές και μονολεκτικές εκφράσεις. Οι
λανθασμένες ρηματικές καταλήξεις ,τόσο σε σχέση με τα πρόσωπα όσο και σε
σχέση με τους χρόνους και οι παραλήψεις σημαντικών στοιχείων του λόγου
είναι ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του λόγου των ατόμων με Ε.Γ.Δ.
Αυτές οι δυσκολίες μπορεί να
παραμείνουν πολύ περισσότερο από την πρώιμη παιδική ηλικία, συχνά κατά
την διάρκεια των σχολικών χρόνων και μετέπειτα, όπου τα παιδιά
αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην ανάγνωση και την γραφή.
Το παιδί με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή
συχνά έχει δυσκολίες στο να κατανοεί το νόημα μιας νέας λέξης από το
κείμενο ή να αυτοματοποιεί μία νέα συντακτική μορφή .
Τα παιδιά με Ε.Γ.Δ. δεν έχουν
διανοητικές αναπηρίες, δεν περιθωριοποιούνται και γίνονται κοινωνικά
αποδεκτά σε σχέση με άλλα παιδιά που παρουσιάζουν αναπτυξιακές
διαταραχές.
Τα Γλωσσικά χαρακτηριστικά μιας Ειδικής Γλωσσικής Διαταραχής(Ε.Γ.Δ.):
Σε φωνολογικό επίπεδο
τα παιδιά εμφανίζουν κυρίως
αντικαταστάσεις φωνημάτων, παραλείψεις, μεταθέσεις κ.α. Συχνά
καθυστερούν να «καθαρίσουν» την ομιλία τους, αργώντας να προφέρουν σωστά
όλους τους φθόγγους (αυτός είναι ο κυριότερος λόγος που οι γονείς
ζητούν λογοθεραπεία), και αργούν να κατανοήσουν τις χρονικές έννοιες
('χτες' και 'αύριο', 'πριν' και 'μετά'). Συχνά ο λογοθεραπευτής
αναφέρεται στην ύπαρξη φωνολογικών διαταραχών, παρά στην εκδήλωση
φωνολογικής καθυστέρησης κατά την ανάλυση του λόγου.
Σε σημασιολογικό επίπεδο
ο λόγος παρουσιάζει στοιχεία
ανωριμότητας διότι τα επίπεδα εκφραστικής και δεκτικής λεξιλογικής
ικανότητας βρίσκονται κάτω του μέσου όρου απόδοσης, με κριτήριο πάντα
την χρονολογική ηλικία. Επίσης ο λόγος είναι άμεσα συνδεδεμένος με το
παρόν, γεγονός που δείχνει την μειωμένη ικανότητα για ανάκληση
πληροφοριών, συμβολική και αφαιρετική σκέψη.
Μπερδεύουν μεταξύ τους λέξεις με
κοντινές σημασίες, όπως το 'μακρύς' με το 'ψηλός', το ΄έφαγα' με το ΄έχω
φάει', ή δεν διακρίνουν σωστά τη σημασία συνηθισμένων λέξεων πχ «είναι
μακρύς άνδρας» .
Σε πραγματολογικό επίπεδο
δυσκολεύονται να διατηρήσουν ένα θέμα
συζήτησης ή να μεταβούν ομαλά σε ένα καινούριο θέμα. Παρατηρείται
μειωμένη ικανότητα στο να ζητάνε και να δίνουν διευκρινίσεις αλλά και
στο να αξιολογούν το πλαίσιο συζήτησης. Επιπλέον, χρησιμοποιούν πολύ
πρώιμους μηχανισμούς επανόρθωσης / αποσαφήνισης του λόγου τους ( π.χ.
επανάληψη αντί για περίφραση ), δεν αυτοδιορθώνουν τα λάθη τους και σε
σοβαρές περιπτώσεις παρουσιάζουν ηχολαλίες.
Στην βρεφική ηλικία, τα παιδιά αυτά
δεν κατονομάζουν συχνά αντικείμενα όπως τα συνομήλικα παιδιά, αν και
δίνουν πολλές απαντήσεις. Μπορεί επίσης να μην απαντούν σε ερωτήσεις ή
να δίνουν ακατάλληλες απαντήσεις.
Σε μεγαλύτερη προσχολική ηλικία, τα
άτομα αυτά έχουν δυσκολίες με την επαγωγική ικανότητα στο λόγο που
διαφαίνεται στη χρήση ελλιπών συμφραζομένων, που δεν περιέχουν αρκετές
πληροφορίες (π.χ. πρόσωπα, χρόνους, τόπους) για να εξάγει νόημα ο
ακροατής.
Σε συντακτικό επίπεδο
έχουν χαμηλό μέσο μήκος πρότασης σε
σχέση με την χρονολογική τους ηλικία. Η γραμματική είναι πιο
απλουστευμένη σε σχέση με τα συνομήλικα παιδιά, χρησιμοποιούν απλές
δομές προτάσεων (Υποκείμενο-Ρήμα - Αντικείμενο), στερεότυπες φράσεις,
μικρές φράσεις.
