25/8/22

Αθηνά Τεστ διάγνωσης δυσκολιών μάθησης

πηγη

 

Το ΑθηνάΤεστ είναι ένα πολυθεματικό, ατομικό τεστ με κύρια εφαρμογή στη διάγνωση μαθησιακών δυσκολιών. Με το ΑθηνάΤεστ είναι δυνατόν να εκτιμηθούν οι δυνατότητες ή αδυναμίες των μαθητών και να γίνει παρέμβαση ενισχυτικά – εφόσον κριθεί απαραίτητο με το ειδικό πρόγραμμα αποκατάστασης. Το τεστ αυτό αφορά παιδιά ηλικίας 5 έως 8 ετών (Παρασκευόπουλος κ.ά., 1996).

 
Το ΑθηνάΤεστ Διάγνωσης Δυσκολιών Μάθησης είναι ένα ψυχοπαιδαγωγικό διαγνωστικό μέσο, το οποίο κατασκευάστηκε ειδικώς για να εντοπιστούν παιδιά που παρουσιάζουν δυσκολίες ν’ ανταποκριθούν στις μαθησιακές απαιτήσεις του σχολείου.
Είναι ένα πολυθεματικό τεστ ενδο-ατομικής αξιολόγησης, το οποίο μας δίνει μια αναλυτική εικόνα της παρούσας κατάστασης του παιδιού σε καίριους τομείς της ανάπτυξης και εντοπίζει συγκεκριμένες περιοχές που είναι ελλειμματικές και οι οποίες ενδεχομένως να παρεμποδίζουν το παιδί ν’ ανταποκριθεί στις μαθησιακές απαιτήσεις του σχολείου και να χρήζουν ιδιαίτερης διδακτικό-θεραπευτικής παρέμβασης.
Είναι μια δέσμη από επιμέρους διαγνωστικές δοκιμασίες, δεκατέσσερις (14) κύριες και μία (1) συμπληρωματική, οι οποίες αξιολογούν ένα ευρύτατο φάσμα κινητικών, αντιληπτικών, νοητικών και ψυχογλωσσικών διεργασιών. Αυτές οι κλίμακες σχετίζονται με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα παιδιά για ν’ ανταποκριθούν στις μαθησιακές απαιτήσεις του σχολείου. Αξιολογούν το επίπεδο και τo ρυθμό ανάπτυξης του παιδιού σε διάφορους τομείς, όπως είναι: η νοητική ικανότητα, η άμεση μνήμη ακολουθιών, η ολοκλήρωση παραστάσεων, η γραφοφωνολογική ενημερότητα καθώς και η νεύρο-ψυχολογική ωριμότητα, όπως είναι ο οπτικοκινητικός συντονισμός, η πλευρίωση και ο προσανατολισμός του σώματος.


Τα εξεταστικά αποτελέσματα του ΑθηνάΤεστ δίνουν ένα αναλυτικό-διαγνωστικό προφίλ του παιδιού, το οποίο δείχνει περιοχές ανάπτυξης που είναι ελλειμματικές και που ενδεχομένως μπορούν να ενοχοποιηθούν για τις παρούσες ή μελλοντικές δυσκολίες μάθησης και προσαρμογής του παιδιού στο σχολείο. Σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε ειδικώς, για να χρησιμοποιείται από τους εκπαιδευτικούς, δασκάλους και νηπιαγωγούς, με τα παιδιά της τάξης τους, για να έχουν, για το καθένα, μια ορθολογικά οργανωμένη και συστηματική περιγραφή του επιπέδου και ρυθμού ανάπτυξης του παιδιού σε κρίσιμους για τη σχολική μάθηση τομείς ανάπτυξης.
Οι ειδικοί αυτοί με τη χορήγηση του ΑθηνάΤεστ μπορούν να εξασφαλίσουν με τρόπο εύκολο και γρήγορο, πληθώρα κρίσιμων διαγνωστικών πληροφοριών. Ο κάθε χρήστης βέβαια του ΑθηνάΤεστ θα αξιολογήσει τα ψυχομετρικά αποτελέσματα από τη δική του οπτική γωνία και θα τα αξιοποιήσει με βάση το δικό του επίπεδο διαγνωστικής και θεραπευτικής ερμηνείας.
Το ΑθηνάΤεστ έχει κατασκευαστεί να χρησιμοποιείται με παιδιά που βρίσκονται στα πρώτα χρόνια της φοίτησής τους στο σχολείο, αφού αποσκοπεί στην έγκαιρη διάγνωση. Για αυτό ως προς το βαθμό δυσκολίας το ΑθηνάΤεστ φρόντισε ν’ αντιστοιχεί πρωτίστως, σε αναπτυξιακό επίπεδο παιδιών ηλικίας: από την αρχή του 5ου έτους ως το τέλος του 9ου έτους, δηλαδή παιδιών που φοιτούν στο Νηπιαγωγείο, καθώς και στην Α΄, στη Β΄, στη Γ΄ και στη Δ΄ τάξη του Δημοτικού Σχολείου. Σ’ αυτά τα παιδιά μπορούν να χορηγηθούν άνετα όλες οι επιμέρους κλίμακες του ΑθηνάΤεστ.
Ασφαλώς, το ΑθηνάΤεστ μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με μεγαλύτερα παιδιά που φοιτούν σ’ όλες τις τάξεις του Δημοτικού Σχολείου, ακόμα και του Γυμνασίου, τα οποία παρουσιάζουν σοβαρές μαθησιακές ανεπάρκειες. Επίσης, ορισμένες μεμονωμένες επιμέρους κλίμακες, όπως π.χ. «Πλευρίωση» και οι άλλες κλίμακες νεύρο-ψυχολογικής ωριμότητας, μπορούν να χρησιμοποιηθούν με παιδιά όλων των ηλικιών, από της νηπιακής μέχρι και της εφηβικής ηλικίας.
