πηγη |
O κάθε άνθρωπος περνάει μέσα από μία σειρά συναισθηματικών εμπειριών (τα στάδια του πένθους) όταν έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο ή την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, με μία ανίατη ασθένεια, ή με κάποια άλλη μορφή πένθους. Δηλαδή περνάει μέσα από κάποιες φάσεις μέχρι τελικά να αποδεχτεί το μοιραίο –τον θάνατο, την απώλεια.
Τα στάδια του πένθους και της απώλειας είναι κοινά για όλους, ανεξάρτητα από τη μόρφωση, το κοινωνικό επίπεδο και το πολιτισμικό υπόβαθρο του καθενός.
Το πένθος αφορά το θάνατο κάποιου αγαπημένου μας προσώπου, ενώ η απώλεια είναι πιο γενικευμένη έννοια και περιλαμβάνει ακόμα και τις διαπροσωπικές μας σχέσεις (πχ το χωρισμό ενός ζευγαριού, την απώλεια ενός φίλου κλπ).
Η ψυχίατρος Elisabeth Kübler – Ross, στο βιβλίο της "On Death and Dying" (1969), άρχισε να μιλάει για στάδια στο πένθος. Περιγράφει πέντε στάδια της αποδοχής του πένθους και της απώλειας, βασισμένη σε μελέτες γύρω από τα συναισθήματα ασθενών με ανίατες αρρώστιες, ενώ αργότερα παρατήρησε ότι μέσα από αυτά τα στάδια περνάμε και σε άλλες φάσεις της ζωής μας, που χαρακτηρίζονται από αρνητικούς παράγοντες, όπως ο θάνατος ενός αγαπημένου μας προσώπου ή ένας χωρισμός, ή οτιδήποτε συνοδεύεται από απώλεια.
Τα στάδια του πένθους λοιπόν, δεν συνοδεύουν μόνο τον θάνατο αλλά γενικότερα ότι έχει να κάνει με την απώλεια, π.χ. την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, την απώλεια του κατοικίδιού μας, μία ανίατη ασθένεια που σηματοδοτεί την απώλεια της υγείας μας, το χωρισμό και την απώλεια των ονείρων μας, την απώλεια της εργασίας που στις μέρες μας λόγω κρίσης είναι όλο και πιο συχνό φαινόμενο…
Σε γενικές γραμμές συναντάμε τα 5 αυτά στάδια στην απώλεια που βιώνουμε μέσα από αρνητικούς παράγοντες που μπορεί να υπάρξουν σε διάφορες φάσεις της ζωής μας.
Εφόσον λοιπόν η απώλεια βρίσκεται μέσα στη ζωή, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει μία τυπική αντίδραση, όπως δεν υπάρχει και τυπική απώλεια. Ο καθένας μας περνάει την κάθε μία από τις πέντε φάσεις με διαφορετικό ρυθμό και σε διαφορετική ένταση. Τα 5 στάδια του πένθους, δεν είναι άλλο παρά ανθρώπινες αντιδράσεις που ενεργοποιούνται σε όλους όσους περνούν από διαδικασία θρήνου. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εμφανίζονται κατ’ ανάγκη σε συγκεκριμένη σειρά, ούτε ότι ο κάθε άνθρωπος χρειάζεται να περάσει και τα πέντε αυτά στάδια για να βγει από το πένθος του.
Συνήθως αυτό που παρατηρείται είναι μία κυκλικότητα στην εναλλαγή τους, όπου το άτομο που πενθεί μπορεί να έχει εναλλαγές στη διάθεση, να αισθάνεται ότι το πένθος του είναι μεν οδυνηρό αλλά ότι νιώθει καλύτερα, ότι βιώνει μέρες και εβδομάδες καλές, σαν να έχει αφήσει πίσω του την απώλεια.
Είναι σημαντικό να έχουμε στο μυαλό μας ότι τα στάδια αυτά δεν αποτελούν ένα αυστηρό πλαίσιο που ενεργοποιείται σε όλους όσους θρηνούν. Μάλιστα καλό είναι να μην αναρωτιέται κάποιος σε ποιο στάδιο βρίσκεται αυτή τη στιγμή ή σε ποιο στάδιο θα έπρεπε να είναι ή αν πενθεί «σωστά». Η διαδικασία της θλίψης είναι τόσο ιδιαίτερη και προσωπική υπόθεση, στον καθένα, όπως άλλωστε και η ζωή του.