Επίσης υπάρχουν διαταραχές στον τομέα
της μορφολογίας, όπως παραλείψεις άρθρων, συνδέσμων, προθέσεων και
λανθασμένη χρήση καταλήξεων.
Οι φράσεις τους δεν έχουν το σωστό
χρόνο, είναι σχεδόν πάντα στον ενεστώτα και γενικά υπάρχει άτακτη
τοποθέτηση μερικών λέξεων μέσα στην πρόταση («έχω δύο γιαγιές», «χτες
τρώμε στη νονά», «τα παιδιά χόρεψε», «ο λύκος ήταν μαύρο»).
Τα μεγαλύτερα παιδιά (μαθητές) στην αρχή δυσκολεύονται να καταλάβουν πώς ένα σύμφωνο και ένα φωνήεν κάνουν μια συλλαβή (αυτό
το βλέπουμε και στη δυσλεξία), κι αυτό μπορεί να είναι μια αιτία να
αργήσουν να μάθουν ανάγνωση ή να διαβάζουν για πολύ καιρό συλλαβιστά.
Μέσα στα σχολικά βιβλία βρίσκουν πολλές λέξεις που δεν καταλαβαίνουν
- και επειδή αυτές οι λέξεις είναι πολλές τα παιδιά δεν ρωτάνε κανέναν
τι σημαίνουν όλες αυτές! Αυτό είναι μια σημαντική αιτία που οι γονείς
συνήθως δεν γνωρίζουν πως το παιδί τους έχει πολλές άγνωστες λέξεις στο
σχολείο. Επειδή δεν απομνημονεύουν εύκολα τη σημασία των λέξεων ή τις ίδιες τις λέξεις δεν καταλαβαίνουν καλά τον δάσκαλο όταν τους εξηγεί κάτι δύσκολο ή αφηρημένο, π. χ. μαθηματικά ή γραμματική. Και δεν τους είναι εύκολο να απαντήσουν με το σωστό τρόπο, όταν ο δάσκαλος τα εξετάζει. Υπάρχουν παιδιά που παραπονιούνται ότι συχνά τα κοροϊδεύουν στην τάξη «γιατί
λένε χαζομάρες». Πιο άσχημα τα πάνε με την ορολογία (λέξεις της
γραμματικής, της ιστορίας, της βιολογίας) και τους ορισμούς (φιλολογικά,
φυσική, χημεία κ. ά. ). Αυτό δεν οφείλεται στο ότι δεν είναι ικανά να
σκεφτούν σε υψηλό και αφηρημένο επίπεδο, αλλά στο ότι ο λόγος, η γλώσσα
δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να κατανοήσουν τη γνώση και να
εκφράσουν ό,τι γνωρίζουν.
Πολύ λίγα είναι γνωστά για την αιτία ή
την προέλευση της Ειδικής Γλωσσικής Διαταραχής, αν και οι ενδείξεις
από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 αυξάνονται και υποδεικνύουν ότι η
συγκεκριμένη κατάσταση μπορεί να είναι μια μορφή ανωμαλίας του
εγκεφάλου. Οποιαδήποτε τέτοια ανωμαλία του εγκεφάλου ωστόσο, δεν είναι
άμεσα εμφανής με τις υπάρχουσες διαγνωστικές τεχνολογίες. Τα
παιδιά με Ε.Γ.Δ. δεν έχουν σαφή εγκεφαλικές βλάβες ή ανατομικές διαφορές
από τα άλλα παιδιά σε τμήματα των εγκεφαλικών ημισφαιρίων. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι η Ε.Γ.Δ. μπορεί να περάσει από τους γονείς στα παιδιά. Έρευνα από το 2004 πρότεινε μια πιθανή γενετική σύνδεση, αν και υπάρχουν πολλά προβλήματα στον εντοπισμό ενός τέτοιου γονιδίου.
Μερικές φορές τα αδέλφια ενός προσβεβλημένου παιδιού δείχνουν ηπιότερες μορφές της δυσκολίας, περιπλέκοντας την εικόνα. Ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια είναι ο ορισμός της διαταραχής, διότι τα παιδιά με Ε.Γ.Δ. δείχνουν πολλά είδη συμπτωμάτων που το καθιστά δύσκολο να καθοριστεί ποια είναι η γενετική αιτία της διαταραχής. Μερικοί ερευνητές έχουν αποδώσει τις δυσκολίες που παρουσιάζουν τα παιδιά με Ε.Γ.Δ. με προβλήματα στην αντίληψη του ήχου της ομιλίας, γεγονός που υποδηλώνει ότι το παιδί δυσκολεύεται να κατασκευάσει λέξεις (κλίσεις ρημάτων, ουσιαστικών) διότι οι καταλήξεις για εκείνο θεωρούνται άτονα και φευγαλέα χαρακτηριστικά κατά την ομιλία. Δεν σημαίνει ότι το παιδί είναι βαρήκοο, αλλά ότι έχει μια συγκεκριμένη δυσκολία διάκρισης ορισμένων ήχων της ομιλίας.
