Ψευδισμός
και ασκήσεις "Λ"
Όταν ο μαθητής δεν λέει καθόλου το λ αλλά αντί αυτόν έναν άλλον φθόγγο, ας τον βάλει ο δάσκαλος να πει τον φθόγγο ν κι ας του κλείσει τη μύτη αναγκάζοντας τον έτσι να βγάλει το ηχητικό ρεύμα από το στόμα. Το πρώτο αποτέλεσμα θα είναι ένας πνιχτός θόρυβος κλεισμένος πίσω απ' τη γλώσσα, πού στη θέση του ν κάνει ένα κλείσιμο στο στόμα.
Πρέπει να νοιώσει το παιδί πώς δεξιά και αριστερά από την άκρη της γλώσσας θα ανοίξουν δύο τρύπες από τις όποιες θα περάσει το ηχητικό ρεύμα. Ένα σπαγκάκι που περνάει, από τα πλανά της γλώσσας όπως δείχνει η εικόνα Η, ενώ η άκρη της ακουμπάει στα φατνία (όπως στο ν), δίνει καθαρά την εντύπωση. Είναι τρόπος που τον συσταίνει ο Γκούτσμαν και πού ευκολύνει πολύ τη διδασκαλία του λ, στα παιδιά, που δεν το λένε καθόλου.
Παράξενο γίνετε στο αυτί το λ και όταν, γίνονται μεν οι δύο τρύπες δεξιά και αριστερά της γλώσσας, αλλά το ηχητικό ρεύμα περνάει, μόνο από τη μια ή μορφώνεται μόνο η μια τρύπα και αυτό είναι ακόμα χειρότερο. Για τη δεύτερη περίπτωση θα καταφύγουμε, αν αλλιώς δεν το νιώσει το παιδί στο σπαγκάκι.
Στη πρώτη
τυχαίνει πάντα να συμβαίνει το λάθος όχι μ’ όλα τα συνταιριάσματα λ και
φωνήεντου, παρά μ’ ένα-δυο ορισμένα. Τότε παίρνουμε βοηθητικά τα σωστά
προφερόμενα συνταιριάσματα για να διορθώσουμε και τα’ άλλα. Αν λ, χ.
προφέρει σωστά το λ στο συνταίριασμα λε κι' όταν το συνταιριάζει με α (λα),
περνάει το ηχητικό ρεύμα από τη μια μόνο τρύπα, δεξιά ή αριστερά, τότε
παίρνουμε το λε που το λέει σωστό και κάνοντάς το συλλαβισμό λε-α-λα
δίνουμε στο παιδί να καταλάβει πώς πρέπει να γίνεται σωστά το λ σ' όλα τα συν
ταιριάσματα.
Συχνά στο λ ενώ το προφέρουμε σωστά, κάνουμε τα λάθος να αργούμε να λύσουμε τη
θέση του για να προφέρουμε τον κατοπινό φθόγγο. Κι’ ενώ κύρια αυτός μορφώνεται
άσχημα, έχουμε την εντύπωση πώς το λ βαραίνει και παίρνει έναν ήχο κλειστό.
Είναι μεγάλο προτέρημα στο λόγο το να λύνουμε στην ώρα
της τη θέση ενός φθόγγου κι’ αμέσως χωρίς άργητα να δίνουμε στα φθογγοπλαστικά
μας όργανα τη θέση του άλλου.
"Σ"
Ας δούμε πώς γίνεται το σωστό σ και να εξετάσουμε τις περιπτώσεις κακού σχηματισμού του, πού είναι οι ακόλουθες:
1) Όταν το ρεύμα της εκπνοής έρχεται και ακουμπάει στα φατνία.