Το κλειδί για την κατανόηση των σταδίων δεν είναι να πείσετε τον εαυτό σας ότι “πρέπει” να περάσετε το κάθε ένα από αυτά με ακριβή σειρά. Αντ’ αυτού, είναι πιο χρήσιμο να τα δείτε ως “οδηγό” στη διαδικασία του πένθους.
Μην ξεχνάτε ποτέ: Ο καθένας πενθεί και θλίβεται με διαφορετικό τρόπο. Μερικοί άνθρωποι εξωτερικεύουν εύκολα τα συναισθήματά τους, ενώ άλλοι θα το περάσουν πιο εσωτερικά και μπορεί να μην τους δείτε καν να κλαίνε. Θα πρέπει να προσπαθήσετε να μην κρίνετε το πώς ένα άτομο βιώνει το πένθος ή την απώλεια, καθώς για τον καθένα είναι ένα προσωπικό και διαφορετικό συναίσθημα.
πηγη |
Ο ψυχικός πόνος λοιπόν, που προκαλεί το πένθος, εξελίσσεται σε φάσεις που είναι γνωστές ως «Τα πέντε στάδια του πένθους», όπου στην ουσία φωτογραφίζουν την προσπάθεια του πενθούντα να διεργαστεί το πένθος του και είναι τα ακόλουθα:
1. Άρνηση και απομόνωση
2. Θυμός
3. Διαπραγμάτευση
4. Κατάθλιψη
5. Αποδοχή
Θα εξετάσουμε και τα πέντε αυτά στάδια, με σκοπό ο καθένας μας να κατανοήσει καλύτερα το τι του συμβαίνει όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τις απώλειες στη ζωή του.
1. Άρνηση και απομόνωση:
«Αποκλείεται, δεν μπορεί να συμβαίνει σε εμένα…, δεν είναι δυνατό να συμβαίνει κάτι τέτοιο…, αποκλείεται!, …δεν το πιστεύω!»
Η πρώτη αντίδραση στην απώλεια, ή το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου είναι να αρνηθούμε την πραγματικότητα της κατάστασης.
Είναι το πρώτο στάδιο πένθους, όπου το άτομο που πενθεί δεν μπορεί να δεχτεί ότι αυτή η κατάσταση συμβαίνει στον ίδιο, ότι δηλαδή είναι πραγματικό γεγονός, ενώ αρνείται την ύπαρξη του τέλους. Δηλαδή μιλάμε για την άρνηση της πραγματικότητας. Πρόκειται για μία προσωρινή ψυχολογική αντίδραση, έναν αμυντικό μηχανισμό που επιτρέπει τη μείωση της έντονης αρχικής φάσης του πόνου. Είναι μια φυσιολογική αντίδραση για τον εξορθολογισμό ενός συντριπτικού συναισθήματος. Καθώς δεν πιστεύει ότι έχει συμβεί το μοιραίο, μπλοκάρει κάθε συναισθηματική του αντίδραση.
Είναι ένας μηχανισμός άμυνας που μετριάζει το άμεσο σοκ της απώλειας. Τείνουμε “να μην ακούμε” συγκεκριμένες λέξεις και να κρυβόμαστε από τα γεγονότα με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι να απομονώνονται. Αυτή είναι μια προσωρινή αντίδραση που μας μεταφέρει μέσα από το πρώτο κύμα του πόνου.
Οι αντιδράσεις ποικίλλουν από άνθρωπο σε άνθρωπο. Βλέπουμε ανθρώπους να μένουν άφωνοι και αποσβολωμένοι, άλλους να καταρρέουν, άλλους να έχουν τάση φυγής ή αντίθετα να ζητάνε να μάθουν όσες περισσότερες λεπτομέρειες μπορούν για τον εκλιπόντα, θέλουν να παρευρεθούν στο σημείο που συνέβη ο θάνατος σε περίπτωση τροχαίου για παράδειγμα, να έχουν δίπλα τους, μαζί τους ή στα χέρια τους αντικείμενα που τους θυμίζουν το αγαπημένο τους άτομο, να διατηρήσουν τα πράγματά του ως έχουν, το δωμάτιό του (π.χ. στο θάνατο παιδιού).