Απώτερος σκοπός της διαφορικής – αναλυτικής αξιολόγησης του παιδιού με το ΑθηνάΤεστ είναι ο προγραμματισμός και η εφαρμογή της κατάλληλης διδακτικό-θεραπευτικής παρέμβασης, για να βοηθηθεί το παιδί να ξεπεράσει τις δυσκολίες του αυτές πριν εκδηλωθούν, δηλαδή για την πρόληψή τους. Αλλά και σε περίπτωση που έχουν εκδηλωθεί αυτές οι δυσκολίες, να βοηθηθεί το παιδί να τις ξεπεράσει, πριν παγιωθούν, δηλαδή για την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία τους.
Ο εκπαιδευτικός μπορεί να αξιοποιήσει τα αποτελέσματα του ΑθηνάΤεστ κατά τρεις τρόπους:
1. Ως ψυχοπαιδαγωγικό διαγνωστικό πλαίσιο, πάνω στο οποίο θα στηριχθεί ο ίδιος ο εκπαιδευτικός, είτε μόνος του αυτόνομα είτε σε συνεργασία με τον σχολικό ψυχολόγο και άλλους ειδικούς, για να προγραμματίσει και να εφαρμόσει, είτε μέσα στην τάξη είτε στα πλαίσια παράλληλης ενισχυτικής διδασκαλίας, την κατάλληλη για τους μαθητές του, εξατομικευμένη, διδακτικό-θεραπευτική παρέμβαση.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι ενδο-ατομικές συγκρίσεις μεταξύ διαφόρων «όψεων» της ίδιας ικανότητας. Για σύγκριση μέσα στο ίδιο το παιδί, για την ίδια ικανότητα, έχουν περιληφθεί κλίμακες με διαφορετικό εξεταστικό υλικό, όπως: κλίμακες με υλικό ακουστικό και κλίμακες με υλικό οπτικό για σύγκριση διόδων επικοινωνίας. Επίσης κλίμακες με υλικό σημασιολογικό (εικόνες αντικείμενων, πραγματικές λέξεις) και κλίμακες με υλικό σχηματικό («φτιαχτές» λέξεις, εικόνες άσημων πρωτόγνωρων συμβόλων) για σύγκριση επιπέδων επεξεργασίας των πληροφοριών, όπως είναι το επίπεδο της εσωτερικής συνειδητής λογικής επεξεργασίας των πληροφοριών (το αναλυτικό — συνθετικό νοητικό επίπεδο) και το επίπεδο της μηχανικής – ολιστικής εκτέλεσης διανοητικών πράξεων (το αυτοματικό νοητικό επίπεδο) κ.τ.ό.
Γενικά, η ενδο-ατομική αξιολόγηση των διαφορών παρέχει, το ψυχοπαιδαγωγικό διαγνωστικό πλαίσιο για τον προγραμματισμό και την εφαρμογή εξατομικευμένων προγραμμάτων παρέμβασης για την πρόληψη και τη θεραπεία δυσκολιών μάθησης.
2. Ως προκριματικό υλικό, για μια πρώτη ψυχοπαιδαγωγική αξιολόγηση των μαθητών του, η οποία θα τον βοηθήσει να εντοπίσει τα παιδιά που θα πρέπει να παραπεμφθούν σε ιατροπαιδαγωγικές υπηρεσίες ή και σε άλλους ειδικούς – για περαιτέρω και συστηματικότερη διαγνωστική αξιολόγηση. Το ΑθηνάΤεστ επιδιώκει να καλύψει όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές της ανάπτυξης που σχετίζονται με τη σχολική πρόοδο και προσαρμογή του παιδιού: νευροψυχολογική, νοητική, κινητική, αντιληπτική, ψυχογλωσσική και άλλες (Τρίγκα, 2004).
3. Ως μέσο συλλογής ερευνητικών δεδομένων, για τη διενέργεια ψυχοπαιδαγωγικών ερευνητικών εργασιών. Ο εκπαιδευτικός µπορεί, βασιζόμενος στο ψυχοπαιδαγωγικό πρότυπο του ΑθηνάΤεστ, να θέσει και ν’ απαντήσει ερευνητικά ερωτήματα για την ανάπτυξη και τη μάθηση, συγκεντρώνοντας, µε τη χορήγηση του ΑθηνάΤεστ, πλούσιο, κάθε φορά, εμπειρικό υλικό, µε τρόπο άμεσο και αβίαστο.
Ως πρότυπο, τόσο θεωρητικό όσο και λειτουργικό, για την κατασκευή του ΑθηνάΤεστ χρησιµοποιήθηκαν δύο από τα πιο γνωστά διαγνωστικά τεστ: το Aston Index (αγγλικής προέλευσης) και το Ιλλινόις Τεστ Ψυχογλωσσικών Ικανοτήτων ITRA (αμερικανικής προέλευσης).
Εξεταστικό υλικό του ΑθηνάΤεστ
Το υλικό που απαιτείται για τη χορήγηση και βαθμολόγηση των κλιµάκων του ΑθηνάΤεστ αποτελείται από έντυπα, βιβλία και φυλλάδια (όπως «Οδηγός Εξετάσεων», «Φυλλάδιο Εξέτασης») από δελτάρια µε εικόνες κοινών αντικειμένων και µε γεωμετρικά – αφηρημένα σχήµατα, καθώς και από κοινά μικροαντικείμενα (όπως ξυλοµπογιά, ξύστρα, μεγεθυντικός φακός, χάρτινος κυλινδρικός σωλήνας). Το υλικό αυτό φυλάσσεται και μεταφέρεται σε βαλιτσάκι, ειδικώς κατασκευασμένο για το ΑθηνάΤεστ.
