πηγη |
Ορθογραφία των αρσενικών
πηγη |
Τα ουσιαστικά σε | κατηγορία | παραδείγματα | Εξαιρούνται τα: |
-εμός οξύτονα |
κοινά | πηγεμός, ξενιτεμός κ.ά. | |
-ονας προπαροξύτονα |
κοινά | γείτονας, άξονας, πνεύμονας κ.ά. | άμβωνας, εύζωνας, είρωνας, καύσωνας, κλύδωνας, μεσαίωνας, θερμοσίφωνας |
-ωναςπροπαροξύτονα | κύρια (αρχ. θεών) | Απόλλωνας, Ποσειδώνας | |
κύρια (αγίων) | Σίμωνας, Σπυρίδωνας, Αγάθωνας κ.ά. | Παντελεήμονας | |
κύρια (αθηναίων) | Πλάτωνας, Αίμωνας, Δάμωνας κ.ά. | (μη αθηναίοι) Αγαμέμνονας, Φιλήμονας, Ιάσονας | |
βουνών | Άθωνας, Πάρνωνας κ.ά. | ||
ποταμών | Λάδωνας κ.ά. | Αλιάκμονας | |
εθνικά | Ιάπωνας, Ίωνας, Λάκωνας κ.ά. | ||
-ώναςπαροξύτονα | κοινά | αγώνας, απατεώνας κ.ά. | κανόνας, ηγεμόνας, αλαζόνας, συνδαιτυμόνας |
περιεκτικά | αμπελώνας, πορτοκαλεώνας κ.ά. | ||
τοπωνύμια | Μαραθώνας, Πλαταμώνας κ.ά. | Μακεδόνας, Στρυμόνας | |
-ωμός | από ρ. σε -ώνω | λυτρωμός, σκοτωμός, | ερχομός (από το ρ. έρχομαι) |
-ορας | αυτοκράτορας, ρήτορας, Νέστορας, δικτάτορας κ.ά. | ||
-ότης | αγρότης, δημότης, τοξότης, πότης | δεσμώτης, θιασώτης, Ηπειρώτης | |
-τήρας | ανεμιστήρας, βραστήρας, νιπτήρας κ.ά. | ||
-ητής | από ρ. σε -ώ | αθλητής, επιθεωρητής, διοικητής κ.ά. | ενισχυτής, επενδυτής, ιδρυτής, μηνυτής, λυτής, κριτής, (δεν παράγονται από ρ. σε -ώ) |
-ισμός | πολιτισμός, υλισμός | δανεισμός, εγκλεισμός, εμπρησμός, χρησμός, κατακλυσμός | |
-ιστής | από ρ. σε -ίζω | λογιστής, αγωνιστής, | δανειστής, ληστής, εμπρηστής. |
από ουσ. σε -ισμός | ρεαλισμός > ρεαλιστής σοσιαλισμός > σοσιαλιστής κ.ά. |
||
τραγουδιστής, πολεμιστής | |||
-ίτης | κοινά | γραφίτης, πολίτης, οπλίτης κ.ά. | |
εθνικά | Πολίτης, Θασίτης κ.ά. | ||
-ιώτης | κοινά | επαρχιώτης, ιδιώτης, στρατιώτης, ταξιδιώτης κ.ά. | |
εθνικά | Σουλιώτης, Βολιώτης, Χιώτης | ||
-ότης | κοινά | αγρότης, δεσπότης, δημότης, δότης, ιππότης, τοξότης, πότης, συνωμότης κ.ά. | θιασώτης, Ηπειρώτης |
-ωτής | από ρ. σε -ώνω | διορθωτής, πιστωτής, οργανωτής | θιασώτης, Ηπειρώτης |
ουσιαστικά σε | κατηγορία | παραδείγματα | Εξαιρούνται τα: |
-αίαπαροξύτονα | κοινά | αυλαία, κεραία, τροχαία, νεολαία, κ.ά. | θέα, ιδέα, παρέα, νέα |
τοπωνύμια | Ζέα, Κέα, Νεμέα, Τεγέα, Καπνικαρέα | ||
-αιαπροπαροξύτονα | Φώκαια, Ποτίδαια, Νίκαια | ||
-αινα | κοινά | λύκαινα, δράκαινα, φάλαινα κ.ά. | |
ανδρωνυμικά | Γιώργαινα, Μαυρομιχάλαινα κ.ά. | ||
-ιά οξύτονα |
κοινά | ελιά, μιλιά, ξενιτιά, γειτονιά κ.ά. | γιατρειά, δουλειά, σοδειά κ.ά. (από ρ. σε εύω) |
-ία παροξύτονα |