Άλλοι πάλι, μπορεί να μην νιώθουν τίποτα, να νομίζουν ότι δεν έχουν συναισθήματα, να αντιδρούν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα και να συνεχίζουν να κάνουν ότι έκαναν, να περιμένουν να δουν ξανά τον εκλιπόντα, ενώ άλλες στιγμές να βυθίζονται στη θλίψη.
Σε αρκετές περιπτώσεις αυτή η περιστασιακή απόσταση – η ανάγκη να πάρει απόσταση από αυτό που συνέβη, λειτουργεί προστατευτικά και σαν αμυντικός μηχανισμός στην προσπάθεια να προστατέψει ο πενθών τον εαυτό του από την έντονη ύπαρξη άγχους από τη μία, ενώ από την άλλη μπορεί και να λειτουργήσει θετικά δίνοντας λίγο χρόνο στην αναγνώριση και στην κατανόηση ότι κάτι διαφορετικό έχει συμβεί στη ζωή του που δεν θέλει να το πιστέψει.
Πρόκειται για την «αντιληπτική δυσλειτουργία», μια πραγματική αδυναμία σύλληψης του συμβάντος, όπου η παθητική φάση αδυναμίας και άρνησης του γεγονότος μπορεί να κρατήσει από λίγες ώρες ή πιο σπάνια λίγες μέρες.
Άλλωστε η συνειδητοποίηση του θανάτου, η συνειδητοποίηση της απώλειας είναι αναπόφευκτη. Αυτή η «αντιληπτική δυσλειτουργία», η απομόνωση και το σοκ του πενθούντα μπορούν να δημιουργήσουν σωματικές ενοχλήσεις. Το σώμα κλονίζεται με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται επιδείνωση στην υγεία και στις σωματικές οργανικές λειτουργίες, όπως δυσκολία στην αναπνοή, μόνιμο κόμπο στο λαιμό, ανάγκη να αναστενάζει, μυϊκή ατονία, χαμηλή ενεργητικότητα, απώλεια της όρεξης, απώλεια του ύπνου κυρίως τις πρώτες μέρες.
2. Θυμός:
«Είναι άδικο, γιατί σε εμένα; Δεν έχω ζήσει τίποτα» ή «Είμαι πολύ μικρός, γιατί μου το κάνεις αυτό;», «Τι μπορεί να έκανα ώστε να αξίζω κάτι τέτοιο;» «Δεν υπάρχει Θεός…»
Καθώς οι αρχικές βοηθητικές συνέπειες άρνησης και απομόνωσης αρχίζουν να υποχωρούν, η πραγματικότητα και ο πόνος επανεμφανίζονται. Αλλά δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι να τον αντιμετωπίσουμε ευθέως. Τότε έρχεται μια δεύτερη γραμμή άμυνας του εγκεφάλου μας, ο οποίος ανακατευθύνει τον πόνο στον θυμό. Η άρνηση της πραγματικότητας, η άρνηση της αλήθειας δίνει τη θέση της σταδιακά μέσα από την υποχώρησή της σε αυτό που συμβαίνει πραγματικά, σε αυτό που είναι γεγονός. Κάνει την εμφάνισή του ο έντονος ψυχικός πόνος, που όμως δεν είναι εύκολο να γίνει αποδεκτός και κατανοητός. Έτσι λοιπόν το άτομο «προτιμά» να βιώσει το συναίσθημα του θυμού, ένα συναίσθημα που έχει ενέργεια, και δίνει «δύναμη», καθώς κρατάει τον θυμωμένο άνθρωπο «ψηλά».
Το άτομο που πενθεί θυμώνει.
Ο θυμός μπορεί να στοχεύει σε άψυχα αντικείμενα, σε αγνώστους, ή και σε φίλους και στην οικογένεια. Μπορεί να κατευθύνεται ακόμα και στο ίδιο το άτομο που πέθανε, όσο αγαπημένο μας και αν ήταν αυτό. Ορθολογικά, γνωρίζουμε ότι το άτομο που πέθανε δεν πρέπει να κατηγορηθεί. Συναισθηματικά, όμως, νιώθουμε θυμό επειδή η απώλειά του μας προκαλεί πόνο. Ταυτόχρονα, αισθανόμαστε τύψεις επειδή ακριβώς είμαστε θυμωμένοι με το άτομο που χάσαμε και αυτό μας κάνει περισσότερο θυμωμένους, ακόμα και με τον εαυτό μας.