Ξέρουμε πώς το ρεύμα της εκπνοής πρέπει να έρθει να χτυπήσει στα κάτω δόντια για να σχηματιστεί το σ σωστά. Το παιδί πού σχηματίζει το σ έτσι ώστε το ρεύμα της εκπνοής νάρχεται και να ακουμπάει στα φατνία, βάζει συνήθως τη γλώσσα πίσω από τα πάνω δόντια. Ας του δείξει λοιπόν ο δάσκαλος ποια πρέπει να είναι η θέση των φθογγοπλαστικών οργάνων για την κανονική μόρφωση του φθόγγου και μετά ας βάλει το μαθητή να κρατήσει, όπως συσταίνει ο Γκούτσμαν, το δείχτη του χεριού του στο κέντρο του σαγονιού (όπως όταν λέμε στούτ, άλλα χωρίς να ακουμπάει στα δύο χείλια) και ας του ζητήσει να ανοίξει μια ιδέα τα σαγόνια και να φυσήξει προς το δάχτυλό του. Διευθύνοντας έτσι τον αέρα στα κάτω δόντια εκεί πού πρέπει για να γίνει το σωστό σ, το πετυχαίνει με ευκολία.
2) Όταν σφίγγουμε πίσω από τα πάνω δόντια τη γλώσσα και γίνεται θαμπό και βιασμένο.
Πρέπει πάλι το παιδί να νοιώσει πως η γλώσσα πρέπει να’ ρθεί πίσω από τα κάτω δόντια. Το παράδειγμα του δάσκαλου κι ένα καθρεφτάκι θα βοηθήσει πολύ, όπως και το δάχτυλο στο σαγόνι πού αναφέραμε στη προηγούμενη περίπτωση.
3) Όταν βάζουμε τη γλώσσα ανάμεσα στα δόντια και προφέρουμε αντί σ ένα είδος ο.
Πρέπει το ίδιο να κάνουμε, όπως και στη προηγούμενη περίπτωση.
4) Όταν ή γλώσσα ή μαζεύεται ακανόνιστα στην κοιλότητα του κάτω σαγονιού και μορφώνεται ένα σ όλο σάλια και ασκήμια ή σηκώνεται και παίρνει, θέση λ ακουμπώντας με την άκρη της στα φατνία απάνου και αφήνει τότε το ρεύμα της εκπνοής να βγαίνει από τις δύο τρύπες κάνοντας ένα η φυσητό και χωρίς ήχο.
Πάντα η πρώτη δουλειά του δάσκαλου είναι να δείξει στο παιδί τη σωστή θέση τού φθόγγου πού πάει να του διδάξει. θα το βοηθήσει μ' όλα τα μέσα πού αναφέραμε και για τη πρώτη από τις δυο τελευταίες περιπτώσεις μπορεί να βοηθηθεί ζητώντας από το παιδί να προφέρει σ με ανοιγμένα λίγο σαγόνια και πιέζοντας του ξαφνικά τα μάγουλα δεξιά και αριστερά με δύο δάκτυλα. Η γλώσσα τότε ξυπνάει κι’ απλώνεται σε όλο το κάτω σαγόνι. Δε δίνει βέβαια αμέσως το σ. Τα σάλια όμως λείπουν αμέσως και σιγά σιγά το σ μορφώνεται σωστά. Γυμνάσματα με λέξεις πού έχουνε η θα ακολουθήσουν τις πρώτες προσπάθειες και τα πρώτα αποτελέσματα του δασκάλου.
Και δε βρίσκω ωραιότερα από τούς λαϊκούς γλωσσοδέτες, πού τούς παίρνει το παιδί σαν παιγνίδι.
Άσπρη πέτρα ξέξασπρη Και από την ήλιο ξεξασπρότερη
Φράσεις μετά, με λέξεις που έχουνε σ και τέλος γίνεται προσπάθεια, ώστε στον καθημερινό λόγο και στο μάθημα και στο διάλειμμα και στο σπίτι να προφέρει το παιδί το σ σωστά όπως το έμαθε.
Το σ θα προφερθεί πολύ δύσκολα αν η γλώσσα παρουσιάζει αδυναμία να σχηματίσει το αυλακάκι που είναι απαραίτητο για τη σωστή μόρφωση του φθόγγου.
Ας δούμε πώς γίνεται το σωστό σ και να εξετάσουμε τις περιπτώσεις κακού σχηματισμού του, πού είναι οι ακόλουθες:
1) Όταν το ρεύμα της εκπνοής έρχεται και ακουμπάει στα φατνία.
