πηγη |
Οι μαθησιακές δυσκολίες αποτελούν μια ανομοιογενή ομάδα δυσκολιών, οι οποίες επηρεάζουν την κατάκτηση, την οργάνωση, την κατανόηση και τη χρήση πληροφοριών παρά το γεγονός ότι η νοημοσύνη είναι εντός φυσιολογικών ορίων. Εξαιτίας αυτού επηρεάζεται σημαντικά κάθε διαδικασία μάθησης και κυρίως: ομιλία, ανάγνωση, γραφή, μαθηματικά. Οι μαθησιακές δυσκολίες μπορούν να ανιχνευθούν από την προσχολική ηλικία, ωστόσο στις περισσότερες περιπτώσεις γίνονται αντιληπτές με την ένταξη στο σχολικό περιβάλλον ή στην πορεία της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Παλαιότερα η χαμηλή απόδοση στο σχολείο και η προβληματική συμπεριφορά αποδίδονταν αποκλειστικά στην έλλειψη ενδιαφέροντος ή κινήτρου. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει αντιληπτή η σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και παρέμβασης. Μη διαγνωσμένες μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να κρύβονται πίσω από τη δυσκολία που αντιμετωπίζει ένα παιδί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του σχολείου, τη χαμηλή του απόδοση, ακόμα και προβλήματα συμπεριφοράς ή κοινωνικοποίησης. Οι μαθησιακές δυσκολίες, αν παραμείνουν αδιάγνωστες και χωρίς παρέμβαση, ακολουθούν το άτομο σε ολόκληρη τη ζωή του και δυσχεραίνουν την καθημερινότητά του. Αντίθετα, τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, αν αντιμετωπιστούν σωστά και έγκαιρα, θα ολοκληρώσουν τις σπουδές τους με επιτυχία.
Στην Ελλάδα έχει υποστηριχθεί ότι το 3% – 11% του μαθητικού πληθυσμού παρουσιάζει μαθησιακές δυσκολίες και συγκεκριμένα δυσκολίες που αφορούν στην ανάγνωση (Mouzaki & Sideridis, 2007). H συχνότερη μαθησιακή δυσκολία είναι η δυσλεξία, η οποία εμφανίζεται στο 3-15% των παιδιών σχολικής ηλικίας και απαντά συχνότερα στα αγόρια. Λιγότερο συχνές δυσκολίες, οι οποίες, όμως, μπορεί να συνυπάρχουν με τη δυσλεξία είναι η δυσγραφία και η δυσαριθμησία. Η δυσλεξία συνδέεται επίσης με τη με τη Διάσπαση Προσοχής και Υπερκινητικότητα.
Το μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην Εφαρμοσμένη Εκπαιδευτική Ψυχολογία (Applied Educational Psychology) απευθύνεται σε όλους όσους εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η ευθύνη για την έγκαιρη και σωστή ανίχνευση των μαθησιακών δυσκολιών βαρύνει κυρίως τους εκπαιδευτικούς, τους ειδικούς παιδαγωγούς και τους ψυχολόγους. Ωστόσο, οι γνώσεις στο αντικείμενο δεν αρκούν για να εξοπλίσουν έναν επαγγελματία ώστε να ανταποκριθεί επιτυχώς στις αυξημένες ανάγκες των παιδιών και του σχολικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα. Χρειάζονται εξειδικευμένες γνώσεις, ικανότητες και εμπειρία. Οι εξειδικευμένες γνώσεις προέρχονται από μια σειρά μαθημάτων που καλύπτουν πλήρως το πεδίο γνώσεων που χρειάζεται ένας επαγγελματίας που δραστηριοποιείται στο χώρο της εκπαίδευσης με έμφαση σε θέματα, διάγνωσης και παρέμβασης. Ένα πολύ μεγάλο μέρος του προγράμματος είναι η πρακτική εμπειρία που αποκτούν οι φοιτητές στα συνεργαζόμενα πλαίσια υπό την επίβλεψη έμπειρων καθηγητών και επαγγελματιών του χώρου. Έτσι, δίνεται η ευκαιρία στους φοιτητές να δουλέψουν με άτομα που έχουν μαθησιακές δυσκολίες, να αποκτήσουν εμπειρία στη διάγνωση και αποκατάστασή τους.
Extra πληροφορίες
Οι μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να οφείλονται σε γενετικούς ή άλλους νευροβιολογικούς παράγοντες ή σε κάποια δυσλειτουργία που σχετίζεται με την αντίληψη, τη σκέψη, ή τη μνήμη.
Ανάλογα με τη σοβαρότητά τους, μπορεί να αργήσουν να γίνουν αντιληπτές.
Τα άτομα με μαθησιακές δυσκολίες χρήζουν έγκαιρης διάγνωσης και εξειδικευμένης παρέμβασης, η οποία συμπεριλαμβάνει/προϋποθέτει τη συνεργασία του ειδικού (παιδαγωγού) με το σχολικό περιβάλλον και τους γονείς του ατόμου. Για να είναι επιτυχημένη μια παρέμβαση, θα πρέπει να είναι σχεδιασμένη για το συγκεκριμένο τύπο μαθησιακής δυσκολίας και για τις συγκεκριμένες ανάγκες του κάθε ατόμου. Μια στοχευμένη παρέμβαση περιλαμβάνει τη διδασκαλία συγκεκριμένων δεξιοτήτων και στρατηγικών που θα διευκολύνουν το άτομο στην καθημερινότητα στη εκπαιδευτική διαδικασία, συμβουλευτική προσέγγιση για τους γονείς και τους δασκάλους.