Θυμώνει μέσα από την συνειδητοποίηση της απώλειάς του. Τα βάζει με τον εαυτό του, με τον Θεό που δεν είναι τελικά φιλεύσπλαχνος και τον τιμωρεί για κάτι που δεν γνωρίζει, με τη μοίρα και γενικότερα με οποιονδήποτε θεωρεί υπεύθυνο για την κατάστασή του. Μπορεί να γίνει εχθρικός και επιθετικός, έχει την αίσθηση της αδικίας. Προσπαθεί να βρει κάποιον για να του ρίξει τις ευθύνες, να τον κατηγορήσει, θεωρεί ότι ο άλλος φταίει που ο ίδιος πονάει. Ο θυμός του είναι έντονος, στρέφεται προς τους πάντες, κυρίως όμως σε όσους είναι πιο κοντά του.
Ίσως οι γιατροί που ενδεχομένως να προσπάθησαν να σώσουν τη ζωή του δικού μας ανθρώπου να γίνουν ο βολικός στόχος του θυμού μας. Γενικά, είναι σύνηθες να εστιάζουμε τον θυμό μας σε πρόσωπα ή καταστάσεις που εμείς θεωρούμε ότι ευθύνονται για το πένθος μας.
Είναι χρήσιμο για τα άτομα που βρίσκονται γύρω του να μην ενοχοποιούν τον εαυτό τους μέσα από τις κατηγορίες που τους αποδίδονται, εφόσον μιλάμε για το δεύτερο στάδιο του πένθους που περνάει αυτός που πενθεί.
Πολύ σύντομα εμφανίζονται ή και συνεχίζονται από το προηγούμενο στάδιο της άρνησης σωματικές αντιδράσεις, όπως η απώλεια ύπνου, η απώλεια της όρεξης, το αίσθημα κόπωσης ή μία υπερκινητικότητα και υπερένταση. Οι πενθούντες αρκετά συχνά παραπονιούνται για πόνους στην πλάτη, το κεφάλι, πικρή γεύση στο στόμα, στεγνό ή ξηρό λαιμό, δύσπνοια, ταχυπαλμίες, ζαλάδες και ρίγη, τυμπανισμούς, απώλεια μαλλιών ή άσπρισμα μαλλιών.
3. Διαπραγμάτευση:
«Τουλάχιστον άσε με να δω τα παιδιά μου να μεγαλώνουν» ή «Θα είμαι καλύτερος, θα αλλάξω, απλώς άσε με να ζήσω λίγο παραπάνω…» ή «Αν είχα κάνει …, ίσως να μην είχε συμβεί το κακό», «Κάνε να μην συμβεί κι εγώ θα το ανταποδώσω με ….»
Η φυσιολογική αντίδραση σε αισθήματα απελπισίας και αδυναμίας είναι συχνά η ανάγκη να ανακτήσουμε τον έλεγχο…
- «Μακάρι να είχε ζητήσει ιατρική φροντίδα νωρίτερα…»
- «Μακάρι να είχαμε πάρει μια δεύτερη γνώμη από άλλον γιατρό…»
- «Μακάρι να είχα προσπαθήσει περισσότερο να είμαι καλύτερος άνθρωπος σε εκείνον/η…»
Κρυφά, μέσα μας, μπορεί να φτάσουμε σε “συμφωνία” με το «θεό», ή με μια ανώτερη δύναμη, σε μια προσπάθεια να αναβάλουμε το αναπόφευκτο. Αυτή είναι η τελευταία γραμμή άμυνας του εγκεφάλου, για να μας προστατεύσει από την οδυνηρή πραγματικότητα.
Το άτομο που πενθεί αναρωτιέται τι θα μπορούσε να είχε κάνει για να αποτρέψει την απώλεια του αγαπημένου του προσώπου, ή ακόμη και την δική του πιθανή απώλεια. Συνήθως ο θυμός που ένιωθε στο προηγούμενο στάδιο αρχίζει και εσωστρέφεται, δημιουργώντας ως αντίδραση τις ενοχές και τις τύψεις για το τι έκανε ή δεν έκανε. Αρχίζει και διαπραγματεύεται.