Το εξεταστικό υλικό πρέπει να είναι πλήρες και σε καλή κατάσταση. Στο•βαλιτσάκι του ΑθηνάΤεστ πρέπει να υπάρχουν πάντοτε, γιατί χρειάζονται για να χορηγηθεί το τεστ, τα παρακάτω:


Ι. Υλικό που διατίθεται από τον εκδότη
1.Έντυπο µε τίτλο «Οδηγός Εξεταστή»:
Περιλαμβάνει οδηγίες για τη διαδικασία, σε όλες τις λεπτομέρειές της, την οποία πρέπει να ακολουθεί ο εξεταστής για να χορηγήσει και να βαθμολογήσει όλες τις κλίμακες του AθηνάΤεστ.
2. Αντίτυπα του εντύπου «Φυλλάδιο Εξέτασης»
Αυτά είναι 16σέλιδα έντυπα, όπου καταγράφονται οι απαντήσεις του παιδιού στις κλίμακες του τεστ. Τα φυλλάδια αυτά είναι αναλώσιμο υλικό. Για κάθε παιδί – εξέταση αναλίσκεται ένα (1) τέτοιο φυλλάδιο.
3. «Δελτάριο Καρτελών No 1»
Το δελτάριο αυτό για τη «Μνήμη εικόνων» και για τη «Μνήμη σχημάτων», είναι ένα μακρόστενο μπλοκ που περιέχει 1 καρτέλα για το παράδειγμα, 16 καρτέλες με σειρές εικόνων κοινών αντικειμένων για την κλίμακα «Μνήμη εικόνων» και 16 καρτέλες με σειρές αφηρημένων σχημάτων για την κλίμακα «Μνήμη σχημάτων».
4. Εννέα (9) χαρτονάκια με εικόνες κοινών αντικειμένων για την κλίμακα «Μνήμη εικόνων» και εννέα (9) χαρτονάκια με σχήματα για την κλίμακα «Μνήμη σχημάτων».
5.«Δελτάριο Καρτελών No 2»
Αυτό είναι για τη «Σύνθεση φθόγγων»και είναι ένα μακρόστενο μπλοκ που περιέχει 12 καρτέλες με εικόνες τεσσάρων κοινών αντικειμένων η καθεμιά, για την κλίμακα «Σύνθεση φθόγγων».
6. Τέσσερα (4) μικροαντικείμενα
Αυτά αφορούν την κλίμακα «Πλευρίωση» και είναι: ξύστρα, ξυλομπογιά, μεγεθυντικός φακός, χάρτινος κυλινδρικός σωλήνας.
Π. Υλικό που πρέπει να εξεύρει ο εξεταστής
1. Δύο (2) κοινά μολύβια
Από αυτά το ένα είναι χωρίς σβηστήρα και χρησιμοποιείται από το παιδί για να γράφει, όπου χρειάζεται και το άλλο χρησιμοποιείται από τον εξεταστή για να καταγράφει τις απαντήσεις του παιδιού στο Φυλλάδιο Εξέτασης. Ένα από τα δύο χρησιμοποιείται και σε ερώτηση της κλίμακας «Πλευρίωση».
2. Ένα κοινό ρολόι
Aυτό χρησιμοποιείται για τη χορήγηση των ερωτήσεων 5 και 6 της κλίμακας «Πλευρίωση».
III. Συμπληρωματικό — ενημερωτικό υλικό
1.Έντυπο με τίτλο «Δομή και χρησιμότητα του ΑθηνάΤεστ»
Αυτό περιέχει γενικές πληροφορίες για το ΑθηνάΤεστ και αποτελεί το «εισαγωγικό» μέρος των συνοδευτικών εντύπων του τεστ.
2.Μια κασέτα μαγνητοφώνου
Αυτή περιέχει ηχογράφηση, από έμπειρο εξεταστή, των ερωτήσεων των γλωσσικών κλιμάκων. Προορίζεται για να χρησιμοποιηθεί από τον εξεταστή για να ασκηθεί και να μάθει να εκφωνεί σωστά τις ερωτήσεις των κλιμάκων αυτών (Τρίγκα, 2004).
Κλίμακες του ΑθηνάΤεστ
Το ΑθηνάΤεστ αποτελείται από δεκατέσσερις (14) κύριες κλίμακες και μία (Ι) συμπληρωματική σε μορφή αναπτυξιακών ψυχομετρικών κλιμάκων. Οι κλίμακες αυτές αξιολογούν πλευρές της ανάπτυξης του παιδιού που θεωρούνται κρίσιμες για τη σχολική μάθηση και προσαρμογή. Έχουν ταξινομηθεί και παρουσιάζονται με βάση τον ειδικότερο τομέα ανάπτυξης που αξιολογεί η κάθε κλίμακα (Παρασκευόπουλος Ι., Καλαντζή -Αζίζι Α.και Γιαννίτσας Ν., 1999).
Οι κλίμακες του τεστ, ειδικότερα είναι:
– Η κλίμακα «Νοητική ικανότητα» με τρεις υποκλίμακες.
Στο «Λεξιλόγιο» το παιδί καλείται να δώσει το εννοιολογικό περιεχόμενο συγκεκριμένων λέξεων. Στις «Γλωσσικές αναλογίες», το παιδί θα πρέπει να συμπληρώσει μια ελλιπή πρόταση. Στην «Αντιγραφή σχημάτων» το παιδί καλείται να αντιγράψει πιστά ορισμένα γεωμετρικά σχήματα.