Ξέρουμε πώς το ρεύμα της εκπνοής πρέπει να έρθει να χτυπήσει στα κάτω δόντια για να σχηματιστεί το σ σωστά. Το παιδί πού σχηματίζει το σ έτσι ώστε το ρεύμα της εκπνοής νάρχεται και να ακουμπάει στα φατνία, βάζει συνήθως τη γλώσσα πίσω από τα πάνω δόντια. Ας του δείξει λοιπόν ο δάσκαλος ποια πρέπει να είναι η θέση των φθογγοπλαστικών οργάνων για την κανονική μόρφωση του φθόγγου και μετά ας βάλει το μαθητή να κρατήσει, όπως συσταίνει ο Γκούτσμαν, το δείχτη του χεριού του στο κέντρο του σαγονιού (όπως όταν λέμε στούτ, άλλα χωρίς να ακουμπάει στα δύο χείλια) και ας του ζητήσει να ανοίξει μια ιδέα τα σαγόνια και να φυσήξει προς το δάχτυλό του. Διευθύνοντας έτσι τον αέρα στα κάτω δόντια εκεί πού πρέπει για να γίνει το σωστό σ, το πετυχαίνει με ευκολία.
2) Όταν σφίγγουμε πίσω από τα πάνω δόντια τη γλώσσα και γίνεται θαμπό και βιασμένο.
Πρέπει πάλι το παιδί να νοιώσει πως η γλώσσα πρέπει να’ ρθεί πίσω από τα κάτω δόντια. Το παράδειγμα του δάσκαλου κι ένα καθρεφτάκι θα βοηθήσει πολύ, όπως και το δάχτυλο στο σαγόνι πού αναφέραμε στη προηγούμενη περίπτωση.
3) Όταν βάζουμε τη γλώσσα ανάμεσα στα δόντια και προφέρουμε αντί σ ένα είδος ο.
Πρέπει το ίδιο να κάνουμε, όπως και στη προηγούμενη περίπτωση.
4) Όταν ή γλώσσα ή μαζεύεται ακανόνιστα στην κοιλότητα του κάτω σαγονιού και μορφώνεται ένα σ όλο σάλια και ασκήμια ή σηκώνεται και παίρνει, θέση λ ακουμπώντας με την άκρη της στα φατνία απάνου και αφήνει τότε το ρεύμα της εκπνοής να βγαίνει από τις δύο τρύπες κάνοντας ένα η φυσητό και χωρίς ήχο.
Πάντα η πρώτη δουλειά του δάσκαλου είναι να δείξει στο παιδί τη σωστή θέση τού φθόγγου πού πάει να του διδάξει. θα το βοηθήσει μ' όλα τα μέσα πού αναφέραμε και για τη πρώτη από τις δυο τελευταίες περιπτώσεις μπορεί να βοηθηθεί ζητώντας από το παιδί να προφέρει σ με ανοιγμένα λίγο σαγόνια και πιέζοντας του ξαφνικά τα μάγουλα δεξιά και αριστερά με δύο δάκτυλα. Η γλώσσα τότε ξυπνάει κι’ απλώνεται σε όλο το κάτω σαγόνι. Δε δίνει βέβαια αμέσως το σ. Τα σάλια όμως λείπουν αμέσως και σιγά σιγά το σ μορφώνεται σωστά. Γυμνάσματα με λέξεις πού έχουνε η θα ακολουθήσουν τις πρώτες προσπάθειες και τα πρώτα αποτελέσματα του δασκάλου.
Και δε βρίσκω ωραιότερα από τούς λαϊκούς γλωσσοδέτες, πού τούς παίρνει το παιδί σαν παιγνίδι.
Άσπρη πέτρα ξέξασπρη Και από την ήλιο ξεξασπρότερη
Φράσεις μετά, με λέξεις που έχουνε σ και τέλος γίνεται προσπάθεια, ώστε στον καθημερινό λόγο και στο μάθημα και στο διάλειμμα και στο σπίτι να προφέρει το παιδί το σ σωστά όπως το έμαθε.
Το σ θα προφερθεί πολύ δύσκολα αν η γλώσσα παρουσιάζει αδυναμία να σχηματίσει το αυλακάκι που είναι απαραίτητο για τη σωστή μόρφωση του φθόγγου.