Προσπαθεί να παζαρέψει την εξαγορά χρόνου προκειμένου να χάσει ένα αγαπημένο του πρόσωπο από κάποια ανίατη ασθένεια ή έναν ανεπιθύμητο χωρισμό. Παζαρεύει την «επιθυμητή» για τον ίδιο λύση όσο και αν γνωρίζει βαθιά μέσα του ότι δεν υπάρχει λογική στην διαπραγμάτευση αυτή. Αρχίζει να συνειδητοποιεί και να διαπραγματεύεται την πραγματικότητα, την απώλεια. Σκέφτεται, έχοντας ενοχικά συναισθήματα τι θα μπορούσε ο ίδιος να αλλάξει ή να κάνει για να αποφύγει την απώλεια.
Υπόσχεται ότι αν αλλάξει αυτή η δύσκολη κατάσταση, αν μπορέσει να ξεφύγει από αυτό που του επιφυλάσσει η μοίρα, θα γίνει άλλος άνθρωπος, θα είναι πιο καλός ή πιο γλυκός φτάνει να «γλυτώσει» από το μοιραίο, να γλυτώσει από την απώλεια και το συμβολισμό της. Ψάχνει απεγνωσμένα να βρει μία λύση που δεν θα του προσφέρει το επώδυνο συναίσθημα του πόνου, μία λύση που θα του πάρει μακριά τη θλίψη, τον πόνο, τον φόβο για το άγνωστο… συναισθήματα που μπορούν να τον κρατήσουν κολλημένο σε αυτό το στάδιο για αρκετό χρονικό διάστημα.
4. Κατάθλιψη:
«Είμαι τόσο λυπημένος, γιατί να προσπαθήσω να κάνω οτιδήποτε;» ή «Δεν έχω ελπίδες, απλώς θα περιμένω να πεθάνω…»
Το άτομο που πενθεί αρχίζει και συνειδητοποιεί σοβαρά την απώλεια, έρχεται σε επαφή με τα συναισθήματα της θλίψης, του πόνου, της αβεβαιότητας και του φόβου, της στενοχώριας. Αυτό είναι το στάδιο που ξεκινάει η συνειδητοποίηση της σοβαρότητας της απώλειας, όπου και η αναγνώρισή της συνάδει με τη φάση της κατάθλιψης.
Υπάρχουν δύο τύποι κατάθλιψης που σχετίζονται με το πένθος:
§ Η πρώτη είναι μια αντίδραση στις πρακτικές συνέπειες που σχετίζονται με την απώλεια. Η μεγάλη θλίψη κυριαρχεί αυτό το είδος κατάθλιψης. Ανησυχούμε για το κόστος της τελετής και τη διαδικασία της ταφής. Ανησυχούμε ότι, μέσα στη θλίψη μας, έχουμε περάσει λιγότερο χρόνο με τους άλλους που εξαρτώνται από εμάς.
§ Ο δεύτερος τύπος κατάθλιψης είναι πιο λεπτός και, κατά μία έννοια, ίσως πιο ιδιωτικός. Είναι η ήσυχη προετοιμασία μας για να πούμε το τελευταίο αντίο στο αγαπημένο μας πρόσωπο.
Το κλάμα είναι καλό σημάδι στο πένθος, είναι μία θετική εκτόνωση για τον πενθούντα βρίσκοντας διέξοδο συναισθηματικής έκφρασης εύκολης για τις γυναίκες, πολύ πιο δύσκολης όμως για τους άνδρες, που λειτουργούν μαθημένοι να ελέγχουν τα δυσάρεστα συναισθήματά τους μέσα από στερεότυπα «οι άνδρες δεν κλαίνε» και έτσι δυσκολεύονται να εκφραστούν.
Ευτυχώς όμως παρά τους πολιτισμικούς λόγους και τα στερεότυπα, πολλοί είναι αυτοί που παραβλέπουν αυτές τις απαγορεύσεις και δίνουν διέξοδο στη θλίψη τους αναζητώντας την ανακούφιση που επιτυγχάνεται με την εκφόρτιση των εντάσεων μέσα από τα δάκρυα.