– Η κλίμακα «Άμεση μνήμη ακολουθιών» με τρεις υποκλίμακες.
Στη «Μνήμη αριθμών» το παιδί καλείται να επαναλάβει σωστά σειρές από αριθμούς, που του εκφωνούνται. Στις υποκλίμακες «Μνήμη εικόνων» και «Μνήμη σχημάτων» το παιδί καλείται να θυμηθεί και να συνθέσει εικονιζόμενες σειρές συγκεκριμένων αντικειμένων και αφηρημένων σχημάτων αντίστοιχα. Στην υποκλίμακα «Κοινές ακολουθίες», το παιδί πρέπει να απαντήσει σωστά σε ερωτήσεις σχετικές με την διαίρεση του χρόνου σε ημέρες και σε μήνες, καθώς και με τη χρήση της αριθμητικής κλίμακας.
– Η κλίμακα «Ολοκλήρωση ελλιπών παραστάσεων» με δύο υποκλίμακες.
Στην «Ολοκλήρωση λέξεων» ο εξεταστής προφέρει με φυσικό τόνο μια «ακρωτηριασμένη» λέξη και το παιδί καλείται να βρει την πλήρη λέξη. Στην «Ολοκλήρωση προτάσεων» το παιδί συμπληρώνει μια πρόταση με τον κατάλληλο όρο.
– Η κλίμακα «Γράφο-φωνολογική ενημερότητα» με 3 υποκλίμακες. Στην υποκλίμακα «Σύνθεση φθόγγων» το παιδί προσπαθεί να συνθέσει τους φθόγγους, που προφέρει ο ερευνητής, για να φτιάξει λέξεις. Στην υποκλίμακα «Διάκριση φθόγγων» το παιδί καλείται να δηλώσει αν ζεύγη «ψευδολέξεων», που εκφωνεί ο εξεταστής, είναι ίδιες ή διαφορετικές. Στην υποκλίμακα «Διάκριση γραφημάτων» το παιδί πρέπει να διακρίνει τις διαφορές, που υπάρχουν σε ζεύγη γραπτών «ψευδολέξεων».
– Η κλίμακα «Νευροψυχολογική ωριμότητα» με τρεις υποκλίμακες.
Στην υποκλίμακα «Οπτικό-κινητικός συντονισμός» το παιδί καλείται να σύρει με το μολύβι μια γραμμή στο μέσον ενός προσχεδιασμένου δρόμου, χωρίς να ακουμπήσει τα πλάγια του δρόμου. Στην υποκλίμακα «Πλευρίωση» εξετάζεται η δεξιόπλευρη, η αριστερόπλευρη ή η αδιαφοροποίητη πλευρίωση, που παρουσιάζει το παιδί, στο μάτι, στο αυτί, στο χέρι και στο πόδι. Στην υποκλίμακα «Αντίληψη δεξιού-αριστερού», αξιολογείται η ικανότητα του παιδιού να διακρίνει το αριστερό από το δεξί.
Η συνολική βαθμολογία, που πετυχαίνει το παιδί στις έντεκα πρώτες κύριες υποκλίμακες του τεστ, μετατρέπεται σε δύο αναπτυξιακούς δείκτες: στην «αναπτυξιακή ηλικία», που εκφράζεται σε έτη και μήνες, όπως και η χρονολογική ηλικία, και δείχνει το επίπεδο ανάπτυξης του παιδιού τη δεδομένη χρονική στιγμή και στο «αναπτυξιακό πηλίκο», που δείχνει το ρυθμό ανάπτυξης και εκφράζεται σε ακέραιο αριθμό (μονοψήφιο ή διψήφιο), με μέση τιμή δέκα (10) και τυπική απόκλιση τρία (3).
Μετά τη χορήγηση των κλιμάκων και με βάση την επίδοση του παιδιού σε αυτές προκύπτει το αναπτυξιακό προφίλ του και εντοπίζονται οι ιδιαίτερες ικανότητες, αλλά και αδυναμίες του παιδιού, που χρήζουν ενισχυτικής παρέμβασης (Παπάνης, Γιαβρίμης & Βίκη, 2007).
Τρίγκα Ελένη, 2004, Αθήνα, Διπλωματική εργασία, Προσαρμογή του Αθηνατεστ Διάγνωσης δυσκολιών μάθησης σε τυφλά παιδιά.
Το ΑθηνάΤεστ ως διαγνωστικό µέσο
Το ΑθηνάΤεστ αξιολογεί διάφορες κινητικές, αντιληπτικές, νοητικές και ψυχογλωσσικές ικανότητες του παιδιού που σχετίζονται µε τις δυσκολίες μάθησης. Με την αξιολόγηση αυτή καθορίζεται για καθεμιά από τις ικανότητες αυτές, ποιος είναι ο βαθμός ανάπτυξης του παιδιού και εντοπίζονται περιοχές που ο βαθμός ανάπτυξης είναι ελλειμματικός ή μέσος – κανονικός ή ανώτερος.
Για τις ελλειμματικές περιοχές θα πρέπει να υπάρξει ειδική διδακτική θεραπευτική φροντίδα, ενώ οι περιοχές µε µέσο-κανονικό και ανώτερο βαθμό ανάπτυξης θα αποτελέσουν τα σημεία στήριξης στην προσπάθεια για βελτίωση των ελλειμματικών περιοχών.
