πηγη |
Η δυσλεξία είναι μια ειδική μαθησιακή δυσκολία, με δυσχέρεια στην ανάγνωση (Δυσαναγνωσία), στην ορθογραφία (Δυσορθογραφία, σε ποσοστό 60%), στον προφορικό και γραπτό λόγο και στα μαθηματικά (Δυσαριθμησία, σε ποσοστό 20%). Τα δυσλεκτικά παιδιά έχουν υψηλό δείκτη ευφυίας και συνήθως υστερούν σε μεμονωμένα μαθήματα, στα προφορικά ή στα γραπτά.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, σε μια τάξη 20 παιδιών, τουλάχιστον τα 5 είναι διαγνωσμένα με δυσλεξία. Με τη διαπίστωση των δυσκολιών, είτε από τον δάσκαλο της τάξης, είτε από τον γονέα, γίνεται η αξιολόγηση από δημόσιους ή και από ιδιωτικούς φορείς και τα παιδιά παίρνουν την αντίστοιχη κατεύθυνση. Ο ειδικός παιδαγωγός, αρμόδιος για θέματα δυσλεξίας και μαθησιακών δυσκολιών, ετοιμάζει το πρόγραμμα παρέμβασης σύμφωνα με το μαθησιακό προφίλ και τις δυσκολίες του μαθητή. Αυτό το εξατομικευμένο πρόγραμμα μπορεί να γίνει ιδιωτικά ή σε κάποιο τμήμα ένταξης μέσα στο σχολείο. Μήπως, όμως, υπάρχει κάποιος διαφορετικός τρόπος, με ειδικούς διαμορφωμένους χώρους μέσα στα σχολεία που φοιτούν τα παιδιά, να γίνει μια πιο ουσιαστική και δομημένη διδασκαλία;
Και όμως, υπάρχει!
Οι χώροι μπορούν να είναι μικροί. Τα θρανία να είναι το ένα δίπλα στο άλλο, αλλά σε κάθετη γραμμή. Αριστερά και δεξιά της γραμμής να βρίσκονται οι καρέκλες όπου θα κάθονται τα παιδιά. Ένας πίνακας, μια βιβλιοθήκη με βιβλία που να ανταποκρίνονται στις μαθησιακές ανάγκες των παιδιών, μια μικρή γωνιά για ανάγνωση αυτών των βιβλίων, υπολογιστές, επιτραπέζια και διαδραστικά παιχνίδια και το απαραίτητο υλικό παρέμβασης στελεχώνουν το υπόλοιπο χώρο της τάξης.
Ο αριθμός των μαθητών μπορεί να μην ξεπερνάει τα 6 παιδιά. Η επιλογή τους δεν γίνεται σύμφωνα με την ηλικία που βρίσκονται ή την τάξη, αλλά με τις δυσκολίες που διαγνώστηκαν. Για παράδειγμα, κάποια παιδιά αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα στην ορθογραφία ή στον γραπτό λόγο ανεξαρτήτως ηλικίας (Δυσορθογραφία).
Ο Ειδικός Παιδαγωγός σε συνεργασία με τον ψυχολόγο και τον δάσκαλο, διαμορφώνει το πρόγραμμα παρέμβασης ανάλογα με το επίπεδο της τάξης, κάνοντας μόνο κάποιες μικρές αλλαγές που αφορούν την ηλικία που βρίσκεται το κάθε παιδί. Για παράδειγμα, στην υπαγόρευση λέξεων, ένα μικρότερο παιδί τις γράφει στην άμμο, ενώ ένα μεγαλύτερο παιδί τις πλάθει με την πλαστελίνη.
Αυτός ο εναλλακτικός τρόπος παρέμβασης, μπορεί να γίνεται στα σχολεία μετά τη λήξη του υποχρεωτικού προγράμματος. Είναι σημαντικό τα παιδιά να μην ξεφεύγουν από το καθημερινό σχολικό τους πρόγραμμα.
Τα οφέλη της συγκεκριμένης πρότασης είναι πολλά. Το παιδί με δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες βρίσκεται μέσα στο χώρο του σχολείου του, ακολουθεί το πρόγραμμα του σχολείου και σε συνέχεια αυτού του προγράμματος, γίνεται το πρόγραμμα παρέμβασης. Έτσι, παίρνει μια κοινή γραμμή με αυτή που ακολουθεί το σχολείο του, χωρίς να παρεκκλίνει από τους στόχους του.
Σύμφωνα με τους Conway, C., Greene, L. και Bell, N. ο τρόπος που γίνεται η διδασκαλία των παιδιών με δυσλεξία και μαθησιακές δυσκολίες μέσα στο σχολείο, αποτελεί τον καθρέφτη ενός σχολείου.