Πολύ συχνά θέλει να μιλάει για το αγαπημένο του πρόσωπο, να βρίσκει ό,τι του θυμίζει τη σχέση του μαζί του μέσα από φωτογραφίες ή μουσική για παράδειγμα, να πηγαίνει σε μέρη που πήγαιναν μαζί… Η ανάγκη αυτού που πενθεί είναι να μην ξεφύγει από τα συναισθήματα αυτά που του προκαλούν την αίσθηση ότι εξακολουθεί και είναι «δεμένο» με το αίτιο που προκάλεσε την απώλεια, εξακολουθεί να είναι «σε επαφή» με τον άνθρωπο που έφυγε, σαν να δίνει την υπόσχεση ότι δεν θα τον ξεχάσει.
Συνήθως αρκετά συχνά βλέπουμε τους ανθρώπους που βρίσκονται στο οικείο περιβάλλον να προσπαθούν να του δείξουν ότι η ζωή συνεχίζεται και ότι θα πρέπει να σταθεί δυνατός ξανά στα πόδια του και ότι θα πρέπει να συνεχίσει και να πάει παρακάτω… μάταια όμως.
Όλες αυτές οι προσπάθειες οδηγούνται σε αποτυχία, εφόσον αυτό που έχει ανάγκη το άτομο είναι ο χρόνος να πενθήσει, να μπορέσει να αναγνωρίσει τα συναισθήματά του, να έρθει σε επαφή με αυτά, να πάψει να τα αποφεύγει, να καταλάβει ακριβώς τι είναι αυτό ή αυτά που αισθάνεται, να σταματήσει σιγά σιγά να τα φοβάται. Αποτέλεσμα αυτού του σταδίου του πένθους είναι το άτομο να μπορέσει να συμβιβαστεί με όλο αυτό που του συμβαίνει και να ορθοποδήσει ξανά.
Λόγω της μοναξιάς που βιώνει το άτομο συχνά εμφανίζονται διαταραχές σε σωματικό, διανοητικό αλλά και συναισθηματικό επίπεδο. Εμφανίζονται διαταραχές του ύπνου, εφιάλτες, αφυπνίσεις, υπερυπνία ή υπνηλία, απώλεια ή αύξηση της όρεξης με ανορεκτικές ή βουλιμικές τάσεις αντίστοιχα, κρίσεις κλάματος, καταθλιπτική διάθεση, αίσθημα θλίψης, νευρικότητα, παραισθήσεις, ψυχοκινητική αναστολή, μειωμένη ικανότητα της νοητικής συγκέντρωσης.
Λόγω της κακής ψυχικής διάθεσης αλλά και της διαταραχής του ύπνου προκύπτουν και διάφορα προβλήματα υγείας. Το άτομο μπορεί να αυτοκατηγορείται για πράγματα που έκανε ή δεν έκανε, να έχει ενοχές και να παρουσιάζει μία συνεχή κόπωση.
Σε αυτή τη φάση μπορεί να εκδηλώσει και άγχος, φόβο ότι τρελαίνεται, ότι θα πεθάνει και εκείνο, αγωνία για εκκρεμότητες που έχει αφήσει ο θανών. Προβλήματα τα οποία τον απομακρύνουν από το αίσθημα οδύνης. Ταυτόχρονα μπορεί να εμφανίζει δυσκολίες συγκέντρωσης, προσοχής, μνήμης και αντίληψης.
Ακόμα και ο λόγος του μπορεί να επιβραδύνεται. Δείχνει θλιμμένος, είναι ευσυγκίνητος, απαισιόδοξος, απελπισμένος, νιώθει μόνος, είναι συναισθηματικά ασταθής και παραπονιάρης ή ακόμα μπορεί να γίνεται εχθρικός με τα κοντινά και οικεία άτομα γύρω του. Μπορεί να αποφεύγει τον κόσμο και συγκεντρώσεις στο περιβάλλον του γιατί τον βυθίζουν σε μεγαλύτερη θλίψη.
Φαίνεται να χάνει τους στόχους του. Μπορεί ακόμα να νιώσει απελπισία μέχρι τον βαθμό να σκεφτεί την αυτοκτονία. Άλλες φορές ταυτίζεται με το νεκρό, παρουσιάζει τα ίδια σωματικά συμπτώματα με εκείνον, μιμείται τη συμπεριφορά του, ακολουθεί τα ενδιαφέροντά του. Άλλοτε τον εξιδανικεύει και άλλοτε έχει αμφιθυμία απέναντί του.