Ο βαθμός ανάπτυξης του παιδιού στις πρώτες 11 κύριες κλίμακες εκφράζεται µε δύο αριθμητικούς δείκτες: το Αναπτυξιακό πηλίκο και την Αναπτυξιακή ηλικία. Στις τρεις τελευταίες κλίμακες καθώς και στην συμπληρωτική κλίµακα «Koινές ακολουθίες» ο βαθµός ανάπτυξης εκφράζεται µε ποιοτικούς χαρακτηρισμούς (Επαρκής – Ελλιπής) ή µε κατηγορικούς χαρακτηρισμούς (Δεξιόπλευρη Πλευρίωση – Αριστερόπλευρη Αδιαμόρφωτη Πλευρίωση).
Το Αναπτυξιακό πηλίκο εκφράζεται µ’ έναν ακέραιο (µονοψήφιο ή διψήφιο αριθµό που κυµαίνεται µεταξύ του 1 και του 19). Τα αναπτυξιακά πηλίκα στο ΑθηνάΤεστ έχουν την κανονική µορφή του Gauss µε µέσο όρο 10 και τυπική απόκλιση 3. Ο βαθµός ανάπτυξης του παιδιού καθορίζεται από το μέγεθος το αναπτυξιακού πηλίκου σε σύγκριση µε τον αριθµό 10. Ο βαθµός ανάπτυξης το παιδιού είναι µέσος – κανονικός όταν το αναπτυξιακό πηλίκο είναι ίσο µε το 10. Άνω και κάτω της µέσης τιµής ορίστηκαν ζώνες αναπτυξιακών πηλίκων που η καθεµιά αντιστοιχεί και σε µια διαγνωστική κατηγορία. Με βάση το αναπτυξιακό πηλίκο λοιπόν, του παιδιού µπορούµε να καθορίσουµε το βαθµό ανάπτυξης του παιδιού και τη διαγνωστική κατηγορία στην οποία εµπίπτει η επίδοση του παιδιού στις 11 πρώτες κλίµακες του τεστ.
Η Αναπτυξιακή ηλικία εκφράζεται σε έτη και µήνες, όπως και η χρονολογική ηλικία. Με την αναπτυξιακή ηλικία µπορούµε να καθορίσουµε το βαθµό ανάπτυξης και τη διαγνωστική κατηγορία που εντάσσεται το παιδί, όπως και µε το αναπτυξιακό πηλίκο, αλλά και το βαθµό δυσκολίας του διδακτικό-διορθωτικού υλικού που µπoρεί το παιδί ν’ αφομοιώσει τη δεδομένη χρονική στιγµή. Αυτή η πληροφορία είναι απαραίτητη στην κατάρτιση και εφαρμογή του κατάλληλου προγράμματος διορθωτικής παρέµβασης.
Η σύγκριση µεταξύ της αναπτυξιακής και χρονολογικής ηλικίας καθορίζει το βαθµό ανάπτυξης και τη διαγνωστική κατηγορία του παιδιού.
Ίδιες διαφορές µεταξύ των δύο ηλικιών δεν έχουν την ίδια διαγνωστική βαρύτητα σ’ όλες τις ηλικίες. Όσο μεγαλύτερης ηλικίας είναι το παιδί τόσο µικρότερη είναι η διαγνωστική βαρύτητα της διαφοράς µεταξύ των δύο ηλικιών, ενώ όσο μικρότερης ηλικίας είναι το παιδί τόσο μεγαλύτερη είναι η διαγνωστική βαρύτητα της διαφοράς µεταξύ των δύο ηλικιών.
Την άνιση αυτή διαγνωστική αξία δεν παρουσιάζουν τα αναπτυξιακά πηλίκα.
Η διαφορά µεταξύ του αναπτυξιακού πηλίκου και του σταθερού αριθµού 10 έχει την ίδια διαγνωστική βαρύτητα σ’ όλες τις ηλικίες.
Το ΑθηνάΤεστ, όπως τονίστηκε, αποσκοπεί να εντοπίσει περιοχές ανάπτυξης του παιδιού που είναι ελλειμματικές και που µπορούν να ενοχοποιηθούν για τις παρούσες ή μελλοντικές δυσκολίες μάθησης του παιδιού στο σχολείο. Αυτές οι περιοχές θα πρέπει να τύχουν ειδικής διδακτικό-θεραπευτικής παρέµβασης, ενώ όσες έχουν µέσο-κανονικό και ανώτερο βαθµό ανάπτυξης θ’ αποτελέσουν τα σηµεία στήριξης, στην προσπάθεια για τη βελτίωση των ελλειμματικών περιοχών.
Τα παιδιά που είναι στο κατώτερο 10% των συνομήλικων τους και ανήκουν στη διαγνωστική κατηγορία «ανεπαρκής επίδοση» και κυρίως όταν συντρέχουν και άλλα επιβαρυντικά στοιχεία από το σχολικό ιστορικό του παιδιού, καθώς και από το εξελικτικό ιστορικό του παιδιού, τα οποία θα µας δώσουν οι γονείς, είναι υποψήφια για παραπομπή, ειδικά, μάλιστα, όταν το αναπτυξιακό πηλίκον τους είναι 5 και ακόµη περισσότερο όταν το αναπτυξιακό πηλίκο είναι 4. Ακόµα και τα παιδιά, που είναι στο κατώτερο 25% των παιδιών και ανήκουν στη διαγνωστική κατηγορία «οριακώς χαµηλή επίδοση» µπορούν να θεωρηθούν ότι είναι «σε κίνδυνο σχολικής αποτυχίας».
Για όλα αυτά τα παιδιά, λοιπόν, που βρίσκονται σε κίνδυνο σχολικής αποτυχίας πρέπει να τους παρασχεθεί η ενδεδειγμένη ειδικότερη διαγνωστική αξιολόγηση και διδακτικο-διορθωτική βοήθεια µε τον πρoγραµµατισµό εξατομικευμένων διδακτικό-θεραπευτικών παρεμβάσεων.
