ΠΗΓΗ |
Στις μέρες μας, η υπερκινητικότητα είναι μια μπερδεμένη έννοια γιατί αναφέρεται τόσο σε μια διαγνωστική κατηγορία, όσο και σε χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς. Ένα δραστήριο παιδί δεν σημαίνει απαραιτήτως πως πάσχει από Υπερκινητικό Σύνδρομο ή Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής - Yπερκινητικότητα (Δ.Ε.Π.Υ.).
Δυστυχώς, ο μεγάλος «θόρυβος» που έχει δημιουργηθεί γύρω από το θέμα, σπέρνει τον πανικό στους γονείς ενώ, στην πραγματικότητα, τα επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι μόλις το 3-5% των παιδιών σχολικής ηλικίας αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους διαταραχή. Ως αποτέλεσμα αυτής της παραπληροφόρησης, πολλοί γονείς αντιδρούν σπασμωδικά, ερμηνεύοντας λάθος τα σημάδια της συμπεριφοράς των παιδιών τους. Η ζωηράδα δεν είναι απαραιτήτως υπερκινητικότητα!
Πριν όμως προχωρήσουμε, καλό θα ήταν να αναλύσουμε τι είναι το Σύνδρομο Ελλειμματικής Προσοχής και η Υπερκινητικότητα και πώς μπορεί μια τέτοια κατάσταση να αντιμετωπιστεί.
Ο ορισμός
Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (Δ.Ε.Π.Υ.) «είναι μια διαταραχή που σχετίζεται με τη μνήμη και τον έλεγχο απέναντι σε ενστικτώδεις κινήσεις. Το παιδί δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί στο παιχνίδι ή στο μάθημα. Η προσοχή του αποσπάται από οτιδήποτε συμβαίνει γύρω του. Μπορεί να αφαιρείται συχνά και να σκέφτεται πράγματα που του έρχονται στο μυαλό εκείνη τη στιγμή. Μερικές φορές δεν μπορεί να ξεχωρίσει τα σημαντικά πράγματα από τα ασήμαντα και παρεμβαίνει για να μάθει λεπτομέρειες».
Ιστορικά, η πρώτη αναφορά στα συμπτώματα που σχετίζονταν με το Δ.Ε.Π.Υ. έγινε πριν από περίπου 125 χρόνια από τον William James. Στη συνέχεια, ο θεωρούμενος ως «πατέρας» της Βρετανικής Παιδιατρικής George Still, έκανε νύξη για «παθιασμένα, επιθετικά, εριστικά παιδιά που δεν δέχονταν την πειθαρχία και δεν μάθαιναν από τις συνέπειες των πράξεων τους».
Η ονομασία Σύνδρομο Ελλειμματικής Προσοχής, δόθηκε περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1970, ενώ αργότερα προστέθηκε στην ονομασία και το χαρακτηριστικό της υπερκινητικότητας, με αποτέλεσμα το Σύνδρομο να ονομάζεται πια Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας.
Πού οφείλεται;
Η υπερκινητικότητα είναι εμφανής κυρίως σε ευκίνητα και δραστήρια παιδιά, τα οποία βρίσκονται σε υπερβολική υπερένταση, δεν έχουν πειθαρχία και δεν μπορούν να τηρήσουν τη σειρά πραγμάτων που εκτελούνται στο σπίτι ή στο σχολείο. Δυσκολεύονται να οργανώσουν τις σκέψεις τους και να προβλέψουν τις συνέπειες των πράξεών τους. Αν τους έρθει κάτι στο μυαλό, απλώς το… πραγματοποιούν!
Η αιτιολογία της πάθησης δεν είναι γνωστή, παρόλο που κατά καιρούς έχουν ενοχοποιηθεί περιγεννητικοί παράγοντες, εγκεφαλική δυσλειτουργία, αλλεργίες και περιβαλλοντικοί παράγοντες, ψυχοκοινωνική στέρηση, κατάθλιψη των γονέων.
Αναγνωρίζοντας έγκαιρα τα πρώτα σημάδια της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας στο παιδί, μπορείτε να βάλετε έγκαιρα σε τάξη και ισορροπία τη ζωή του, στο σπίτι και στο σχολείο.
Τα συμπτώματα
Είναι παιδιά χωρίς «φρένα» με μεγάλη αστάθεια στη διάθεσή τους. Από χαρούμενα και εύθυμα μεταμορφώνονται σε ευέξαπτα και επιθετικά, με αποτέλεσμα να μην έχουν καλές σχέσεις με τους συνομήλικούς τους και να βιώνουν πολλές φορές το αίσθημα της μοναξιάς.
Τα κυριότερα «συμπτώματα» αυτών των παιδιών είναι:
- Απροσεξία: μοιάζουν «χαμένα», ονειροπολούν, δεν ακολουθούν μέχρι τέλος οδηγίες, ξεχνούν καθημερινές δραστηριότητες, φαίνεται να μην ακούνε, όταν τους απευθύνεται ο λόγος.
- Παρορμητικότητα: απαντούν πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση, διακόπτουν τους άλλους, δεν περιμένουν τη σειρά τους.
- Υπερκινητικότητα: κινούν νευρικά χέρια και πόδια, στριφογυρνούν, μιλούν διαρκώς, κουνιούνται στο κάθισμα, δυσκολεύονται να μείνουν σε ένα σημείο, τρέχουν ή σκαρφαλώνουν όλη την ώρα.