"Ρ"
Το ρ είναι από τους τρεις ο δυσκολότερος φθόγγος, γιατί αν ή γλώσσα δεν έχει μάθη να το μορφώνει, δύσκολα θα μπορέσει κανείς να τη θέση σε εκείνη τη διαδοχική κίνηση πού είναι απαραίτητη για το φθόγγο αυτό. Και αν, όπως γίνεται στο σ με το αυλάκι της γλώσσας, παρουσιάζει εκείνη αδυναμία να κάνη αυτή τη κίνηση, τότε κάθε κόπος θα πάει χαμένος.
Τώρα, αν πολλές φορές τα παιδιά λένε γ αντί για ρ ή λ ή και τίποτα, λίγες φορές είναι πού αλήθεια δεν μπορούνε να το πούνε. Κι αν τα προκαλέσετε, θα δείτε με πόση ευκολία πιάνουν ένα ρ και το κρατάνε μάλιστα κοροϊδευτικά σε διάρκεια. Αυτό λοιπόν ας εξετάσει πρώτα ο δάσκαλος. Κι αν δε μπορεί αληθινά το παιδί να το πει, θα καταφυγή πρώτα στο ακόλουθο μέτρο, πού είναι χρήσιμο και για τα παιδιά — κάπως σπάνιο — πού λένε το ρ πίσω με το μαλακό ουρανίσκο και τη σταφυλή. Θα του ζητήσει ο δάσκαλος να πει το ρ με τα δυο χείλια. Κι έτσι θα πάρει το παιδί μία θετική αντίληψη του ρ και θα το νοιώσει στο στόμα του μπροστά. Μετά απ’ αυτό θα κάνει συνταιριάσματα με το σύμφωνο πού έχει θέση σχετική με το ρ, το τ, και θα κάνει άσκηση τ και ρ προφερόμενο με τα δυο χείλια. Μόνο πού θα συστηθεί στο μαθητή όσο προφέρει το ρ να μη τραβάει τη γλώσσα από τη θέση του τ. Τότε το τράνταγμα των χειλιών μεταφέρεται και στη γλώσσα, σιγά σιγά ανοίγει το στόμα και το ρ προφέρεται σωστά. Είναι αυτός ο πιο καλός τρόπος και ο πιο λογικός, μα πολλές φορές παρουσιάζονται παράδοξα σε παρόμοιες περιπτώσεις. Και έτσι αν τύχει να μη φέρει αποτελέσματα μ’ αυτό τον τρόπο, δε θα δυσκολευτεί ο δάσκαλος να δοκιμάσει και έναν άλλο, λιγότερο φυσικό, λιγότερο λογικό, μα όχι πάντα και λιγότερο θαυματουργό. Ας αντικαταστήσει σε ασκήσεις πού θα κάνει με συλλαβές, το ρ με το δ με μόνη τη διαφορά πού θα ζητήσει από το παιδί προφέροντας το δ να βάζει τη γλώσσα πίσω από τα δόντια στα φατνία κι ακόμα, να μη κάνει κατευθείαν μετάβαση από το τ στο δ παρά αφού λυθεί εντελώς η θέση του πρώτου και μπει ανάμεσα μια ιδέα φωνήεντο ράβω — τδάβω. Κι' ας μη προφέρει το δ πολύ θετικά.
Η αλήθεια, αυτή η άσκηση είναι για μεγαλύτερα παιδιά και την κάνουμε μόνο όταν με την άλλη δεν καταφέρουμε τίποτε. Με καιρό κι’ επιμονή κι αν σιγά— σιγά με το τδ αντικαταστήσει όλα τα ρ στο λόγο του το παιδί, μπορεί χωρίς άλλο κάτι να πετύχει.
Μα και στη προηγούμενη και σ’ όλες τις ασκήσεις που κάνουμε για να διορθώσουμε ένα ελάττωμα της άρθρωσης, χρειάζεται καιρός, υπομονή και επιμονή. Κι από το δάσκαλο ταχτικότατη παρακολούθηση. Αυτά για τον ψευδισμό στον καθένα φθόγγο ξεχωριστά, άλλα παρουσιάζεται και ψευδισμός σε συνταιριάσματα φθόγγων και τέτοιος πρώτος — πρώτος είναι ο αναγραμματισμός.