Ο εκπαιδευτικός µπορεί αυτά τα στοιχεία να τα χρησιμοποιήσει είτε ως προκριµατικό υλικό για ν’ αποφασίσει την παραποµπή του παιδιού σε άλλη ενδοσχολική ή εξωσχολική υπηρεσία για περαιτέρω και συστηματικότερη διαγνωστική αξιολόγηση είτε ως ψυχοπαιδαγωγικό πλαίσιο για να προγραμματίσει και να εφαρμόσει εξατομικευμένα προγράµµατα διορθωτικής παρέμβασης.
Για τον προγραμματισμό και εφαρμογή εξατομικευμένων προγραμμάτων διδακτικό-θεραπευτικής παρέμβασης, τεράστια πρακτική σπουδαιότητα έχει η ενδοατοµική αξιολόγηση της επίδοσης του παιδιού, γιατί παρέχει το ψυχοπαιδαγωγικό διαγνωστικό πλαίσιο.
Με το ΑθηνάΤεστ µπορούµε να καθορίσουµε κατά πόσο υπάρχουν διαφορές µέσα στο ίδιο παιδί, ως προς τις διάφορες ικανότητες, γιατί αποτελείται από επιµέρους κλίµακες που έχουν σταθμιστεί κατά τρόπο που επιτρέπει τη µεταξύ τους σύγκριση. Τα παιδιά που παρουσιάζουν µεγάλες διαφορές ανάµεσα στις επιµέρους ικανότητες έχουν µεγάλες ενδο-ατοµικές διαφορές – ανισότητες. Τα παιδιά που έχουν στις διάφορες επιµέρους ικανότητες τον ίδιο περίπου βαθµό ανάπτυξης έχουν µία ισόρροπη ανάπτυξη.


Με το Διαγνωστικό Διάγραµµα απεικονίζονται σε γραφική παράσταση τα αναπτυξιακά πηλίκα για τις 11 πρώτες κλίµακες του ΑθηνάΤεστ για την αξιολόγηση των ενδο-ατοµικών διαφορών. Όσο πιο «τεθλασµένη» είναι η 11µερής γραµµή των αναπτυξιακών πηλίκων τόσο πιο µεγάλες και πιο πολλές είναι οι ενδο-ατοµικές διαφορές. Αντίθετα, όσο πιο «ευθεία» είναι η γραµµή αυτή τόσο πιο λίγες και πιο µικρές είναι οι ενδο-ατοµικές διαφορές.
Οι δυνατές και ψυχοπαιδαγωγικώς – διαγνωστικώς ενδιαφέρουσες ενδοατοµικές συγκρίσεις που µπορούν να γίνουν µε το ΑθηνάΤεστ είναι πολλές, όπως:
1. Μεταξύ γλωσσικής και πρακτικής νοητικής ικανότητας («Γλωσσικές αναλογίες» και «Λεξιλόγιο» µε «Αντιγραφή σχηµάτων»).
2. Μεταξύ οπτικής και ακουστικής διάκρισης («Διάκριση φθόγγων» µε «Διάκριση γραφηµάτων»). Μια τέτοια ενδο-ατοµική διαφοροποίηση δείχνει διαφορά στη δίοδο επικοινωνίας.
3.Μεταξύ µνήµης σημασιολογικού υλικού και µνήµης άσηµου υλικού («Μνήμη εικόνων» µε «Μνήµη σχηµάτων»).
4. Μεταξύ αναλυτικό-συνθετικού επιπέδου και αυτοματικό-ολιστικού επιπέδου επεξεργασίας και οργάνωσης των εµπειριών, συγκρίνοντας τις «Γλωσσικές αναλογίες» µε την «Ολοκλήρωση προτάσεων». Μια τέτοια αδυναµία σχετίζεται µε ειδική δυσκολία στη γραφή και στην ανάγνωση.
5. Μεταξύ κλιµάκων που χρησιμοποιούν σημασιολογικό γλωσσικό υλικό («Γλωσσικές αναλογίες», «Λεξιλόγιο», «Ολοκλήρωση προτάσεων», «Ολοκλήρωση λέξεων») και κλιµάκων που χρησιμοποιούν άσηµο ή οπτικό υλικό («Αντιγραφή σχηµάτων», «Μνήµη αριθµών», «Μνήµη σχηµάτων»). Μια ενδο-ατοµική διαφορά µε κατώτερη επίδοση στις πρώτες κλίµακες έναντι των άλλων είναι µια ένδειξη ότι το παιδί έχει πoλιτιστική αποστέρηση.
6. Μια οριακώς χαµηλή επίδοση στις κλίµακες της νοητικής ικανότητας και ανεπαρκής επίδοση στις υπόλοιπες κλίµακες είναι ένδειξη ότι το παιδί έχε ελαφρά νοητική ανεπάρκεια.
Για κάθε παιδί εξάγουμε περί τους 25 αριθμητικούς δείκτες (Αναπτυξιακό πηλίκο, Αναπτυξιακή ηλικία, Διαγνωστική κατηγορία για τις πρώτες έντεκα κύριες κλίµακες) και κατηγορικούς – ποιοτικούς χαρακτηρισµούς – δείκτες (Επαρκής, Ελλιπής, Δεξιόπλευρη-Αριστερόπλευρη-Αμφίπλευρη πλευρίωση) για τις τελευταίες τρεις κλίμακες και τη συμπληρωτική «Κοινές ακολουθίες» που αποτελούν το απόσταγμα των απαντήσεων του παιδιού στις 330 περίπου επιµέρους ερωτήσεις και δοκιµασίες του τεστ.