Άλλοι ερευνητές έχουν υποστηρίξει ότι η δυσκολία αυτή δεν αναφέρεται στην ομιλία, αλλά αντανακλά μια γενική αντιληπτική δυσκολία με την επεξεργασία ταχέως χρονικών γεγονότων.
Το αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου φαίνεται να είναι εξειδικευμένο
στην ταχεία επεξεργασία ακουστικών δεδομένων, έτσι ίσως το παιδί με
Ε.Γ.Δ. έχει μια μοναδική δυσκολία σε αυτό το τμήμα του εγκεφάλου.
ΠΟΤΕ ΝΑ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΕΙΤΕ ΕΝΑΝ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗ
Εάν ένας γονέας παρατηρήσει ότι ένα
παιδί έχει προβλήματα με την ομιλία ή δεν επιτυγχάνει τα συνήθη γλωσσικά
ορόσημα σε φυσιολογική αναπτυξιακή ηλικία, πρέπει να επικοινωνήσει με
έναν λογοθεραπευτή.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Ο έγκαιρος εντοπισμός είναι πολύ
σημαντικός για την επιτυχία των παρεμβάσεων στην Ειδική Γλωσσική
Διαταραχή. Η διαταραχή διαγιγνώσκεται συνήθως με την σύγκριση των
γλωσσικών ικανοτήτων ενός παιδιού με εκείνες που αναμένονται στα παιδιά
της ίδιας ηλικίας. Εάν τα παιδιά είναι πολύ πίσω από την ηλικία των
συνομηλίκων σε γλωσσική ανάπτυξη ,η Ε.Γ.Δ. είναι πιθανή. Μια διαδικασία
για την διάγνωση παιδιών ηλικίας 24 εώς 36 μηνών ζητά από τους γονείς να
συμπληρώσουν ένα τυποποιημένο ερωτηματολόγιο στο οποίο ελέγχουν το
λεξιλόγιο του παιδιού και να καταγράψουν παραδείγματα φράσεων τύπου δύο
λέξεων που το παιδί τους χρησιμοποιεί. Αν το λεξιλόγιο του παιδιού
περιέχει λιγότερο από 50 λέξεις και το παιδί δεν χρησιμοποιεί φράσεις
τύπου 2 λέξεων, αυτή μπορεί να είναι μια ένδειξη Ε.Γ.Δ. ή οποιασδήποτε
άλλης γλωσσικής διαταραχής.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή γενικά
αντιμετωπίζεται από την παρέμβαση που εστιάζει στο να βοηθήσει το παιδί
με οποιοδήποτε συγκεκριμένο γλωσσικό πρόβλημα έχει. Το παιδί με Ε.Γ.Δ.
μπορεί να συνειδητοποιεί ολοένα και περισσότερο τις δυσκολίες με την
γλώσσα, να χάσει τον αυθορμητισμό και να αποφεύγει να μιλάει καθώς
μεγαλώνει. Η εντατική παρέμβαση μπορεί να επιτρέψει σε αυτά τα παιδιά να
αποκομίσουν σημαντικά οφέλη ,με την μοντελοποίηση των κατάλληλων
γλωσσικών μορφών με τις οποίες το παιδί δυσκολεύεται και να είναι
ιδιαίτερα αποτελεσματική. Ο λογοθεραπευτής πρέπει καταρχάς να
αξιολογήσει κατά τομείς τη γλωσσική λειτουργία του παιδιού που εξετάζει
και κατόπιν να δουλέψει μαζί του σε πολλαπλά επίπεδα, ανάλογα με τις
ανάγκες της γλωσσικής εξέλιξης κάθε παιδιού : αρθρωτικό επίπεδο,
φωνολογικό και μεταφωνολογικό επίπεδο, γραμματικό-συντακτικό και
μεταγλωσσικό επίπεδο, λεξιλογικό και σημασιολογικό.
ΠΡΟΓΝΩΣΗ
Η πρόγνωση για τα παιδιά με Ε.Γ.Δ.
εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τον τύπο και τη σοβαρότητα του
προβλήματος. Πολλά προβλήματα γλώσσας μπορούν σε μεγάλο βαθμό να
ξεπεραστούν, αν και ορισμένες δυσκολίες συνήθως παραμένουν.
ΠΡΟΛΗΨΗ
Δεν υπάρχει κανένας γνωστός τρόπος για πρόληψη της Ειδικής Γλωσσικής Διαταραχής.
ΓΟΝΕΪΚΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ
Τα παιδιά με Ε.Γ.Δ. συχνά κινδυνεύουν
για μειωμένη απόδοση σε άλλους τομείς της ζωής τους λόγω της δυσκολίας
τους στο να μη χρησιμοποιούν με ευχέρεια την γλώσσα. Η Ε.Γ.Δ. μπορεί να
οδηγήσει σε μειωμένη κοινωνική αλληλεπίδραση και μειωμένη σχολική
απόδοση.
Πηγή