Το ρ είναι από τους τρεις ο δυσκολότερος φθόγγος, γιατί αν ή γλώσσα δεν έχει μάθη να το μορφώνει, δύσκολα θα μπορέσει κανείς να τη θέση σε εκείνη τη διαδοχική κίνηση πού είναι απαραίτητη για το φθόγγο αυτό. Και αν, όπως γίνεται στο σ με το αυλάκι της γλώσσας, παρουσιάζει εκείνη αδυναμία να κάνη αυτή τη κίνηση, τότε κάθε κόπος θα πάει χαμένος.
Τώρα, αν πολλές φορές τα παιδιά λένε γ αντί για ρ ή λ ή και τίποτα, λίγες φορές είναι πού αλήθεια δεν μπορούνε να το πούνε. Κι αν τα προκαλέσετε, θα δείτε με πόση ευκολία πιάνουν ένα ρ και το κρατάνε μάλιστα κοροϊδευτικά σε διάρκεια. Αυτό λοιπόν ας εξετάσει πρώτα ο δάσκαλος. Κι αν δε μπορεί αληθινά το παιδί να το πει, θα καταφυγή πρώτα στο ακόλουθο μέτρο, πού είναι χρήσιμο και για τα παιδιά — κάπως σπάνιο — πού λένε το ρ πίσω με το μαλακό ουρανίσκο και τη σταφυλή. Θα του ζητήσει ο δάσκαλος να πει το ρ με τα δυο χείλια. Κι έτσι θα πάρει το παιδί μία θετική αντίληψη του ρ και θα το νοιώσει στο στόμα του μπροστά. Μετά απ’ αυτό θα κάνει συνταιριάσματα με το σύμφωνο πού έχει θέση σχετική με το ρ, το τ, και θα κάνει άσκηση τ και ρ προφερόμενο με τα δυο χείλια. Μόνο πού θα συστηθεί στο μαθητή όσο προφέρει το ρ να μη τραβάει τη γλώσσα από τη θέση του τ. Τότε το τράνταγμα των χειλιών μεταφέρεται και στη γλώσσα, σιγά σιγά ανοίγει το στόμα και το ρ προφέρεται σωστά. Είναι αυτός ο πιο καλός τρόπος και ο πιο λογικός, μα πολλές φορές παρουσιάζονται παράδοξα σε παρόμοιες περιπτώσεις. Και έτσι αν τύχει να μη φέρει αποτελέσματα μ’ αυτό τον τρόπο, δε θα δυσκολευτεί ο δάσκαλος να δοκιμάσει και έναν άλλο, λιγότερο φυσικό, λιγότερο λογικό, μα όχι πάντα και λιγότερο θαυματουργό. Ας αντικαταστήσει σε ασκήσεις πού θα κάνει με συλλαβές, το ρ με το δ με μόνη τη διαφορά πού θα ζητήσει από το παιδί προφέροντας το δ να βάζει τη γλώσσα πίσω από τα δόντια στα φατνία κι ακόμα, να μη κάνει κατευθείαν μετάβαση από το τ στο δ παρά αφού λυθεί εντελώς η θέση του πρώτου και μπει ανάμεσα μια ιδέα φωνήεντο ράβω — τδάβω. Κι' ας μη προφέρει το δ πολύ θετικά.
Η αλήθεια, αυτή η άσκηση είναι για μεγαλύτερα παιδιά και την κάνουμε μόνο όταν με την άλλη δεν καταφέρουμε τίποτε. Με καιρό κι’ επιμονή κι αν σιγά— σιγά με το τδ αντικαταστήσει όλα τα ρ στο λόγο του το παιδί, μπορεί χωρίς άλλο κάτι να πετύχει.
Μα και στη προηγούμενη και σ’ όλες τις ασκήσεις που κάνουμε για να διορθώσουμε ένα ελάττωμα της άρθρωσης, χρειάζεται καιρός, υπομονή και επιμονή. Κι από το δάσκαλο ταχτικότατη παρακολούθηση. Αυτά για τον ψευδισμό στον καθένα φθόγγο ξεχωριστά, άλλα παρουσιάζεται και ψευδισμός σε συνταιριάσματα φθόγγων και τέτοιος πρώτος — πρώτος είναι ο αναγραμματισμός.
Πηγή: Η
αγωγή του λόγου-Σωκράτη Καραντινού-Αθήνα 1937