Ανάµεσα, όµως, σ’ αυτές τις απαντήσεις υπάρχουν ψυχοπαιδαγωγικές διαγνωστικές πληροφορίες που δεν συνεκτιμώνται στην εξαγωγή των 25 συνoπτικών δεικτών.
Ιδιαίτερη διαγνωστική αξία έχουν οι λανθασμένες απαντήσεις του παιδιού γιατί µας δίνουν πληροφορίες για τον ιδιαίτερο τρόπο σκέψης του παιδιού. Η πορεία των απαντήσεων, αν παρoυσιάζει «χάσµατα» (1-2 ερωτήσεις σωστά, 1-2 επόµενες λανθασμένες) αποτελεί ένδειξη, (το παιδί έχει «διάσπαση προσοχής»).
Απώτερος σκοπός του ΑθηνάΤεστ, είναι η διαφορική-αναλυτική αξιολόγηση του παιδιού και ο προγραμματισμός και εφαρμογή της κατάλληλης διδακτικό-θεραπευτικής παρέµβασης, για να βοηθηθεί το παιδί να ξεπεράσει τις δυσκολίες του πριν αυτές εκδηλωθούν (πρόληψη). Αλλά και σε περίπτωση που αυτές έχουν ήδη εκδηλωθεί να βοηθηθεί το παιδί να τις ξεπεράσει πριν παγιωθούν, δηλαδή για την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία τους.
Πλήρης – βραχεία – επιλεκτική χορήγηση
Για το ΑθηνάΤεστ δεν υπάρχει κανένας αριθμητικός ψυχομετρικός περιορισµός. Το ΑθηνάΤεστ είναι ένα διαγνωστικό µέσο αναλυτικής και ενδοατοµικής αξιολόγησης όπου κάθε µετρούµενη ικανότητα συνεισφέρει µε το δικό του ιδιαίτερο τρόπο στο διαγνωστικό προφίλ του παιδιού. Συνεπώς, ο χρήστης του ΑθηνάΤεστ έχει την ελευθερία να αξιοποιήσει τις δυνατότητες του τεστ χορηγώντας τις κλίµακες σε διάφορους συνδυασμούς, ανάλογα µε τον εκάστοτε επιδιωκόµενο σκοπό.
Όσον αφορά τον αριθµό των κλιµάκων του ΑθηνάΤεστ που πρέπει κάθε φορά να χορηγούνται, οι βασικές τακτικές είναι τρεις: α) η Πλήρης χορήγηση, β: η Βραχεία χορήγηση και γ) η Επιλεκτική χορήγηση.
α) Η Πλήρης χορήγηση συνίσταται στη χορήγηση ολόκληρου του τεστ (των 15 κλιµάκων). Εφαρμόζεται στις περιπτώσεις παιδιών που έχουν παρουσιάσει προβλήματα μάθησης ή που υπάρχουν βάσιμες υποψίες ελλειμματικής ανάπτυξης.
β) Η Βραχεία χορήγηση (χρόνος χορήγησης περί τα 40 λεπτά). Συνίσταται στη χορήγηση των κλιµάκων που καλύπτουν μερικώς, βέβαια, όλες τις πλευρές τεστ: τομείς ανάπτυξης, διόδους επικοινωνίας, είδος εξεταστικού υλικού κ.λπ.
Η Βραχεία χορήγηση εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που πρόκειται να γίνει εξέταση πολλών παιδιών για µια πρώτη «διαλογή» εντοπισμό των παιδιών που παρουσιάζουν ελλειμματικές περιοχές ανάπτυξης. Πρόκειται για µια σύντομη μορφή του τεστ για προκριματική χρήση. Για όσα παιδιά παρουσιάσουν ελλειμματική επίδοση στις οκτώ κλίμακες θα πρέπει να χορηγούνται και οι υπόλοιπες κλίμακες (Πλήρης χορήγηση).
γ) Η Επιλεκτική χορήγηση συνίσταται στη χορήγηση κατ’ επιλογή μερικών µόνο κλιµάκων του τεστ, για τον επιδιωκόμενο συγκεκριμένο σκοπό κατά την κρίση του χρήστη του τεστ.
Ευρεία χρήση της χορήγησης επιλεκτικώς µερικών µόνο κλιµάκων του ΑθηνάΤεστ µπορεί να γίνει στα πλαίσια ερευνητικών εργασιών. Σε κάθε περίπτωση επιλεκτικής χορήγησης ορισμένων µόνο κλιµάκων µπορούµε να συμπληρώνουνε την εικόνα της ανάπτυξης του παιδιού σταδιακά, χορηγώντας και άλλες κλίµακες.
Επίσης η επιλεκτική χορήγηση ορισµένων µόνο κλιµάκων είναι αναγκαία στις περιπτώσεις που το τεστ χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση των μαθησιακών δυσκολιών σε άτοµα µε ειδικές αισθητηριακές αναπηρίες (τυφλά, βαρήκοα, κωφά) και κινητικές δυσκολίες.
Προϋποθέσεις για χορήγηση και βαθμολόγηση του ΑθηνάΤεστ
Προϋποθέσεις για τη χορήγηση και βαθμολόγηση του ΑθηνάΤεστ αφορούν το χώρο και το χρόνο εξέτασης, την ψυχολογική προετοιμασία του παιδιού, την ατµόσφαιρα της εξέτασης, τα απαιτούµενα υλικά για τη χορήγηση και βαθμολόγηση του τεστ και την απαιτούµενη ψυχοµετρική κατάρτιση του εξεταστή.
