![]() |
ΠΗΓΗ |
Εκτιμάται ότι πάνω από 7.500 παιδιά στην Ελλάδα ηλικίας έως 14 ετών εκδηλώνουν Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή, η οποία περιλαμβάνει ιδεοληψίες και καταναγκασμούς και χαρακτηρίζεται από ένα έντονο και βασανιστικό αίσθημα αμφιβολίας και ενοχής. Οι ιδεοληψίες είναι ακούσιες ανεπιθύμητες σκέψεις, εικόνες ή παρορμήσεις, οι οποίες συμβαίνουν παρά τη θέληση του παιδιού προκαλώντας του έντονο αίσθημα δυσφορίας και φόβου και από τις οποίες δεν μπορεί να απεγκλωβισθεί. Όσο μάλιστα περισσότερο προσπαθεί να απαλλαγεί από τις ιδεοληψίες, τόσο αυτές πολλαπλασιάζονται και επιμένουν βασανίζοντάς το. Ένα παιδί με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή προκειμένου να απαλλαγεί από το δυσάρεστο αίσθημα αμφιβολίας και επικείμενης απειλής που οι ιδεοληψίες του προκαλούν, προβαίνει σε μια σειρά εκούσιων καταναγκασμών που στόχο έχουν να προλάβουν ή να διώξουν το αίσθημα της απειλής και να μειώσουν τη δυσφορία. Ο έλεγχος της ίδιας πράξης ξανά και ξανά ή οι επαναλήψεις της ίδιας πράξης είναι καταναγκασμοί. Το παιδί ή ο έφηβος συχνά γνωρίζει ότι οι φόβοι του και οι καταναγκασμοί του είναι παράλογοι ή υπερβολικοί, ωστόσο όμως νιώθει αναγκασμένο να τους εκτελεί ανελλιπώς και απαρέγκλιτα.
Η μέση ηλικία έναρξης της διαταραχής είναι τα 10 έτη, ενώ υπολογίζεται ότι το 50% των ενηλίκων με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή εκδήλωσαν τη διαταραχή στη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας! Αυτό σημαίνει ότι ένα μεγάλο ποσοστό των ατόμων με τη διαταραχή την εκδηλώνει νωρίς στην ζωή του! Σύμφωνα με τις διεθνείς μελέτες, ωστόσο, κατά μέσο όρο μεσολαβούν 12 με 17 έτη από τη στιγμή που το άτομο θα εκδηλώσει τη διαταραχή μέχρι τη στιγμή που θα ζητήσει βοήθεια από έναν ειδικό ψυχικής υγείας. Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο διάστημα, αν μάλιστα αναλογιστούμε ότι πρόκειται για μία ιδιαίτερα βασανιστική διαταραχή, η οποία προκαλεί μεγάλη επιβάρυνση στο ίδιο το παιδί αλλά και στο οικείο του περιβάλλον. Ενδεικτικό της σοβαρότητας της διαταραχής είναι το γεγονός ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας την κατατάσσει στις 10 πιο βασανιστικές διαταραχές, ψυχικές και μη! Μάλιστα όσο πιο νωρίς ένα παιδί εκδηλώσει τη διαταραχή, τόσο μεγαλύτερες είναι οι επιπτώσεις της και η επιβάρυνσή της. Ο ρόλος της πρόληψης αλλά και της έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας της διαταραχής σε μία τόσο σημαντική περίοδο της ζωής του παιδιού κρίνονται αναμφισβήτητα κρίσιμες.
Ένας από τους λόγους που η διάγνωση καθυστερεί σε ό,τι αφορά τα παιδιά-και αυτό αποτελεί διεθνές και όχι μόνο ελληνικό φαινόμενο-είναι το γεγονός ότι τα συμπτώματά της δεν είναι ευρέως γνωστά, ώστε να αναγνωρίζονται έγκαιρα και να λαμβάνεται δράση. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί το γεγονός ότι πολλά παιδιά με τη διαταραχή συνήθως την κρατούν κρυφή από το περιβάλλον τους, διότι νιώθουν ενοχές και ντροπή για όσα σκέφτονται και πράττουν εξαιτίας της.
Αν επομένως το παιδί σας σάς μιλήσει για τις ανησυχίες του ή αν εσείς παρατηρήσετε κάποιες ασυνήθιστες συμπεριφορές, υπάρχουν ορισμένα πράγματα που χρειάζεται να έχετε υπόψη σας καθώς θα του μιλάτε, ώστε να μπορέσετε να κρίνετε αν οι ανησυχίες του και οι συμπεριφορές του θα μπορούσαν ή όχι να αποτελούν συμπτώματα της διαταραχής.
Πρώτα-πρώτα χρειάζεται να έχετε υπόψη σας ότι τα περισσότερα παιδιά, ιδιαίτερα τα πολύ μικρά, περνούν μία φάση στην ανάπτυξη τους, η οποία είναι κυριολεκτικά βουτηγμένη στις ρουτίνες. Οι ρουτίνες αυτές τους προσφέρουν μία αίσθηση ασφάλειας και σιγουριάς, τα κάνουν να αισθάνονται καλά και θεωρούνται φυσιολογικές. Τέτοιες ρουτίνες μπορεί να γίνονται την ώρα που ένα παιδί πηγαίνει για ύπνο, για παράδειγμα. Άλλα παιδιά αρέσκονται να οργανώνουν τα πράγματά τους και τον χώρο τους με συγκεκριμένο τρόπο.