κοινά | αδικία, αεροπορία, αργία, φιλία κ.ά. | λατρεία, πορεία, νηστεία κ.ά. (από ρ. σε -εύω) ευθεία, οξεία, ταχεία κ.ά. (από επίθ. σε -υς)και τα: βλακεία, γραμματεία, επαιτεία, εταιρεία, εφεδρεία, εφηβεία, θεία, πειρατεία, πελατεία, υγεία |
τοπωνύμια | Αγγλία, Ιταλία, Ινδία κ.ά. | Ηλεία, Σητεία, Τροία | |
κύρια | Ελευθερία, Διονυσία κ.ά. | Βασιλεία | |
επιστήμες | Φιλοσοφία, Ιστορία κ.ά. | Χημεία | |
-ια καταχρηστικός δίφθογγος | κοινά | αρρώστια, ζήλια, φτήνια κ.ά. | φτώχεια |
-εια προπαροξύτονα |
κοινά (σχεδόν όλα) |
βοήθεια, διάρκεια, ενέργεια αλήθεια, ασθένεια κ.ά. |
άγνοια, διχόνοια, έννοια,
κ.ά. (β' συνθ. νους) παλίρροια, απόρροια (β' συνθ. ρους) Εύβοια (β' συνθ. βους) |
κύρια | Γαλάτεια, Θάλεια, Φιλαδέλφεια, Ψυτάλλεια κ.ά. | Ερέτρια | |
-εία παροξύτονα |
κοινά | ερμηνεία, θεραπεία, πορεία (από ρ. σε -εύω) και υγεία κ.ά. |
ηγεμονία, κηδεμονία, προεδρία, δυσκολία, αμνηστία, ζήλια, ξενιτιά, περηφάνια |
αμβλεία, ευθεία, ταχεία κ.ά. (από επιθ. σε -υς) |
βαριά, βαθιά, παχιά,
πλατιά, τραχιά, φαρδιά (με καταχρηστική δίφθογγο στη λήγουσα) |
||
-έλα | κοπέλα, φουστανέλα | απέλλα, βδέλλα, θύελλα, δικέλλα, καραβέλλα | |
-ήθρα | κολυμπήθρα, τσουλήθρα | ||
-ίδα | κοινά | ασπίδα, πατρίδα κ.ά. | καρύδα, σημύδα, χλαμύδα |
-ίλα | κοινά | καπνίλα, χωματίλα κ.ά. | |
-ίνα | κοινά, κύρια | καρδερίνα, Κατερίνα κ.ά. | λειχήνα, σειρήνα, σπλήνα |
-ισσα | κοινά, κύρια | γειτόνισσα, Σαμιώτισσα κ.ά. | Λάρισα, σάρισα, γόησα, κόμησα |
-ιση | από ρ. σε -ίζω | διαφήμιση, διαχείριση κ.ά. | |
-ηση | από ρ. σε -ώ | ερώτηση, συζήτηση | |
-υση | από ρ. σε -ύω/ύνω | δύση, διάλυση, ίδρυση | |
-ίτσα | υποκοριστικά | κουκλίτσα, κοπελίτσα | θείτσα |
-όνα | κοινά, κύρια | αμαζόνα, εικόνα, σταγόνα κ.ά. | λεγεώνα, χελώνα, κρυψώνα, κορώνα, κοτρώνα, λεχώνα, σπιταρώνα από αρχαία τοπωνύμια σε -ών, π.χ. Βαβυλώνα, Σιδώνα |
-όση | κοινά | δόση, έκδοση, πρόποση | |
-τρια | κοινά | εργάτρια, μαθήτρια κ.ά. | |
-ότητα | κοινά | θερμότητα, ποιότητα κ.ά. | |
-ύτητα | κοινά | ευθύτητα, ταχύτητα κ.ά. | |
-οσύνη | κοινά | δικαιοσύνη, ευγνωμοσύνη κ.ά. | |
-υνση | κοινά | διεύθυνση, μόλυνση, πάχυνση κ.ά. | |
-ωνία | κοινά, κύρια | αγωνία, Λακωνία, Ιαπωνία | Μακεδονία, Παφλαγονία |
-ωνιά | κοινά, κύρια | παγωνιά, κλειδωνιά | πετονιά, λεμονιά, πεπονιά, γειτονιά κ.ά. |
-ωση | από ρ. σε -ώνω | ζύμωση, ακύρωση | |
-ωτή | κοινά | καλαμωτή, φτερωτή |
ουσιαστικά σε | παραδείγματα | Εξαιρούνται τα: |
-ι | κλειδί, παιδί, πουλί κ.ά. | βράδυ, δάκρυ, δίχτυ, δόρυ, στάχυ, οξύ |
-άδικο | όσα δηλώνουν τόπο: γαλατάδικο, ραφτάδικο, σιδεράδικο | |