Το ΑθηνάΤεστ χορηγείται ατοµικά.
Το έργο που καλείται να εκτελέσει το παιδί ποικίλλει από κλίµακα σε κλίµακα. Οι ερωτήσεις άλλοτε είναι εντολές που το παιδί εκτελεί χρησιμοποιώντας µέλη του σώµατός του και μικροαντικείμενα και άλλοτε είναι ερωτήσεις που το παιδί πρέπει να δώσει σύντοµη προφορική απάντηση ή να γράψει κάτι µε το μολύβι.
Ο εξεταστής σημειώνει τις απαντήσεις του παιδιού σε ειδικό 16σέλιδο έντυπο, το Φυλλάδιο Εξέτασης, άλλοτε µ’ ένα απλό τσεκάρισµα, άλλοτε µε κύκλωμα λέξης – φράσης κι άλλοτε µε καταγραφή αυτολεξεί της απάντησης του παιδιού.
Ο χώρος εξέτασης πρέπει να είναι ένα ήσυχο, φωτεινό, ευχάριστο, άνετο δωµάτιο όπου το τραπέζι και τα καθίσµατα να είναι στα µέτρα του παιδιού. Το βαλιτσάκι µε το εξεταστικό υλικό τοποθετείται στ’ αριστερά του εξεταστή και κοντά του, απ’ όπου βγάζει µόνο το υλικό που κάθε φορά χρησιμοποιεί και το επανατοποθετεί στη θέση του µετά τη χρήση του. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης πρέπει ν’ αποφεύγεται η παρουσία άλλων ατόµων.
Ο εξεταστής πριν αρχίσει την εξέταση θα πρέπει να φροντίσει να δημιουργήσει µια ζεστή ατμόσφαιρα κι ένα κλίµα άνετης συνεργασίας µε το παιδί, για να του μειώσει την αρνητική φόρτιση, το λεγόµενο «άγχος των εξετάσεων», γιατί είναι φυσικό, το παιδί να διακατέχεται από συναισθήματα και σκέψεις που µπορεί να µην του επιτρέψουν ν’ αποδώσει όσο είναι οι πραγματικές του ικανότητες.
Επίσης, το παιδί µπορεί να νιώθει αµηχανία για το άγνωστο έργο, να νοµίζει ότι η επίδοσή του στο τεστ θα έχει επιπτώσεις στους βαθµούς σχολικών µαθηµάτων. Ο εξεταστής οφείλει να φροντίσει να καθησυχάσει το παιδί για τους φόβους του αυτούς λέγοντάς το ότι αυτά που θα του ζητήσει είναι σαν αυτά που κάνει στο σχολείο κι ότι µερικά µοιάζουν µε επιτραπέζια παιχνίδια. Επίσης να το διαβεβαιώσει ότι οι απαντήσεις του δεν θα έχουν καµιά επίπτωση στους σχολικούς βαθµούς και ότι ο σκοπός είναι να γνωρίσει το πώς σκέφτεται το κάθε παιδί και να το γνωρίσει καλύτερα.
Ο εξεταστής θα πρέπει να φροντίσει να διατηρεί αµείωτο το ενδιαφέρον και την προσοχή του παιδιού στα δρώµενα από την αρχή ως το τέλος της εξέτασης επιστρατεύοντας τις ψυχοπαιδαγωγικές του γνώσεις και δημιουργώντας συνθήκες που ταιριάζουν στο κάθε παιδί. Επιδιώκει την επιβράβευση για την προσπάθεια κι όχι για το αποτέλεσμα. Δείχνει ενθουσιασµό και ενδιαφέρον σ’ ό,τι κάνει το παιδί καθώς προχωρεί η εξέταση ενθαρρύνοντας το να κάνει το καλύτερο δυνατό. Σταµατάει την εξέταση, όταν διαπιστώσει ότι το παιδί, για οποιονδήποτε λόγο, δεν συμμετέχει ενεργά ή δεν προσπαθεί και την συνεχίζει αργότερα µετά από διάλειµµα ή την ίδια µέρα. Γενικά πρέπει να εξασφαλιστούν οι κατάλληλες συνθήκες, ώστε το παιδί, αποδώσει το µέγιστο των ικανοτήτων του.
Για την καλύτερη διασφάλιση της αξιοπιστίας και εγκυρότητας, τόσο τα εξεταστικών αποτελεσμάτων όσο και των διαγνωστικών συμπερασμάτων, ο χρήστης του ΑθηνάΤεστ πρέπει να τύχει ειδικής εκπαίδευσης. Η σωστή χορήγηση και βαθμολόγηση του ΑθηνάΤεστ απαιτεί από τον εξεταστή προηγούμενη επισταμένη µελέτη του «Οδηγού Εξέτασης» και φυσικά πρακτική εξάσκηση. Η δυσκολία χορήγησης και βαθμολόγησης ποικίλλει από κλίµακα σε κλίµακα. Η σειρά χορήγησης των επιµέρους κλιµάκων έχει επιλεγεί κατά τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται µια λογική ακολουθία στη θεµατική κατηγοριοποίηση των κλιµάκων, µια εναλλαγή στο εξεταστικό υλικό και µια φυσική ροή από τη µια κλίµακα στην άλλη. Αν, βέβαια, ο εξεταστής, το κρίνει σκόπιµο, µπορεί ν’ αλλάξει τη σειρά χορήγησης των κλιµάκων. Εξαίρεση αποτελεί η χορήγηση των κλιµάκων «Μνήµη εικόνων» και «Μνήμη σχηµάτων», γιατί χορηγούνται µε την ίδια διαδικασία (Τρίγκα, 2004).

Πηγη