Γονείς και παιδιά με Δ.Ε.Π.Υ.
Για τις λίγες εκείνες περιπτώσεις των ζωηρών παιδιών που εμφανίζουν χαρακτηριστικά του συνδρόμου, είναι απαραίτητη η παραπομπή σε έναν ειδικό γιατρό, ώστε να γίνει σωστή και έγκαιρη διάγνωση. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να υπάρχει συνεργασία του παιδιάτρου και του παιδοψυχίατρου ή του παιδοψυχολόγου, οι οποίοι θα καταλήξουν μαζί στο εάν το παιδί πάσχει ή όχι από Δ.Ε.Π.Υ.
Για γίνει αυτό, είναι απαραίτητο οι ειδικοί να πάρουν λεπτομερές ιατρικό ιστορικό του παιδιού, να συλλέξουν όλες εκείνες τις πληροφορίες που προέρχονται από τους γονείς και τους δασκάλους, να εξετάσουν την πιθανότητα τα συγκεκριμένα συμπτώματα να οφείλονται σε νοσήματα όπως η επιληψία, οι διαταραχές λόγου (δυσαρθρία, τραυλισμός) ή ο αυτισμός και το πιο σημαντικό, να επιτύχουν μια καλή πρoσωπική επικoινωνία µε τo παιδί.
Οι γονείς από την πλευρά τους, θα πρέπει να «ενημερώσουν τον δάσκαλο, ζητώντας τη συνεργασία του. Επιπλέον, θα πρέπει να κρατούν το σπίτι τακτοποιημένο και οργανωμένο και να μένουν πιστοί στο πρόγραμμα. Είναι σημαντικό να εκτονώνεται το παιδί κινητικά και να ασχολείται με δραστηριότητες, όπως το διάβασμα βιβλίων, η ζωγραφική, οι κατασκευές, τα επιτραπέζια παιχνίδια. Να τονώνουν την αυτοπεποίθησή του παιδιού και να λένε «μπράβο» για τα κατορθώματά του».
Καθοριστική είναι τέλος και η βοήθεια των δασκάλων! Το σχολείο είναι το περιβάλλον όπου το παιδί περνά τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Ποιος, λοιπόν, θα πρέπει να είναι ο ρόλος του δασκάλου; Θα πρέπει να παροτρύνει την προσπάθεια του παιδιού και να του αναθέτει διάφορες απλές αρμοδιότητες, δίνοντάς του κίνητρα. Θα πρέπει επίσης να ανακαλύψει τρόπους ώστε να προσελκύσει την προσοχή του παιδιού με Δ.Ε.Π.Υ. και να δημιουργήσει ένα θετικό μαθησιακό περιβάλλον. Ο δάσκαλος θα πρέπει τέλος να ενθαρρύνει, να δείχνει κατανόηση, να μην ξεχνά να χαμογελά και... να αγαπά.
Θεραπεία και αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση της Δ.Ε.Π.Υ είναι μια πολύπλευρη διαδικασία, στην οποία πρέπει να συμβάλει μια διεπιστημονική ομάδα όπου συμμετέχουν παιδοψυχίατροι, λογοθεραπευτές και δάσκαλοι.
Ειδικότερα, «η συμβουλευτική προσέγγιση, οι συνεδρίες ψυχo-εκπαίδευσης γονέων και παιδιών και, σε σπάνιες περιπτώσεις, η χρήση φαρμακευτικής αγωγής, συνεισφέρουν στον καλύτερο έλεγχο της ελλειμματικής προσοχής. Οι φαρμακευτικές αγωγές δεν φαίνεται να βελτιώνουν τη σχολική συμπεριφορά και τα δεδομένα είναι ελλιπή, όσον αφορά στη μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητά τους. Στα άτομα αυτά χρησιμοποιούνται επίσης διατροφικά συμπληρώματα και εξειδικευμένες δίαιτες. Τα λιπαρά ω-3, ο ψευδάργυρος και τα συμπληρώματα μετάλλων και ιχνοστοιχείων μπορεί να βοηθήσουν παιδιά που έχουν διαγνωσθεί με συγκεκριμένες ανεπάρκειες, δεν υπάρχει όμως απόδειξη ότι βοηθούν όλα τα παιδιά».
Διαγνωστικά κριτήρια
Τα διαγνωστικά κριτήρια που χρησιμοποιούνται διεθνώς και έχει καθορίσει η Αµερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία για το Σύνδροµο Υπερκινητικότητας-Παρορµητικότητας είναι τα παρακάτω.Σύμφωνα με αυτά το παιδί:
• Δεν μπορεί να συγκεντρωθεί
• Αποσπάται εύκολα από άσχετα ερεθίσματα
• Δεν φαίνεται να ακούει
• Δε δίνει σημασία στις λεπτομέρειες
• Κάνει λάθη απροσεξίας
• Δυσκολεύεται να ακολουθήσει οδηγίες
• Αποφεύγει τη συστηματική πνευματική προσπάθεια
• Ξεχνά τις σχολικές εργασίες
• Χάνει πράγματα
• Γενικά είναι ανοργάνωτο
Σεβαστή Πασχαλίδου, Παιδίατρος