πηγη |
Η πανδημία και η έλλειψη κοινωνικών αλληλεπιδράσεων επηρέασε αρνητικά την γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια των περασμένων χρόνων
Τα παιδιά που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν τα τελευταία 3 με 4 χρόνια αντιμετωπίζουν ένα σημαντικό μειονέκτημα, σε σχέση με τα νεογέννητα λίγων ετών πριν. Η ανάπτυξη των γλωσσικών δεξιοτήτων τους φαίνεται να συμβαίνει με βραδύτερο ρυθμό και σε αυτό οφείλεται η μείωση και έλλειψη κοινωνικών αλληλεπιδράσεων. Το συγκεκριμένο εύρημα, είναι απόρροια μιας έρευνας που διεξήχθη από μια ομάδα μελετητών στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης και το Τμήμα Ψυχολογίας και αφορούσε την ανάπτυξη της γλώσσας σε παιδιά από την Ισπανία, που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια ή λίγο πριν από την πανδημία.
Το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, όπως και η αιτιολόγησή του, αποτελεί σημαντική ανακάλυψη για τον τρόπο που η λοίμωξη covid-19 επηρέασε κοινωνικά και εμμέσως τους ανθρώπους, υπενθυμίζοντας μας ότι ο αντίκτυπός του είναι εμφανής με ποικίλους τρόπους στην τωρινή μας ζωή. Από τα συμπτώματα του long covid, έως την πίεση στην ψυχική υγεία μας, η πανδημία είναι ίσως από τα πιο σημαντικά προβλήματα των τελευταίων ετών για την ανθρωπότητα, με τα παιδιά, όπως φαίνεται, να μην βγαίνουν ούτε εκείνα αλώβητα από αυτή την περίοδο.
Τα παιδιά της μετά – πανδημίας
«Η επίδραση της πανδημίας στη γλωσσική ανάπτυξη κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής»,
είναι ο τίτλος της έρευνας από το Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης, η οποία
προτείνει ότι τα παιδιά που γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν κατά τη διάρκεια των
lockdowns ανέπτυξαν γλωσσικές δεξιότητες με βραδύτερο ρυθμό. Στη μελέτη
αναλύθηκε η ανάπτυξη τόσο του λεξιλογίου όσο και του μορφοσυντακτικού,
δηλαδή της ικανότητας παραγωγής σύνθετων προτάσεων 153 παιδιών ηλικίας
μεταξύ 18 και 31 μηνών.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας χρησιμοποιούσαν λιγότερες διακριτές λέξεις, δηλαδή είχαν μικρότερο λεξιλόγιο από εκείνα που γεννήθηκαν πριν από αυτήν. Επίσης, τα παιδιά της ομάδας PRE ήταν σε θέση να χρησιμοποιούν πιο σύνθετες φράσεις, με περισσότερες λέξεις και ευρύτερο φάσμα δομών. Οι διαφορές βρίσκονται ουσιαστικά στο λεξιλόγιο αλλά και στην πολυπλοκότητα των προτάσεων που σχηματίζουν τα παιδιά μεταξύ τους, για να εκφραστούν. Αυτές οι διαφοροποιήσεις έρχονται να συγκριθούν με το μοντέλο γλωσσικών δεξιοτήτων που εξελίσσεται κατά την τυπική ανάπτυξη ενός παιδιού.
Τα ίδια μαθαίνουν πρώτα λίγες λέξεις και στη συνέχεια αυξάνουν σταδιακά το λεξιλόγιό τους, συνδυάζουν δυο λέξεις και μαθαίνουν σταδιακά πώς μπορούν να εκφράσουν με αυτούς τους συνδυασμούς, όλο και πιο σύνθετες έννοιες. Η διαδικασία αυτή υφίσταται μέσα σε ποικίλες αλληλεπιδράσεις με τους ανθρώπους που υπάρχουν στο περιβάλλον ενός παιδιού. Οι επιστήμονες μάλιστα εξηγούν ότι μαθαίνουμε να μιλάμε επειδή οι άνθρωποι μας μιλούν και επειδή μπορούμε να δούμε ότι αυτά που λέμε έχουν αντίκτυπο σε αυτούς.
Covid-19 και γλωσσικοί περιορισμοί
Η έρευνα που διεξήχθη αναδεικνύει την τεράστια σημασία των πρώιμων κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και τη σαφή επίδραση του πλαισίου στην ανάπτυξη των βρεφών, δυστυχώς εξ αφορμής μιας αρνητικής, για την ανθρωπότητα, περιόδου. Πολλοί επιστήμονες πιστεύουν λοιπόν, ότι αν τα παιδιά επιστρέψουν σε ένα κανονικό πλαίσιο, τότε αυτές οι επιπτώσεις θα αντισταθμιστούν με την πάροδο του χρόνου. Αυτό φυσικά δεν αποτελεί έναυσμα εφησυχασμού, καθώς αν και η πανδημία φαίνεται να ανήκει στο παρελθόν, τα σημάδια της έχουν επηρεάσει βαθιά τον πληθυσμό και ειδικά τις ευάλωτες ομάδες του.
Δεδομένου ότι υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις ότι τα παιδιά που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας αναπτύσσονται συνολικά πιο αργά – πέρα δηλαδή από τον γλωσσικό περιορισμό -, το επιστημονικό προσωπικό έχει την υποχρέωση να εντοπίζει καταστάσεις κινδύνου όσο το δυνατόν νωρίτερα, για να αποφύγουμε τις «αλυσιδωτές επιπτώσεις» στη μετέπειτα ανάπτυξη των ανθρώπων.