5. Αποδοχή:
«Εντάξει, πονάει αλλά …, η ζωή συνεχίζεται…,Έχω αποδεχθεί ή εξοικειωθεί με το τι θα συμβεί…, όλα θα πάνε καλά!»
Το να φτάσει κανείς σε αυτό το στάδιο του πένθους είναι ένα δώρο που δεν φτάνει σε όλους. Πολλοί άνθρωποι μένουν για χρόνια ολόκληρα στα προηγούμενα στάδια. Άρνηση, απομόνωση, θυμός, κατάθλιψη είναι τα συναισθήματα από τα οποία δεν μπορούν να ξεφύγουν. Αυτή η φάση χαρακτηρίζεται από την απόσυρση και την ηρεμία. Σίγουρα δεν είναι μια περίοδος ευτυχίας και πρέπει να διακρίνεται από την φάση της κατάθλιψης.
Το άτομο που πενθεί γνωρίζει πλέον ότι η απώλεια είναι υπαρκτή, είτε πρόκειται για απώλεια που έχει συμβεί είτε πρόκειται για απώλεια που θα συμβεί. Και στις δύο περιπτώσεις αντιλαμβάνεται αλλά και αποφασίζει ότι δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα, δεν μπορεί να κάνει κάτι διαφορετικό για να αποτρέψει την κατάσταση, παρά μόνο να διατηρήσει τη μνήμη του εκλιπόντος με τέτοιο τρόπου που κάθε άλλο παρά δυσλειτουργικός θα είναι για τον ίδιο αλλά μάλιστα και ο εκλιπόντας θα τον θαύμαζε για τη στάση του αυτή, για την απόφασή του να συνεχίσει να ζει.
Συνήθως ο πενθών με το πέρασμα του χρόνου αναβιώνει όλες εκείνες τις κοινές αναμνήσεις, έτσι ώστε να μπορέσει να κάνει την αποδοχή του, να αποδεχτεί δηλαδή ότι όλα όσα έχει βιώσει με το άτομο που έχει φύγει από τη ζωή του, έχουν παρέλθει, καταλήγοντας στην αποδέσμευσή του από κάθε προσδοκία για επανένωση.
Ακόμη και στην περίπτωση όμως που πρόκειται να επέλθει η απώλεια, θα ήταν πολύ χρήσιμο για το άτομο να φροντίσει να «κλείσει» τις σχέσεις του με άλλους ανθρώπους, με τον καλύτερο για τον ίδιο δυνατό τρόπο και γενικότερα να αποχαιρετίσει το περιβάλλον του φροντίζοντας να μην αφήσει πίσω του τυχόν ανοιχτούς λογαριασμούς…
Το να αντιμετωπίσουμε την απώλεια είναι σε τελική ανάλυση μια βαθιά προσωπική και μοναδική εμπειρία. Κανείς δεν μπορεί να μας βοηθήσει να περάσουμε μέσα από αυτά τα πέντε στάδια με πιο εύκολο τρόπο, ή να κατανοήσουμε όλα τα συναισθήματα που μας κατακλύζουν. Σίγουρα, όμως, θα μας βοηθήσουν εκείνα τα αγαπημένα μας πρόσωπα που θα είναι κοντά μας σε αυτήν τη διαδικασία, έστω και με την απλή παρουσία τους. Το καλύτερο που μπορεί κανείς να κάνει είναι να επιτρέψει στον εαυτό του να αισθανθεί ανεμπόδιστα τη θλίψη που τον πλημμυρίζει. Με το να αντιστεκόμαστε απέναντι στο αναπόφευκτο, το μόνο που πετυχαίνουμε είναι να παρατείνουμε τη φυσική διαδικασία της επούλωσης.
Ουσία: προσαρμογή στην απώλεια, επαναπροσδιορισμός της ζωής, δημιουργία καινούριων αναμνήσεων, αρχίζουμε καινούρια πράγματα, επιστροφή στην φυσιολογική κατάσταση.
Επιμέλεια: Δρ Ράνια Χιουρέα,
Σύμβουλος ΕΑΕ