-είο παροξύτονα |
όσα δηλώνουν τόπο: γραφείο, κουρείο, σφαγείο κ.ά. | βιβλίο, βυτίο, δελτίο, δισκίο, θηρίο, θρανίο, τοπίο, πτυχίο, πεδίο με καταχρηστικό δίφθογγο: γέλιο, κουράγιο, μουράγιο και τα: κρύο, πλοίο |
-ειοπροπαροξύτονα | όσα παράγονται από κύρια ονόματα: Αχίλλειο, Φιλίππειο, Ηρώδειο | |
-ιοπροπαροξύτονα | ακόντιο, δηλητήριο, εμπόριο, εστιατόριο, μετάλλιο, σχόλιο, φυλάκιο κ.ά. | βασίλειο,
δάνειο, επίνειο, ηφαίστειο, κώνειο, κηρύκειο, λύκειο με β' συνθ. τη λ. γη: υπόγειο, ισόγειο, ανώγειο, περίγειο, απόγειο όσα παράγονται από ονόματα: Αρσάκειο, Ζάππειο, Πυθαγόρειο, Ηράκλειο |
-ήμαπαροξύτονα | μηχάνημα, τηλεγράφημα, επιφώνημα κ.ά | ίδρυμα, κατάλυμα, μήνυμα, έλλειμμα |
-ητόοξύτονα | κυνηγητό, παραμιλητό | |
-ριόοξύτονα | καμπαναριό, νοικοκυριό, πλυσταριό, χωριό κ.ά. | |
-τήριοπαροξύτονα | γυμναστήριο, δικαστήριο, κοιμητήριο, κομμωτήριο, φροντιστήριο κ.ά. | μαρτύριο |
-ίδιπαροξύτονα | γίδι, βαρίδι, πιστολίδι, στολίδι, ταξίδι κ.ά. | Παλαμήδι αντικλείδι, στρείδι καρύδι, κρεμμύδι, φρύδι |
-ίκιπαροξύτονα | βερνίκι, μανίκι, φυστίκι κ.ά | σκουλήκι |
-όνιπαροξύτονα | κανόνι, πεπόνι, παγόνι, τιμόνι κ.ά. | αλώνι, καψώνι, κοτρώνι, κυδώνι, κωθώνι, παγώνι, παραγώνι, τελώνι |
-τήρι παροξύτονα |
θυμιατήρι, ξυπνητήρι, πατητήρι, ποτήρι, τρυπητήρι, χτυπητήρι κ.ά. | χατίρι με β' συνθ. τη λ. τυρί: γαλοτύρι, ψωμοτύρι κ.ά. |
-ώμα, -ωμα | χρώμα, στρώμα, πάτωμα | όνομα, κόμμα, στόμα, επίδομα |
Γραμματική Νέας
Ελληνικής Γλώσσας Α', Β' Γ' Γυμνασίου, Σωφρόνης Χατζησαββίδης - Αθανασία
Χατζησαββίδου, ΟΕΔΒ, Αθήνα, Έκδοση Α, 2011
|
|
Νεοελληνική Γραμματική, Μανόλης Τριανταφυλλίδης, ΟΕΣΒ, Αθήνα, 1941
|
|
Γραμματική της Ελληνικής Γλώσσας, David Holton - Peter Mackridge - Ειρήνη Φιλιππάκη-Warburton, Πατάκης, Αθήνα, 1999
|
|
Γραμματική της Νέας Ελληνικής, Χρ. Κλαίρης - Γ. Μπαμπινιώτης, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2005
|
|
Γραμματική Ε, Στ Δημοτικού, Ειρήνη Φιλιππάκη-Warburton - Μιχ. Γεωργιαφέντης - Γεώργιος Κοτζόγλου - Μαργαρίτα Λουκά, ΟΕΔΒ, Αθήνα
|
|
Εφαρμοσμένη Γραμματική της Δημοτικής και Συντακτικό, Γιάννη Β. Παπαναστασίου, Αθήνα, 1989
|
|
Συντακτικό της Νέας Ελληνικής, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1996, κα' έκδοση
|
|
Νεοελληνική Γλώσσα Α' Γυμνασίου, Γιάννης Παπαθανασίου, εκδ. Χαζτηθωμά, Θεσσαλονίκη, 2006
|
|
Νεοελληνική Γλώσσα Β' Γυμνασίου, Γιάννης Παπαθανασίου, εκδ. Χαζτηθωμά, Θεσσαλονίκη, 2006
|
|
Νεοελληνική Γλώσσα Γ' Γυμνασίου, Γιάννης Παπαθανασίου, εκδ. Χαζτηθωμά, Θεσσαλονίκη, 2006
|